Σημεία συνέντευξης της Έφης Αχτσιόγλου, βουλευτή Επικρατείας και τομεάρχη Οικονομικών της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, στον “Alpha 98,9”.
«Δεν έχουμε το δικαίωμα, ως αξιωματική αντιπολίτευση, να επιτρέψουμε σε αυτή την κυβέρνηση να μείνει ούτε μία μέρα παραπάνω στη θέση της», δήλωσε η Έφη Αχτσιόλου στον “Alpha 98,9”.
«Η κατάσταση στην κοινωνία είναι οριακή, ζητάμε εκλογές τώρα διότι η κυβέρνηση έχει δείξει ότι δεν μπορεί -και ίσως δεν θέλει- να αντιμετωπίσει σοβαρά και συντονισμένα, με ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, τα δύο μείζονα προβλήματα, την πανδημία και την ακρίβεια», σημείωσε.
«Αυτό που συνέβη με τη μελέτη Τσιόδρα-Λύτρα ήταν ένα σημείο καμπής», πρόσθεσε, τονίζοντας ότι «η κυβέρνηση έδειξε έναν κυνισμό, με την αισχρή στάση του πρωθυπουργού στη Βουλή να πει ευθέως ψέματα ότι δεν γνωρίζει τίποτα και την επιμονή, όπως φάνηκε και στον Προϋπολογισμό, σε μία πολιτική η οποία κοστίζει ανθρώπινες ζωές».
Υπογράμμισε, ακόμα, ότι «ενώ βρισκόμαστε στους χειρότερους πανδημικούς δείκτες και τα περιφερειακά, κυρίως, νοσοκομεία καταρρέουν, περικόπτονται οι κρατικές δαπάνες για τη δημόσια υγεία κατά 820 εκατ. το 2022. Αυτό δείχνει μία εμμονική αντίληψη μη στήριξης του δημόσιου συστήματος υγείας και η πολιτική ευθύνη της κυβέρνησης είναι εγκληματική».
Για τις ανατιμήσεις επισήμανε ότι «η ακρίβεια σαρώνει τους εργαζόμενους, τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ξεκίνησε από την ενέργεια αλλά πλέον έχει απλωθεί σε όλα τα βασικά είδη διαβίωσης και στα τρόφιμα. Το 4,8% του γενικού δείκτη του πληθωρισμού δεν αποτυπώνει τις πολύ μεγαλύτερες ανατιμήσεις στα είδη πρώτης ανάγκης. Το κρίσιμο είναι πώς θα ανταποκριθούν οι πολίτες στο νέο επίπεδο τιμών που θα διαμορφωθεί, καθώς το εισόδημα των εργαζομένων σε πραγματικούς όρους ροκανίζεται από την ακρίβεια».
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., τόνισε, «εδώ και καιρό κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την έκρηξη της ακρίβειας αλλά η κυβέρνηση ολιγώρησε. Η θέση μας είναι ότι πρέπει να μειωθούν οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης στα καύσιμα για όσο διαρκεί το κύμα ανατιμήσεων, αυτό θα ελαφρύνει σε μεγάλο βαθμό νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επίσης, είναι αναγκαία η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ».
Ανέφερε, τέλος, ότι «στον Προϋπολογισμό δεν υπήρξε κανένα μέτρο για την προστασία των πολιτών από την ακρίβεια το 2022, ενώ, σύμφωνα με το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, ήδη μέχρι τον Νοέμβριο η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού είχε μειωθεί κατά 10% από τις ανατιμήσεις».