Του Μάνου Οικονομίδη
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Αξία”, το Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2021
Ο πειρασμός του πάθους… Η ανθρώπινη Ιστορία διαθέτει πλούτο παραδειγμάτων που επιβεβαιώνουν ότι ο τροχός της προόδου και της εξέλιξης κινείται με συνέπεια, ταχύτερα και με πλεονασματική αυτοπεποίθηση, κάθε φορά που η κοινή προσπάθεια έχει ως αφετηρία την ηγεμονία του συναισθήματος.
Κάθε φορά που καταθέτουμε την καρδιά μας σε ένα όραμα, μια επιδίωξη, μια προοπτική, ο ορίζοντας ανοίγει και την ίδια στιγμή οι αποστάσεις μειώνονται. Μπορείς να ξεχάσεις τι είπε και τι έκανε κάποιος, αλλά δεν θα ξεχάσεις ποτέ τι σε έκανε να αισθανθείς. Ποιες χορδές πείραξε… εκεί μέσα. Ποιά συναρπαστική εκδοχή του εαυτού σου αφύπνισε.
Στη διαδρομή των εθνών, υπήρξαν φυσικά και εκείνοι που εργαλειοποίησαν το συναίσθημα, το εκμεταλλεύτηκαν, το αξιοποίησαν. Όσες φορές μιλάει η καρδιά άλλωστε, το μυαλό… σιωπά, και έτσι, σε επίπεδο πολιτικής και κομματικής χαρτογράφησης γεννιούνται τέρατα. Τα άκρα και οι ακρότητες που τα συνοδεύουν. Το μίσος και ο διχασμός.
Η Ελλάδα των πολλαπλών και ανατροφοδοτούμενων κρίσεων των τελευταίων ετών, έχει εξελιχθεί σε μια κακόφημη γειτονιά μίσους, διχασμού, άκρων. Κοιτάζεις γύρω, δίπλα και μπροστά σου, και δεν βλέπεις αντιπάλους, βλέπεις εχθρούς. Η ταυτοτική συμπεριφορά και κουλτούρα της ακροδεξιάς, που υπερβαίνει κόμματα και πολιτικούς σχηματισμούς, καταδικάζοντας τις κοινωνίες στην παρακμή του μίσους. Στην αλλοίωση του εθνικού dna. Στην απαλλοτρίωση του ηθικού πλεονεκτήματος της μετριοπάθειας και της σύνεσης, της συνεννόησης και της συμφιλίωσης. Του «μαζί», που είναι πάντοτε βαρύ και ασήκωτο για όσους κάνουν καριέρα, καλλιεργώντας, ενισχύοντας και εδραιώνοντας τον διχασμό.
Από τις περισσότερο ισχνές και ασήμαντες αφορμές, μέχρι τα πραγματικά μεγάλα και ουσιαστικά διακυβεύματα, οι Έλληνες αδυνατούμε σήμερα να συζητήσουμε. Αρνούμαστε να ακούσουμε, δεν αλλάζουμε, προσπαθούμε με βουλιμικό πάθος να επιβάλλουμε απόψεις, και όταν ο αντίλογος δεν εξασθενεί, δημιουργούμε εχθρούς. Τις περισσότερες φορές για να ανατροφοδοτούμε το μίσος.
Οι γενιές μας μοιάζουν να σεργιανίζουν σε μια ολέθρια συγκυρία. Με λιγότερο φως στην εθνική διαδρομή, ακριβώς επειδή ηττήθηκαν οι γητευτές της μετριοπάθειας από τους ξεσαλωμένους κήρυκες του διχασμού και της διαίρεσης. Της εθνικής διχόνοιας. Του μίσους ως… επαγγελματικής επιλογής.
Η βιτρίνα της ηθικής ταυτότητας ενός έθνους αρχίζει να ραγίζει κάθε φορά που τα άκρα και οι ακρότητες που τα συνοδεύουν, μετατοπίζονται στο επίκεντρο της εθνικής αφήγησης, αντί για το περιθώριο που διατηρεί την ευχέρεια να τα απονευρώνει, να συρρικνώνει την επιζήμια παρουσία τους.
Η εθνική βιτρίνα της πατρίδας μας ραγίζει επικίνδυνα. Δεν είναι απαραίτητο να αρχίζουμε να μοιάζουμε στο τέρας που βλέπουμε στον καθρέφτη, είναι το ίδιο ασυγχώρητο να ανεχόμαστε την ενηλικίωσή του δίπλα μας.