Γράφει ο Μπάμπης Παπαδημητρίου
Είναι δύσκολο, γιατί είναι πολύ βαρύ, να έχεις πειστεί ότι κάποιος είναι ψεύτης. Αν και με τους πολιτικούς είναι, σχεδόν δικαιολογημένο. Είναι όμως πολύ πιθανόν να έχει μια ψεύτικη αντίληψη των πραγματικών δεδομένων. Να τον εμποδίζουν οι ιδέες του, η πίστη του, οι εμπειρίες του να κατανοήσει τα γεγονότα όπως είναι και γι’ αυτό τα προσαρμόζει σε κάτι διαφορετικό με το οποίο μπορεί να τα έχει καλά με τη συνείδησή του.
Από την άλλη, ο Αλέξης Τσίπρας, γιατί, όπως σωστά καταλάβατε, περί αυτού πρόκειται, προκαλεί. Και το κάνει ανερυθρίαστα. Προσπαθεί να ξαναγράψει τη διαδοχή των γεγονότων. Πιστεύει ότι μαγεύει όσο είναι ακόμη δυνατόν περισσότερους από εκείνους, τους πάρα πολλούς, τους οποίους έστειλε στην κάλπη του δημοψηφίσματος για να ρίξουν ένα «υπερήφανο» ΟΧΙ.
Πλην όμως, ποτέ ο Τσίπρας έκρυψε από τον λαό δύο πράγματα.
Πρώτον εκείνες τις τραγικές μέρες, ο Τσίπρας δεν είπε στον λαό ότι διαθέτει Plan B. Ότι έχει στην τσέπη του μια ισότιμη ή και καλύτερη λύση σε περίπτωση που μετά το ΟΧΙ των Ελλήνων, οι Ευρωπαίοι δεν θα επαναλάμβαναν τη χρηματοδότηση του ελληνικού χρέους. Δεν είπε ποτέ πώς και πού θα έβρισκε κεφάλαια η Ελλάδα για να δανειστεί. Δεν απάντησε στις τότε επίμονες αιτιάσεις όλων υμών ότι το κράτος θα υποχρεωνόταν σε νέα, μετά από την ελεγχόμενη με το κούρεμα του 2012, αλλά οριστική αυτή τη φορά, πτώχευση. Αν είχε σχέδιο για την εξίσου υποχρεωτική, μετά από ολίγες εβδομάδες, έξοδο από το ευρώ και την επιστροφή στη δραχμή. Ποτέ κανείς από το οικονομικό του επιτελείο δεν υπελόγισε (δημοσίως) πόσο θα άξιζε σε δραχμές ένα δολάριο ή ένα ευρώ μετά την έξοδο.
Δεύτερον, ο Τσίπρας προσπάθησε να κοροϊδέψει και την καγκελάριο Μέρκελ και τον Γάλλο πρόεδρο Ολάντ ακόμη και τον… Πούτιν.
