Γράφει ο Αλέξης Παπαχελάς
Η θέση της Αμερικής στον κόσμο αλλάζει δραματικά. Ο ιστορικός του μέλλοντος σίγουρα θα επιλέξει τις χαοτικές σκηνές από την εγκατάλειψη της Καμπούλ από τους Αμερικανούς σαν ένα σημαντικό ορόσημο στην «άνοδο και στην πτώση» της Υπερδύναμης. Δίπλα στην απόφαση του Μπους του νεότερου να εισβάλει, χωρίς λόγο, στο Ιράκ και στα όσα συνέβησαν στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου. Πίσω από την καθοδική πορεία της ηγεμονίας μιας υπερδύναμης κρύβονται πάντοτε τα ίδια αίτια: το άσκοπο ξόδεμα των στρατηγικών πόρων της σε αχρείαστες περιπέτειες, εσωτερικές δυσλειτουργίες που φτάνουν στα όρια εμφύλιων συγκρούσεων και η άνοδος νέων επιθετικών μεγάλων δυνάμεων. Εδώ έχουν συμβεί και τα τρία.
Ο Μπους ήθελε να φτάσει στη Βαγδάτη, εκεί όπου δεν είχε φτάσει ο πατέρας του. Και να ξανακτίσει δύο χώρες, το Ιράκ και το Αφγανιστάν. Απέτυχε τραγικά και στα δύο. Οι διάδοχοί του δεν μπόρεσαν να απαγκιστρωθούν από τις δαπανηρές αυτές περιπέτειες. Η Αμερική μπήκε σε μια εμφύλια διαμάχη, που κορυφώθηκε με την εκλογή και κατόπιν την ήττα του Τραμπ. Η κοινωνία έχει χάσει τη συνοχή της και –το κυριότερο– τη συμφωνία (το consensus, όπως θα έλεγαν οι Αγγλοσάξονες) για το τι σημαίνει να είσαι Αμερικανός και για το ποιος είναι ο ρόλος της χώρας στο παγκόσμιο σκηνικό. Την ίδια ώρα, η Κίνα νιώθει τη δύναμή της και αμφισβητεί ανοικτά τη μεταπολεμική δυτική κυριαρχία και η Ρωσία παίζει ένα σκληρό παιχνίδι, που συχνά της βγαίνει, όπως στην περίπτωση της Μέσης Ανατολής.
Δεν ξέρω τι θα μπορούσε να είχε κάνει διαφορετικά ο Μπάιντεν στην περίπτωση του Αφγανιστάν. Ο χάρτινος πύργος, που κόστισε απίστευτα δισ. δολάρια, θα κατέρρεε. Αν όχι προχθές, σε δύο, σε έξι μήνες. Οταν όμως μια υπερδύναμη δίνει την εικόνα πως η ηγεσία της είναι αδύναμη, πως ήταν απολύτως απροετοίμαστη και ότι εγκαταλείπει ανθρώπους που ρίσκαραν τη ζωή τους γιατί πίστευαν ότι όντως κάτι θα αλλάξει στη χώρα τους, το κόστος θα είναι μεγάλο. Η σημειολογία είναι μερικές φορές πιο σημαντική από την πραγματικότητα στις διεθνείς σχέσεις. Και η αξιοπιστία, κάτι που κτίζεται δεκαετίες και γκρεμίζεται σχετικά γρήγορα.
Οι υπόλοιποι μεγάλοι παίκτες θα ζυγίσουν τώρα τι σημαίνει γι’ αυτούς η «Καμπούλ». Οι Κινέζοι θα μαντέψουν αν οι ΗΠΑ θα προστατεύσουν την Ταϊβάν εάν της επιτεθούν. Οι Ρώσοι εάν θα υποστούν κάποιες συνέπειες σε μια επόμενη κίνησή τους. Οι παίκτες της Μέσης Ανατολής, που βασίστηκαν για χρόνια στις αμερικανικές πλάτες, θα αναρωτηθούν εάν θα βρεθούν ποτέ στην ίδια θέση με τη χθεσινή ηγεσία του Αφγανιστάν. Ο Ερντογάν, που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα, θα βγάλει τα συμπεράσματά του για το αν και πόσο πρέπει να φοβάται τις ΗΠΑ. Και οι Ευρωπαίοι θα συνεχίσουν να κινούνται ζαλισμένοι στη γεωπολιτική σκακιέρα, γνωρίζοντας ότι είτε θα ενηλικιωθούν είτε θα καταστούν απολύτως αδιάφοροι για τα «σκληρά παιδιά» στη διεθνή σκηνή. Στην ίδια την Αμερική η πόλωση θα βαθύνει και μαζί και η κρίση αυτοπεποίθησης. Τα ερωτήματα για το αν άξιζαν οι χιλιάδες νεκροί και τα δισεκατομμύρια που ξοδεύτηκαν στο Αφγανιστάν είναι πολύ πιθανό να οδηγήσουν σε νέο απομονωτισμό.
Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο σκηνικό. Ενας νέος κόσμος ξημερώνει· πιο απρόβλεπτος, πιο άγριος ίσως. Σίγουρα, πάντως, διαφορετικός από αυτόν που ξέραμε τα τελευταία 75 και κάτι χρόνια.