Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Συνήθιζε να το λέει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής: «Η κοινή λογική είναι τόσο δυσεύρετος στην πατρίδα μας, ώστε τελικώς δεν είναι τόσο… κοινή όσο νομίζεται».
Δικαιώνεται κάθε μέρα. Καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας υποστηρίζαμε ότι η δημοκρατία δεν ανθεί στις απαγορεύσεις. Οτι η δημοκρατία δεν πρέπει να απαντά σε όλους όσοι την αμφισβητούν με λιγότερη δημοκρατία. Οτι το Σύνταγμα στο άρθρο 29 δεν απαγορεύει επ’ ουδενί λόγω την κάθοδο πολιτικών κομμάτων στις εκλογές, και αυτό πρέπει να γίνεται σεβαστό. Οι ξεροκέφαλοι δεν το κατάλαβαν αυτό. Και, αντί να προσεγγίσουν την υπόθεση του κόμματος Κασιδιάρη («Ελληνες» στην αρχή, «Σπαρτιάτες» μετά) επί τη βάσει αρχών και να του δώσουν χώρο για να εκτεθεί, το αντιμετώπισαν φανατικά και καιροσκοπικά.
Πρώτα το απαγόρευσαν με μια διάτρητου σκεπτικού απόφαση του Ε΄ Τμήματος του Αρείου Πάγου, που πολλαπλασίασε τη δύναμή του μεταξύ πρώτων και δεύτερων εκλογών, και μετά το νομιμοποίησαν. Οι «διώκτες» του! Στις πρώτες εκλογές η Ν.Δ. έπρεπε να θωρακίσει τα δεξιά της νώτα, απαγορεύοντας να πετά εκεί δεξιό κουνούπι, στις δεύτερες έπρεπε να διασπάσει την ψήφο στα δεξιά κόμματα. Ει δυνατόν να τα πετάξει έξω από το Κοινοβούλιο με τη βοήθεια των «Σπαρτιατών». Ιδού ο καιροσκοπισμός. Τι απεδείχθη τελικά δύο μήνες μετά τις εκλογές;
Το φως της ημέρας είναι λυτρωτικό, το σκοτάδι ηρωικό. Αυτοί που δοξάζονταν κρυπτόμενοι εκτίθενται εμφανιζόμενοι. Δύο μήνες μετά τις εκλογές, το κόμμα αυτό πέταξε στα σκουπίδια την εντολή που του έδωσαν 243.922 πολίτες για να κάνει σκληρή δομική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση.
Επί δύο ολόκληρους μήνες, όταν δεν κάνει συμπολίτευση στη Ν.Δ. σε επίπεδο προέδρου Κ.Ο., σπαράσσεται από εσωτερικές έριδες με κύριο θέμα σε ποιο κέντρο υπακούει το αρχηγείο του. Στο κέντρο των φυλακών Δομοκού, όπου εκτίει την ποινή του ο Ηλίας Κασιδιάρης, ή σε κάποια άλλα παράκεντρα των Αθηνών; Ο καταστατικός αρχηγός του Βασίλης Στίγκας δεν έχει καταλάβει ότι είναι πρόεδρος πολιτικού κόμματος που θα έπρεπε να δίνει λόγο σε σχεδόν 250.000 Ελληνες για το τι κάνει κάθε μέρα για αυτούς. Τον νου του, όπως και άλλοι, τον έχει στην κρατική χρηματοδότηση. Ο ιδρυτικός αρχηγός του αδημονεί να ορμήσει στην προεκλογική παλαίστρα των δημοτικών για να διευκολύνει εκ του αποτελέσματος (και όχι απαραιτήτως εκ προθέσεως) το δίπολο Μητσοτάκη «δημοκρατία ή φασισμός». Στην πραγματικότητα, όλοι όσοι εμπλέκονται στην υπόθεση αυτή ευτελίζουν την εντολή που τους εδόθη για σκληρή πατριωτική αντιπολίτευση.