Ήταν τόσο ανίδεος ώστε να μην γνωρίζει τις επιδιώξεις και τις θέσεις των μεγάλων κρατών και, επιπλέον, πως όλοι αυτοί μιλάνε μεταξύ τους; Ήταν τόσο ανόητος (foolish, για να μην παρεξηγιόμαστε ασκόπως…), ώστε να μην αντιλαμβάνεται ότι το δημοψήφισμα ισοδυναμούσε για όλους τους Ευρωπαίους ηγέτες, για τη Λαγκάρντ του τότε ΔΝΤ και, το χειρότερο, για τις αγορές, με δήλωση οικειοθελούς εξόδου από την Eυρωζώνη;
Ήταν τόσο αδιάβαστος, ώστε να μην έχει καταστρώσει τα εναλλακτικά σενάρια μεταξύ των οποίων θα υποχρεωνόταν να επιλέξει; Ήταν ανεύθυνος μέχρι του σημείου να μην έχει διαβάσει το κείμενο επί του οποίου καλούσε τους πολίτες να αποφασίσουν εκείνοι, επειδή ο ίδιος δεν είχε το πολιτικό θάρρος να το πράξει;
Όσο σκέφτεστε τις απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, επιτρέψτε μου να παραθέσω, σε συντομία, ένα απόσπασμα από τα (έμμεσα) απομνημονεύματα του Φρανσουά Ολάντ:
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν, διηγείται ο Ολάντ, τον «κάλεσε μυστηριωδώς», τρεις ημέρες νωρίτερα, στις 6 Ιουλίου, την επομένη του δημοψηφίσματος που οργάνωσε και κέρδισε ο Τσίπρας, για να του «δώσει πληροφορίες». «Η Ελλάδα μας ζήτησε να τυπώσουμε τις δραχμές στη Ρωσία, επειδή δεν έχουν πλέον τυπογραφείο για να το κάνουν», του λέει. Απόδειξη ότι οι Έλληνες ηγέτες, εκείνη την εποχή, πράγματι σκέφτονταν να εγκαταλείψουν την Ευρώπη και ως εκ τούτου να επανασυνδεθούν με το ιστορικό τους νόμισμα, σχολιάζει ο Ολάντ.
Δεν γνωρίζω αν ήταν αυτό το Plan B που εννοεί ο πρώην πρωθυπουργός. Σίγουρα ήταν για κάποιους, όπως το έχει εξηγήσει με την αυθεντική ηθική ειλικρίνεια που τον κάνει να ξεχωρίζει, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης. Σίγουρα ήταν για τον Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος παραιτείται μόλις ο Τσίπρας γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων του τη «λαϊκή εντολή» και επιλέγει την «κωλοτούμπα».
Η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας επιχείρησε να κοροϊδέψει πολλούς ταυτόχρονα. Πλην όμως όλοι αυτοί ήταν καλύτερα διαβασμένοι, πιο αποφασισμένοι και πολύ ισχυρότεροι εκείνου.
Η Μέρκελ θα παρέδιδε τον Τσίπρα εις χείρας Σόιμπλε και θα επέτρεπε τη φιλεύσπλαχνη ηγέτιδα να κοντράρει τον Ολάντ που εμφανιζόταν ο «καλός» της υπόθεσης ως ο σοσιαλιστής που συζητεί με ελαφρόμυαλους νεαρούς σοσιαλιστές.
Ο Πούτιν δεν ήθελε να εμπλακεί στην κρίση και επιπλέον προτιμούσε την Ελλάδα στο ευρώ αφού οι περισσότεροι ολιγάρχες τη χρησιμοποιούν για να «ξαπλώνουν» τα χρήματά τους μετά το ξέπλυμα.
Το Νομισματικό Ταμείο ήθελε να απεμπλακεί από την Ελλάδα και να τη «φορτωθούν» ολοκληρωτικά οι Ευρωπαίοι. Οι αγορές περίμεναν υπομονετικά το «δώρο του Τσίπρα», για να ρίξουν τη δραχμή τόσο χαμηλά, ώστε να μπορούν να αγοράζουν μπιρ-παρά τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία.
Κυρίως όμως, το ελληνικό βαρύ κατεστημένο, είχε ήδη το όπλο παρά πόδα. Για αυτή την πλευρά του Plan Β, το rebranding Tsipras δεν έχει προβλέψει τη σωστή απάντηση. Απλώς αυτοαποκαλύπτει τη γύμνια του.
Σε κάθε περίπτωση, για να τελειώσουμε με τον καλό τον λόγο, ο Τσίπρας έπραξε ορθολογικά, έστω την τελευταία στιγμή. Από τις αβελτηρίες του όμως, το ήδη βαρυφορτωμένο «παλιό φορτηγό» του ελληνικού κράτους πάλευε επί χρόνια να αποφύγει τον κίνδυνο να πέσει στον γκρεμνό.