Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Από την εκλογή του νέου προέδρου των ΗΠΑ η Ελλάς είναι ήδη κερδισμένη: Τακτικά.
Ο πρόεδρος Ερντογάν, υπό την απειλή της επιβολής σκληρών κυρώσεων, οικονομικών εις βάρος της χώρας του και δικαστικών εις βάρος της οικογένειάς του (Halkbank), αναδιπλώθηκε προσωρινώς. Η ένταση στο Αιγαίο «έπεσε». Η πατρίδα μας ανέπνευσε. O Τούρκος πρόεδρος θεωρεί ότι πίσω από το στρατιωτικό πραξικόπημα του 2016 ήταν η υπερδύναμη, πιστεύει δε ότι εμπνευστής και οργανωτής του ήταν ο τότε αντιπρόεδρός της Μπάιντεν. Γι’ αυτό και κάνει κράτει, για να τον ζυγίσει. Ωστόσο η απάντηση στο ερώτημα «τι να περιμένουμε εμείς ως Ελλάς από τον Μπάιντεν» δεν είναι θέμα μερικών μηνών, όσο θα διαρκέσουν το «τζαρτζάρισμα» κορυφής και η επαναοριοθέτηση των σχέσων ΗΠΑ – Τουρκίας. Το παιχνίδι είναι πιο μακροπόθεσμο. Αρα ιδιαιτέρως απαιτητικό. Σύμφωνοι, βεβαίως!
Ο Μπάιντεν έχει καλά αισθήματα για την Ελλάδα και την ομογένεια, η οποία τον στήριξε αποφασιστικά σε δύσκολες στροφές της πολυσχιδούς πολιτικής καριέρας του. Σύμφωνοι, έχει ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας μαζί της, είδαμε και μερικούς εκ των ισχυρότερων ομογενών να περιγράφουν τις στενές σχέσεις μαζί του στην εκπομπή του ΑΝΤ1 «Special Report». Σύμφωνοι, είναι σημαντικό ότι όρισε την Ελληνοαμερικάνα κυρία Ψάκη από τη Μεσσηνία ως εκπρόσωπο Τύπου του Λευκού Οίκου. Πάντα υπάρχει ένας Ελλην στο περιβάλλον του εκάστοτε προέδρου των ΗΠΑ, δεν είμαστε τυχαίο έθνος. Σύμφωνοι, τέλος, είναι πολύ ωραία εξέλιξη ότι ο Ελλην πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα μιλήσει τον Μάρτιο στο Κογκρέσο, σε κοινή εκδήλωση της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων, για τα 200 χρόνια από την Ανεξαρτησία μας. Πρόκειται για μοναδική τιμή, η οποία στο παρελθόν έχει επιφυλαχθεί μόνο σε Ιρλανδό πρωθυπουργό.
Με μία διαφορά όμως: Τη γεωπολιτική την επηρεάζουν ενδεχομένως, αλλά δεν τη διαμορφώνουν οι ομογενείς μας στις ΗΠΑ. Όχι γιατί δεν μπορούν, αλλά γιατί είναι τέτοια η φύση των διακυβευομένων συμφερόντων, που τους ξεπερνά κατά πολύ. Δεκαεπτά χρόνια πίσω, ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής ζήτησε από κορυφαίο ομογενή επιχειρηματία, βασικότατο υποστηρικτή και χρηματοδότη του Τζορτζ Μπους, να παρέμβει σε αυτόν ώστε να μην αναγνωρίσουν οι ΗΠΑ τα Σκόπια με την ονομασία «Μακεδονία». Η παρέμβαση έγινε, αλλά για τον Μπους και την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ προείχε να ενταχθεί το κρατίδιο αυτό -μαζί και οι νέες αμερικανικές βάσεις της περιοχής- στο ΝΑΤΟ. Μεταξύ ημών και των συμφερόντων τους, προτίμησαν τα συμφέροντά τους. Αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, λοιπόν, οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι η ομογένεια μπορεί να έχει επιρροή στον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ σε θέματα επενδύσεων. Εκεί, ναι, μπορεί να γείρει την πλάστιγγα.
Στο δίλημμα αν μια αμερικανική επένδυση θα γίνει στην Ελλάδα, στην Τουρκία ή στα Βαλκάνια -εξέλιξη διόλου αμελητέα-, ναι, οι απόδημοι Ελληνες (με δικαίωμα ψήφου και στην Ελλάδα πλέον, μετά τη συνταγματική αναθεώρηση), οι ομογενείς μπορούν να φέρουν αποτέλεσμα. Το ίδιο και στο αν θα συνεργαστεί ένα κορυφαίο μη κρατικό αμερικανικό ΑΕΙ με ένα δημόσιο ελληνικό. Θα έχουν τον πρώτο λόγο. Καμία αντίρρηση. Με τη γεωγραφία όμως δεν είναι το ίδιο. Η Αμερική έχασε την επιρροή της στο Πακιστάν, έχασε την επιρροή της στο Ιράν, δεν είναι η ίδια χώρα σε δύναμη με το 1990, άρα της απαγορεύεται -με βάση το εθνικό συμφέρον της- να χάσει και την Τουρκία. Μας αρέσει, δεν μας αρέσει, αυτή είναι η αλήθεια.