Το αποτέλεσμα δεν θα αργήσει να φανεί. Ηδη το κόμμα αυτό έχει χάσει σχεδόν τη μισή του δύναμη στις πρώτες φθινοπωρινές μετρήσεις. Και, αν συνεχίσει έτσι, θα καταλήξει στα ιστορικά ποσοστά της εθνικιστικής Ακροδεξιάς στην πατρίδα μας μετά τη Μεταπολίτευση. Αποδεικνύεται εν τέλει ότι οι «Σπαρτιάτες» δεν είναι κίνδυνος για τη δημοκρατία – είναι κίνδυνος για τον ίδιο τους τον εαυτό. Καμία σοβαρότης και κανένας σεβασμός σε όλους όσοι τους έστειλαν στη Βουλή.
Η αντισυστημική Ακροδεξιά διολίσθησε σε ένα συστημικότατο κόμμα ενδιαφερομένων για κρατικές χρηματοδοτήσεις και βουλευτικές αποζημιώσεις. Κόμμα που κάθεται ήσυχο, φρόνιμο στα βουλευτικά έδρανα, χωρίς να έχει να πει τίποτε μέχρι στιγμής για τα τεράστια ζητήματα που προέκυψαν. Αν ρωτήσεις σήμερα τους Ελληνες τι έχουν να θυμούνται από τη δίμηνη κοινοβουλευτική θητεία των «Σπαρτιατών», πέραν τεσσάρων βουλευτών που μιλούν καλά ελληνικά (Κατσιβαρδάς, Μανούσος, Φλώρος, Κόντης), εκείνοι θα σου απαντήσουν με τις λέξεις «Greek Mafia», «Κορλεόνε» και «Κόζα Νόστρα».
Τις λέξεις που χρησιμοποίησε στη Βουλή ο αρχηγός τον οποίο διάλεξε ο Δομοκός. Τις λέξεις που αξιοποίησε, σαν έτοιμος από καιρό, ο πρωθυπουργός για να προαναγγείλει «κοινοβουλευτικές επιπτώσεις». Τις λέξεις που προκάλεσαν τη δικαιολογημένη παρέμβαση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτυχίας Αδειλίνη. Θα σου απαντήσουν επίσης (οι Ελληνες ψηφοφόροι) ότι, μόλις έγινε αντιληπτή η θανάσιμη πολιτική απειλή που διατρέχει το κόμμα να χάσει τη χρηματοδότηση και να εκπέσουν οι βουλευτές από τα αξιώματά τους, ο αρχηγός των Αθηνών συμφιλιώθηκε, εκών άκων, με τον αρχηγό του Δομοκού. Το εκλογικό σώμα δεν υπήρξε πουθενά σε αυτή την εξίσωση. Αόρατο. Να τι μας έδειξε, λοιπόν, το φως: αν δεν μπορούν να προστατέψουν πολιτικά, στοιχειωδώς, τους εαυτούς τους και διαλύονται στα εξ ων συνετέθησαν για να ενωθούν μέχρι την επόμενη διάλυση, θα αποτελέσουν απειλή για το πολίτευμα; Αστείον.
Η κυβέρνηση, πάντως, ούτε κατάλαβε ούτε θα καταλάβει ποτέ αυτόν τον χώρο συνολικά, και δείχνει έτοιμη να συνεχίσει τα ίδια λάθη. Αν υπάρξουν οι «κοινοβουλευτικές επιπτώσεις» που βιαστικά προεξόφλησε ο κύριος Μητσοτάκης, θα ξεμπερδέψει σε αυτή τη φάση με τους «Σπαρτιάτες», αλλά η δεξιά της Δεξιάς θα εκτιναχθεί αθροιστικά ως ποσοστό στο 20% του εκλογικού σώματος. Εάν αυτό δεν συμβαίνει ήδη, αν κρίνουμε από τα νεύρα στην τελευταία κοινοβουλευτική αντιπαράθεση. Πίσω από τις κορόνες για «σαχλαμάρες» κρύβονται ποσοστά. Περισσότερα προσεχώς.