Γράφει ο Γιάννης Αντύπας
Με αφορμή τα εγκλήματα στα Γλυκά Νερά και τη Φολέγανδρο γέμισαν οι τηλεοπτικές οθόνες με ψυχολόγους και ελάχιστους, δυστυχώς, ψυχιάτρους. Σε μία εύλογη προσπάθεια, ως ένα βαθμό, να δοθούν απαντήσεις, να μπορέσει να υπάρξει μία «λογική» εξήγηση για αδιανόητες πράξεις. Αλλά και σε μία προσπάθεια των κατηγορουμένων να αναζητήσουν ελαφρυντικά, εύλογη επίσης.
Αλλά, δεν είναι η ψυχική ασθένεια, η κατάθλιψη, η διπολική διαταραχή κοκ αυτή που οδηγεί το χέρι. Δεν μιλάμε για ψυχασθενείς δολοφόνους του κινηματογράφου εδώ. Όχι ότι δεν υπάρχουν, βεβαίως και ψυχικές ασθένειες που συνδέονται με ακραίες συμπεριφορές. Υπάρχουν. Και για αυτό δίπλα στις φυλακές Κορυδαλλού υπάρχει και το ψυχιατρείο των φυλακών. Άλλο αυτό και άλλο να ενοχοποιούνται ή να χρησιμοποιούνται ως άλλοθι διάφορες διαταραχές και ασθένειες.
Επίσης, θέλει μια προσοχή και η χρήση της κοινωνιολογίας στην εγκληματολογία, η ενοχοποίηση της πατριαρχίας και των ανδρών. Καταλαβαίνω την ανάγκη ορισμένων να βρουν το άλλο, τον άλλον, τον απέναντι που θα τους δώσει περιεχόμενο. Αλλά, το να εξηγούμε ειδεχθή εγκλήματα με γενικεύσεις του τύπου «έχει να κάνει με το πώς μεγαλώνουν τα αγόρια τους οι μητέρες» είναι πραγματικά αντιεπιστημονικό και διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Όπως είναι ακραίο λάθος, κατά τη γνώμη μου, να αποδίδουμε εγκλήματα, όπως η επίθεση με βιτριόλι στην άτυχη Ιωάννα, σε… παρενέργειες των social media. Από την θεμελιώδη αρχή ότι όλα παίζουν τον ρόλο τους μέχρι την απομόνωση και την ενοχοποίηση ορισμένων παραγόντων η απόσταση είναι τεράστια.
Είναι σαν εκείνους τους τηλεθεατές που σε κάθε σκηνή ενός θρίλερ βρίσκουν τον δολοφόνο. Και κάθε φορά είναι σίγουροι. Χωρίς να απασχολούνται ποτέ από το γεγονός ότι διαψεύδονται στο τέλος. Όπως πρόσφατα όλοι τον είχαν καταλάβει τον πιλότο. Οι “το ‘χα πει εγώ αυτό» μπορεί να είναι από γραφικοί έως ενοχλητικοί στον δημόσιο διάλογο, αλλά σε υποθέσεις ζωής και θανάτου οι αναλύσεις αυτού του τύπου δεν έχουν θέση. Όπως δεν έχουν θέση και πολιτικές ή θεωρητικού τύπου αναζητήσεις.
Στα εγκλήματα δεν πρέπει να χτίζονται ούτε πολιτικές, ούτε «επιστημονικές» καριέρες. Τα εγκλήματα θέλουν πολιτικούς και επιστήμονες που θα βοηθούν τους αστυνομικούς να κάνουν τη δουλειά τους. Και, γιατί όχι, την καριέρα τους. (σ.σ. αρκεί να μην βλέπουμε βραβεύσεις για αυτονόητες πράξεις, ώστε να μην εκφυλιστεί η έννοια της επιτυχίας). Όχι πολιτικούς και «επιστήμονες» που χρησιμοποιούν τους αστυνομικούς για τους δικούς τους σκοπούς.
Χωρίς αυτό, σε καμία περίπτωση, να σημαίνει ότι τα εγκλήματα δεν αποτελούν αντικείμενο μελέτης επιστημόνων και πολιτικών οι οποίοι αναζητούν εξηγήσεις και λύσεις. Χωρίς αυτό, σε καμία περίπτωση, να σημαίνει ότι τα εγκλήματα είναι εκτός του δημοσίου διαλόγου, καθώς τα ΜΜΕ υπηρετούν την ανάγκη της ενημέρωσης των πολιτών.
ΥΓ. Πολλές φορές η αλήθεια είναι μπροστά τα μάτια μας, πολλές φορές επίσης, η πρώτη και προφανής επιλογή ή εξήγηση δεν είναι η σωστή. Ή δεν είναι ολοκληρωμένη και μπορεί με τη σειρά της να οδηγήσει σε άλλες επικίνδυνες παρεξηγήσεις.