Γράφει ο Δημήτρης Καμπουράκης
Κάτι λείπει, κάτι λείπει. Από την κυβέρνηση εννοώ. Λείπει ένας μεγάλος στόχος, ένας προορισμός που θα έδινε ουσία και προορισμό σ’ αυτή την τετραετία. Θα μου πείτε ότι μεγαλύτερος στόχος από τη βελτίωση της καθημερινότητας δεν υπάρχει, όμως αυτός είναι τόσο αόριστος, πολυπλόκαμος και χαοτικός που τελικά μοιάζει σαν να μην υφίσταται. Και η καταπολέμηση της ακρίβειας είναι μεγάλος στόχος, μόνο που είναι αμυντικός, δεν κινητοποιεί, δεν εμπνέει.
Αφήστε που πάντα θα υπάρχει μια υπηρεσία που θα ταλαιπωρεί τον πολίτη, πάντα θα διαπιστώνεται μια έλλειψη ή μια αστοχία στην ημερήσια λειτουργία του κράτους, πάντα θα υπάρχει ένα προϊόν στο ράφι που η τιμή του θα βγάζει μάτι. Και η άνοδος των πραγματικών εισοδημάτων είναι καίρια προτεραιότητα, μόνο που πάντα θα υπάρχει το κομμάτι της κοινωνίας που φλερτάρει με τη φτώχεια, πάντα θα υπάρχουν οι κοινωνικές και επαγγελματικές κατηγορίες που στις είκοσι του μήνα ξεμένουν από λεφτά.
Εντάξει, η κυβέρνηση προσπαθεί να υπηρετήσει αυτούς τους βασικούς στόχους, αλλού πετυχαίνει, αλλού αποτυγχάνει, αλλού τα κουτσοκαταφέρνει, αλλού αφήνει τον κόσμο με μια πικρή γεύση. Όλες οι κυβερνήσεις τα κάνουν αυτά κι όλες τα υπουργικά συμβούλια μετά τα πρώτα χρόνια της θητείας τους αδυνατούν να πείσουν ότι ο τελικός τους απολογισμός είναι θετικός. Ειδικά τις δεύτερες θητείες, πρωθυπουργοί και κυβερνητικά σχήματα αναμετρούνται περισσότερο με την κούραση (των ίδιων και του λαού) παρά με τα προβλήματα. Το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει και τώρα.
Κάτι ψιλοκουτσαίνει στην κυβερνητική πορεία, φάνηκε και στις Ευρωεκλογές, αλλά ακόμα και οι πιο ειδήμονες αδυνατούν να το προσδιορίσουν με ακρίβεια, να το περιγράψουν. Οπότε πώς να προτείνουν λύση; Το μόνο που μπορώ να σκεφτώ λογικά, είναι η ανυπαρξία κεντρικού στόχου. Όχι για την κυβέρνηση ή τη ΝΔ, αλλά για τη χώρα και για το έθνος. Κάποτε είχαμε την ένταξη στο ευρώ, ή τους Ολυμπιακούς Αγώνες ή την κανονικοποίηση από τα τρελά και επικίνδυνα της Συριζαϊκής διακυβέρνησης, τώρα δεν έχουμε τίποτα μεγάλο και χειροπιαστό μπροστά μας.
Ας μην γελιόμαστε, ο κόσμος δεν πρόκειται να συστρατευθεί πίσω από την κατάργηση δέκα πιστοποιητικών, ούτε να συνεγερθεί για να πέσει η τιμή στο βρεφικό γάλα. Τα θέλει ασφαλώς αυτά, αλλά δεν τον εμπνέουν, τα θεωρεί αυτονόητες υποχρεώσεις κάθε κυβέρνησης. Εξάλλου στην καθημερινότητα, ένα πρόβλημα λύνεις και τρία καινούρια εμφανίζονται. Η μάχη αυτή δεν έχει τελειωμό. Όμως, δίχως έναν κεντρικό στόχο, όλα μοιάζουν μικρά και προβληματικά και επουσιώδη και βαρετά. Κι εκεί απάνω έρχεται να πατήσει η ανάγκη για αλλαγή αυτού που ζούμε, για κάτι «άλλο» που θα κινητοποιήσει το μυαλό μας και τη διάθεση μας.
Θα πείτε ότι σήμερα δεν υφίσταται η προοπτική του «άλλου». Δεν υπάρχει αξιόπιστη και ελπιδοφόρα αντιπολίτευση. Αν η κυβέρνηση αδυνατεί να εμπνεύσει μια φορά, η αντιπολίτευση αδυνατεί εις διπλούν και τριπλούν. Πλην αυτό δεν αναιρεί την ανάγκη ύπαρξης ενός μεγάλου συλλογικού στόχου. «Και ποιος μπορεί να είναι αυτός ο στόχος;» θα ρωτήσετε. Απαντώ ευθέως ότι δεν ξέρω. Διαπιστώνω την έλλειψή του, δεν νιώθω ικανός να προτείνω λύση.
Ποιος μπορεί να το κάνει; Μόνο ένας. Ο Μητσοτάκης. Όχι μόνο εκ της θέσεως του, αλλά και εκ των ως τώρα αποδεδειγμένων ικανοτήτων του. Θα καταφέρει να βρει μονοπάτι προς κάτι οραματικό; Ούτε αυτό το ξέρω, δεν ξέρω καν αν το ψάχνει ή αν έχει κολλήσει στη λάσπη της καθημερινής διαχείρισης. Πάντως, αν δεν μπορέσει ή αν δεν θελήσει, τα πράγματα όλο και θα στριμώχνονται, όλο και θα δυσκολεύουν. Παρά την απουσία αντιπάλου.