Γράφει η Ηρώ Τέντε
#serendipity_collector
Τον Δεκέμβριο του 1984, ένα σοβιετικό παγοθραυστικό 13.000 τόνων που περιέπλεε στα παγωμένα νερά της ανατολικής Σιβηρίας, προχώρησε στη διάνοιξη ενός υδάτινου δρόμου μήκους 30 χιλιομέτρων – μια αρκτική αποστολή που κράτησε τουλάχιστον 3 μήνες και κόστισε πολλά, μα πάρα πολλά λεφτά για τα δεδομένα της εποχής.
Αυτό, δε θα συνιστούσε κάποια σημαντική είδηση φυσικά. Παγοθραυστικό ήταν. Ακόμα και αν απελπιζόμασταν αρκετά ώστε να το φλερτάρουμε ως λύση για τη χιονοσκέπαστη Αττική Οδό ή την αγνώστου πατρός Κατεχάκη, θα ήταν αδύνατο αυτή η τυχαία στιγμή εκείνου του Δεκεμβρίου να μας τραβήξει την προσοχή για πάνω από λίγα δευτερόλεπτα.
Να όμως που η τυχαιότητα ελλοχεύει κάθε φορά που κάτι πολύτιμο πρόκειται να αναδυθεί: στην ίδια περιοχή, εκείνες τις μέρες, 3.000 φάλαινες beluga (τρισχαριτωμένα πλάσματα που αξίζει να γκουγκλάρετε) ασφυκτιούσαν για μια ανάσα οξυγόνου κάτω από την επιφάνεια της παγωμένης θάλασσας. Είχαν εγκλωβιστεί – την ίδια ώρα που ο βιολογικός τους χρονοπρογραμματισμός ορίζει πως κάθε 20 λεπτά πρέπει να αναδύονται για να αναπνεύσουν, πριν καταδυθούν ξανά και ξανά. Για να επιβιώσουν, εντόπιζαν οπές ανοιχτού νερού και από αυτές έκλεβαν σποραδικά κάποια λεπτά ανάσας.
Είχαν εγκλωβιστεί λοιπόν, γιατί είχαν χάσει το δρόμο τους από αυτοσχέδιες πρωτοβουλίες ενός πάγου, που γι’ αυτές ισοδυναμούσε με θάνατο. Κλήθηκε τότε ο Ναύαρχος Makarov με το τεράστιο παγοθραυστικό να ανοίξει δρόμο προς την ανοιχτή θάλασσα, ώστε τα διψασμένα για οξυγόνο πλάσματα να διασωθούν.
Μάταια. Οι φάλαινες, αποπροσανατολισμένες, έντρομες και αποδυναμωμένες αρνούνταν πεισματικά να ακολουθήσουν τον από μηχανής θεό προς την ελευθερία.
Μέχρι που το πλήρωμα έτυχε να κάνει μια ανατροπή στο συνήθη επιχειρησιακό σχεδιασμό του: από τα ηχεία του παγοθραυστικού άρχισε να ακούγεται συνεχώς δυνατά και σταθερά κλασσική μουσική.
Τα υπόλοιπα ίσως και να τα μαντεύουμε. Ναι, οι τεράστιες beluga συντονίστηκαν με κάτι πέρα από το φόβο τους και ξεκίνησαν να ακολουθούν το παγοθραυστικό. Βγήκαν στην ανοιχτή θάλασσα και κανείς δεν έμαθε ποτέ ποια ήταν εκείνα τα κλασσικά κομμάτια μουσικής που στάθηκαν αιτία για να ζήσουν.
Κι εμείς οι άνθρωποι όμως, δεν τα πάμε καλά με τον εγκλωβισμό. Η «υπο-οξυγόνωση» που προκαλεί κάθε ασφυκτικό βίωμα πόνου και κενού, παρά τον ανοιχτό ορίζοντα ζωής που είτε το θέλουμε είτε όχι είναι εκεί και περιμένει, θυμίζει κάτι από κλειστοφοβία και παράπονο.
Συνήθως, πιάνουμε τους εαυτούς μας να κλέβουμε σε τέτοιες οξυγόνο από όπου και όπως μπορούμε: τσιγάρο, φαγητό, εξαρτήσεις, τυφλή εκτόνωση οργής, βουτιά σε οικείες θλίψεις – ο,τιδήποτε μπορεί να προσφέρει μια μορφή απόρρητης δικαιοσύνης στο βιωματικό άδικο που μας κατατρέχει.
Είναι η κλασσική μουσική η απάντηση στο αδιέξοδο αυτό; Μάλλον όχι – τουλάχιστον για τους περισσότερους από εμάς που ισορροπούμε σε λογικές πραγματισμού. Είναι η σταδιακή ασφυξία ο ορατός μονόδρομος; Μάλλον ναι – κυρίως γιατί διαθέτει το αδιάσειστο άλλοθι της ορατότητας.
Εκτός και αν συμβεί κάτι που λειτουργήσει ανατρεπτικά στο δικό μας ¨επιχειρησιακό σχεδιασμό». Ένα ερέθισμα που ενεργοποιεί κάτι περισσότερο από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Μια «μουσική» πίσω από λέξεις, πρόσωπα, εικόνες, ιστορίες ανθρώπων – πίσω και πέρα από όσα ο εγκέφαλος αποκωδικοποιεί μέσα στην δική του κορνίζα λειτουργίας.
Υπάρχει τρόπος να «ακούσω» ποτέ κάτι τέτοιο, παλεύοντας για ανάσες σε καθεστώς εγκλωβισμού;
Δεν ξέρω.
Υπάρχει όμως ένας ανέκδοτος μύθος που ίσως να δείχνει το δρόμο.
Κάποτε ο Πλάτωνας πήγε στο Σωκράτη και τον ρώτησε:
– “Τι θα χρειαζόταν να κάνω, για να είμαι σίγουρος ότι θα καταφέρω εκείνο που θέλω;”
Ο Σωκράτης τον πήγε σε μια λίμνη και του βύθισε το κεφάλι μέσα στο νερό για πολύ ώρα.
Στο τέλος ο Πλάτωνας, απελπισμένος, και κοντεύοντας να σκάσει, κατάφερε να του ξεφύγει και να τινάξει το κεφάλι του έξω φωνάζοντας:
– “Τι κάνεις εκεί; Πας να με σκοτώσεις;”
Ο Σωκράτης αποκρίθηκε ήρεμα…
– “Όταν θα θέλεις κάτι, με την ίδια ακριβώς λαχτάρα που ήθελες αυτή την ανάσα, τότε θα ξέρεις πώς θα το πετύχεις”.
Κάπου υπάρχει ένα άκουσμα και για εμάς τους εγκλωβισμένους. Το ερώτημα συνήθως είναι αν αντέχουμε να το ακούσουμε.