Κατά συνέπεια, τι μπορούμε να περιμένουμε τακτικά και στρατηγικά; Έως τον Μάρτιο, οπότε αναμένεται η Σύνοδος Κορυφής, στην οποία θα προσδιοριστούν συνολικά οι σχέσεις Ε.Ε. – Τουρκίας, όχι κάτι εντυπωσιακό. Ησυχία, εκτός απροόπτου. Στο διάστημα αυτό οι σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας θα είναι κυμαινόμενες, καθώς η Ουάσινγκτον θα αποπειραθεί να φέρει ακόμα και με σκληρά μέτρα την Αγκυρα στα γεωπολιτικά μέτρα της. Γεγονός που θα επιτρέψει στην ελληνική διπλωματία να επιδείξει διαπραγματευτική σκλήρυνση στις διερευνητικές συνομιλίες. Το ρολόι της Ιστορίας θα αρχίσει να λειτουργεί αντίστροφα μετά τον Μάρτιο και το ζητούμενο για εμάς είναι ένα και το εξής: Να μην αποτελέσουμε τμήμα της αμερικανικής τακτικής. Η ενσωμάτωση στην τακτική ενός τρίτου δεν βοηθά. Διότι, όταν θα έρθει η δύσκολη για εμάς ώρα μιας συνολικής συμφωνίας ΗΠΑ – Τουρκίας, στο πλαίσιο μιας νέας Γιάλτας, τα φιλελληνικά αισθήματα Μπάιντεν θα υποχωρήσουν. Και τότε θα βρεθούμε προ «εκπλήξεων». Διότι άλλο να είσαι προσκαίρως μέρος μιας τακτικής και άλλο τμήμα μιας επώδυνης για τα στρατηγικά συμφέροντά σου συμφωνίας. Η ώρα της αλήθειας θα φτάσει, λοιπόν, κατά πάσα πιθανότητα μέσα στο πρώτο εννεάμηνο του 2021.
Ο Μπάιντεν, χωρίς να επιδείξει στρατηγική βιασύνη, γνωρίζει άριστα ότι αργά ή γρήγορα θα απαιτηθεί να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με τον Ερντογάν. Η ρωσική διείσδυση στη Συρία, στη Λιβύη, στο Αζερμπαϊτζάν, η συμμαχία Αγκυρας – Μόσχας – Τεχεράνης τον εξαναγκάζουν. Δεν έχει άπειρο χρόνο. Ήδη η σχέση Ερντογάν – Πούτιν έχει αποκτήσει «βάθος», με συνέπεια η Αγκυρα να καθίσταται η πολύφερνη νύφη της περιοχής (αυτά είναι τα πλεονεκτήματα του να μην είσαι προβλέψιμος σύμμαχος). Τα ερωτήματα που προκύπτουν, λοιπόν, δεδομένου ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική δεν δύναται να ακολουθεί το τέμπο της αμερικανικής ούτε διαθέτει την πολυτέλεια του χρόνου, είναι τα εξής δύο:
1. Τι θα κάνει ο πρόεδρος Ερντογάν μετά τη Σύνοδο Κορυφής, αφού απομακρυνθεί από το ταμείο; Θα περιμένει πότε θα έρθει η ώρα της συναντήσεως κορυφής με τον Μπάιντεν, χωρίς να κάνει τίποτε στις σχέσεις του με την Ελλάδα, ή, σε περίπτωση κατάρρευσης των διερευνητικών, θα επιχειρήσει να πάρει με τη βία ενός γεωτρύπανου αυτό που δεν κέρδισε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης; Πώς θα αντιδράσουν οι ΗΠΑ σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο; Απαθώς ή ενεργώς;
2. Πόσο ψηλά θα είναι στην αμερικανοτουρκική ατζέντα τα ελληνοτουρκικά και ειδικώς το Αιγαίο, η Μεσόγειος και τα όποια κοιτάσματα; Και πόσο στρατηγικό θα είναι για τις ΗΠΑ να μας υπερασπιστούν, τη στιγμή που η δική τους έννοια είναι η ενοποίηση του γεωπολιτικού, του ενεργειακού και του οικονομικού χώρου Ελλάδος – Κύπρου – Τουρκίας απέναντι στη Ρωσία; Φοβάμαι ότι οι απαντήσεις δεν θα είναι ευχάριστες για εμάς. Η πιθανότης να συγκατανεύσει ο πρόεδρος Μπάιντεν στη θυσία της ελληνικής Ιφιγένειας χάριν των αμερικανικών συμφερόντων και να δώσει πράσινο φως υπέρ ενός εξαιρετικώς επώδυνου για εμάς ελληνοτουρκικού συμβιβασμού είναι λίαν ισχυρή. Και χωρίς να υπάρχουν μεγάλα περιθώρια ελιγμών για εμάς, αν παρ’ ελπίδα έχουν αναληφθεί συγκεκριμένες δεσμεύσεις από εμάς πριν από τις εκλογές. Το διακύβευμα για την Ελλάδα σε μια τέτοια περίπτωση είναι να μην αποτελέσει το… ορεκτικό ή το επιδόρπιο στο μενού του δείπνου Μπάιντεν – Ερντογάν.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ορίσουμε τις τύχες μας μόνοι μας. Εγκαίρως. Και να μην περιμένουμε να περιληφθούμε στο μενού δείπνου που δεν μας αφορά αμέσως και επιπλέον θα είμαστε απόντες από αυτό. Κατά τούτο, η σχεδιαζόμενη από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη μετάβασή του στις ΗΠΑ τον Μάρτιο, προκειμένου να απευθύνει ομιλία για την ελευθερία στο Κογκρέσο, αλλά και να παραστεί στην εκδήλωση που οργανώνεται για την εθνική μας επέτειο στον Λευκό Οίκο, είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία. Για έναν συνολικό επαναπροσδιορισμό επί τα βελτίω στις σχέσεις Ελλάδος – ΗΠΑ. Στο φως της ημέρας. Με δημόσια διπλωματία. Έως τώρα από την αναθέρμανση κερδίζουν μόνο οι σύμμαχοί μας. Σειρά μας.