Του Μάνου Οικονομίδη
Στη μυθολογία της λαϊκής σοφίας στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, τίποτα δεν τελειώνει, αν δεν τραγουδήσει η (“ευτραφής”) κυρία. Προσπερνώντας τον αυτονόητα ρατσιστικό χαρακτηρισμό, αξίζει να σταθεί κανείς στην ουσία του μηνύματος. Τον τελευταίο λόγο τον έχει μια γυναίκα. ‘Οπως… συμβαίνει πάντα, δηλαδή.
Ο λαϊκός μύθος επιβεβαιώθηκε στη Γερμανία, για δεύτερη φορά μέσα σε δυο χρόνια. Όπως τότε, την πρώτη εβδομάδα του τελευταίου μήνα του 2018, η κυρία που μεγάλωσε στη λάθος πλευρά του Τείχους του Βερολίνου, σπατάλησε το προσωπικό πολιτικό κεφάλαιό της, για να επιβάλλει ως διάδοχό της στην ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών, την Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ, έτσι και σήμερα, το… διέπραξε εκ νέου, αυτή τη φορά με τον Άρμιν Λάσετ.
Ο πρωθυπουργός του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας είναι ο φυσικός συνεχιστής της. Όπως ήταν πριν από δυο χρόνια και η “μίνι Μέρκελ”. Μπορεί να μην είναι η καλύτερη επιλογή που θα μπορούσε να μας τύχει, ήταν όμως η καλύτερη από τις… διαθέσιμες.
Η Γερμανίδα απερχόμενη Καγκελάριος προσέθεσε στο πολιτικό βιογραφικό της την εκ νέου διάσωση του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, της Γερμανίας, και επομένως, της Ευρώπης αλλά και της ίδιας της ιδεολογικής ταυτότητας της Κεντροδεξιάς, από τον άνθρωπο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Όπως και το 2018 απέναντι στην ΑΚΚ, ο Φρίντριχ Μερτς, με τα προσωπικά απωθημένα απέναντι στην Άνγκελα Μέρκελ, ηττήθηκε οριακά. Ο Άρμιν Λάσετ επικράτησε με 521 έναντι 466 ψήφων, ενώ η Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ είχε ταπεινώσει με τη σειρά της τον εκλεκτό του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, με σκορ 517 έναντι 482.
Η… καταμέτρηση βέβαια δείχνει ότι το μεγαλύτερο κόμμα της Ενωμένης Ευρώπης παραμένει βαθιά διαιρεμένο. Με ένα ποσοστό σχεδόν 48% να μην αντιστέκεται στη γοητεία μιας περισσότερο (ακρο)δεξιάς πολιτικής,. ξενοφοβικής, τιμωρητικής για τους μετανάστες αλλά και τους… απείθαρχους Νότιους. Αυτή ήταν η ατζέντα Μερτς, που σε αντίθεση με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν είχε ηθικές συστολές και συνειδησιακό δέος έναντι του οράματος μιας πολιτικά ενοποιημένης Ευρώπης.
Αποφύγαμε τα χειρότερα, λοιπόν. Χάρη στην Άνγκελα Μέρκελ. Που τραγούδησε πάλι τελευταία. Τη μελωδία της αντίστασης απέναντι στα άκρα και τις ακρότητες που τα συνοδεύουν.