Της Ελένης Κωστοπούλου
Στην επικαιρότητα εδώ και μερικές μέρες βρίσκεται το θέμα της αθλήτριας του αγωνίσματος της Ιστιοπλοΐας Σοφίας Μπεκατώρου για τον βιασμό της σε νεαρή ηλικία από έναν άνθρωπο που διέθετε εξουσία.
Εκατοντάδες τέτοιου είδους ιστορίες διαδραματίζονται, δυστυχώς, σε αθλητικούς επαγγελματικούς και εκπαιδευτικούς χώρους.
Οι πρώτες σκέψεις ενός σώφρονα, νοήμονα και λογικού ανθρώπου είναι ο αποτροπιασμός και η αηδία για τέτοιου είδους καταστάσεις. Άραγε, ποιος μας δίνει το δικαίωμα να επέμβουμε στην βιολογική και ψυχική υγεία ενός ανθρώπου προκαλώντας του τραύματα που ίσως και, να μην μπορούν να επουλωθούν σε όλο το διάβα της ζωής του;
Η κάθε μορφής εξουσίας, λοιπόν, πρέπει να ασκείται και να ελέγχεται καθημερινά, αλλά, το θέμα είναι από ποιον.
Είναι καλό, τελικά, να δίνουμε εξουσίες σε ανθρώπους πριν μελετήσουμε σωστά τα ψυχολογικά και κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά του; Ποιο τελικά, είναι το μετρό που αποτιμά τα χαρακτηριστικά αυτά; Η ουσία είναι, πως πρέπει κάθε άνθρωπος, που θα αναλάβει πόστα εξουσίας να ελέγχεται και να αξιολογείται συνεχώς γι’ αυτό. Η αξιολόγηση για το αν κάποιος τιμά τη θέση για την οποία επιλέχθηκε πρέπει να γίνεται από κάτω προς τα πάνω.
Με τον τρόπο αυτό θα είχαν προληφθεί πολλά τέτοιου είδους περιστατικά και οι ιθύνοντες θα είχαν πάει σπίτι τους ή στη φυλακή. Όσο σκληρό και αν ακούγεται, θα ήταν σκόπιμο, κάθε άνθρωπος που διαθέτει εξουσία και πληρώνεται αδρά γι’ αυτό προκειμένου να διευθύνει και να συντονίζει οργανισμούς ή φορείς, να νιώθει από πάνω του τη “Δαμόκλειο σπάθη”, από όλους εκείνους που εξουσιάζει και η θέση του να μην είναι μόνιμη. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα υπάρξει συνείδηση.
Ίσως, η παραπάνω θέση να ακούγεται ακραία, αλλά, η κατάχρηση εξουσίας τις περισσότερες φορές, οδηγεί σε τέτοιου είδους παθογένειες. Το συγκεκριμένο θέμα είναι δεδομένο, ότι θα πουλήσει τώρα και για κάποιο διάστημα, αλλά θα ξεχαστεί ως συνήθως, όπως ξεχάστηκαν εκατοντάδες νεκροί ή θύματα πολλών δυσάρεστων καταστάσεων.
Δεν θα ξεχαστούν όμως από τα θύματα και τον περίγυρό τους. Τί μπορούμε να κάνουμε, λοιπόν, γι’ αυτό;
Πέραν της οικογένειας, της εκκλησίας και του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος είναι σημαντικός και ο ρόλος του νόμου ο οποίος, σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να ακολουθεί τα χνάρια του Δράκοντα.
Δεν είναι τυχαίο, ότι στην αρχαία ελληνική πρακτική, υπήρξαν κατά καιρούς ποινές που εξόντωναν θύτες και εξιλέωναν τα θύματα, με αποτέλεσμα να υπάρχει ο φόβος του πράττοντος, ενός ηθικού και συμβατικού εγκλήματος. Ακόμα και σε περιόδους δημοκρατίας, οι νόμοι αυτοί δεν καταργήθηκαν, αλλά ούτε καν είχαν παραθυράκια. Η αρχαία ελληνική πρακτική, λοιπόν, αλλά και ο Μωσαϊκός νόμος, πολλές φορές μάς δείχνουν το δρόμο. Οι νεοέλληνες είμαστε καλοί, αλλά πολλοί από εμάς, δεν πρέπει ούτε κατά διάνοια να ασκούμε εξουσία, έστω και αν αυτή τυπικά μας αποδίδεται.
Δυστυχώς, μόνο αγανάκτηση μπορεί να νιώσουμε γι’ αυτά που ακούμε και συνεπώς δικαιολογημένα εκφράζουμε αυτές τις απόψεις. Να αναφερθεί τέλος, ότι είναι σημαντικό το θάρρος που επέδειξαν και άλλα θύματα ψυχολογικής και σεξουαλικής βίας, αποκαλύπτοντας τους θύτες τους, οι οποίοι αν μη τι άλλο θα νιώσουν την πλήρη αποδοκιμασία και κατακραυγή στο κεφάλι τους. Γνωρίζοντας, λοιπόν, ότι η τελική κρίση ανήκει στο Θεό ας βοηθήσουμε όλοι στο να ξεσκεπάσουμε τέτοιου είδους φαινόμενα βοηθώντας στην ουσία την κρίση αυτή.