Ο Τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Γιώργος Κατρούγκαλος μιλώντας σήμερα στο Φόρουμ των Δελφών, σε πάνελ στο οποίο συμμετείχαν επίσης οι Υπουργοί Εξωτερικών της Ελλάδας Νίκος Δένδιας, της Κύπρου Νίκος Χριστοδουλίδης, της Ισπανίας Arancha Gonzalez Laya και της Μάλτας Evarist Bartolo, πρότεινε μια νέα, ενεργητική στρατηγική απέναντι στην Τουρκία, σε συνδυασμό με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Διευκρίνισε ότι οι αρχές της εξωτερικής μας πολιτικής, η προσήλωση της χώρας μας στην Ειρήνη και στην επίλυση των διαφορών με διάλογο και σεβασμό στο διεθνές δίκαιο, είναι διαχρονικές και γενικής αποδοχής από όλα τα κόμματα. Το ζητούμενο όμως είναι η ενεργητική προώθηση τους. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ακολούθησε μια ενεργητική και πολυδιάστατη πολιτική, με κεντρικό χαρακτηριστικό την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων μέσω της προώθησης της σταθερότητας στην περιοχή: στα Βαλκάνια με τη συμφωνία των Πρεσπών, στην Ανατολική Μεσόγειο με ισχυρό πλέγμα συνεργασιών και μέσω της προώθησης του διαλόγου με την Τουρκία φτάνοντας κοντά και σε δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού.
Ενόψει της κλιμάκωσης της επιθετικότητας της Τουρκίας στην περιοχή, η χώρα μας πρέπει να ξεφύγει από το υφιστάμενο κενό στρατηγικής της Νέας Δημοκρατίας και να επιδιώξει ο διμερής διάλογος να είναι ουσιαστικός, με επικέντρωση στα κρίσιμα θέματα. Η αναγκαία ένταξη της ελληνοτουρκικής διαφοράς στο πλαίσιο των ευρωτουρκικών σχέσεων πρέπει να εξειδικευθεί με συγκεκριμένες προτάσεις. Εάν η Τουρκία επιστρέψει στον δρόμο της επιθετικότητας και της έμπρακτης ή ρητορικής αμφισβήτησης του διεθνούς δικαίου, οι αυστηρές κυρώσεις είναι μονόδρομος. Εάν, αντιθέτως, επιλέξει το δρόμο της βελτίωσης των σχέσεων της με την ΕΕ, ζητώντας αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης, η χώρα μας πρέπει να απαιτήσει η ενεργοποίηση μιας τέτοιας συμφωνίας να έχει ως προϋπόθεση την παραπομπή της διαφοράς μας για τις οικονομικές θαλάσσιες ζώνες στη Χάγη.
Έκανε σχετικά λόγο για «Ελσίνκι plus», δηλαδή χωρίς τα προβλήματα που δυνάμει δημιουργούσε η αναφορά σε «συνοριακές διαφορές» στη σχετική απόφαση τότε του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Είναι σαφές ότι δεν έχουμε συνοριακές διαφορές με τη γείτονα, ούτε συζητάμε μαζί της θέματα κυριαρχίας. Η παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο αφορά το νομικό θέμα οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, όπως απαιτεί το δίκαιο της θάλασσας.