Γράφει η Κατερίνα Γαλανού
Η συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης για τη νέα τετραετία διεξήχθη ξανά με την καινοτομία του 2019: οι πολιτικοί αρχηγοί τοποθετήθηκαν ο ένας μετά τον άλλο αμέσως μετά την ομιλία του πρωθυπουργού χωρίς να παρεμβληθούν βουλευτές όπως γινόταν στο παρελθόν. Αυτή η μικρή διαδικαστική αλλαγή, ήταν αρκετή για να «εκθέσει» περαιτέρω τις ηγεσίες – μεταβατικές και μόνιμες– στη σύγκριση με τον Μητσοτάκη και στη σύγκρουση μεταξύ τους.
Η κυβέρνηση δια του πρωθυπουργού, εμφάνισε ένα συνεκτικό και εύληπτο σχέδιο με το βλέμμα στην Ελλάδα του 2030 και απόλυτη επίγνωση ενός «μέλλοντος» που πρέπει να διαμορφωθεί τώρα «στο σύνορο ενός ιστορικού τόξου» όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός περιέγραψε τους φιλόδοξους όπως τους χαρακτήρισε οικονομικούς και κοινωνικούς στόχους για την επόμενη τετραετία θέτοντάς τους υπό την ευρύτερη ομπρέλα «ενός δυναμικού εκσυγχρονισμού της ευρωπαϊκής μας πατρίδας». Εκφράζοντας την ακλόνητη θέλησή του «η νέα διακυβέρνηση να εκπληρώσει στο ακέραιο τις προσδοκίες των πολιτών» επανέλαβε ότι με σκληρή δουλειά, στοχοθεσία και τα αποτελέσματα της πολιτικής, θα επιδιώξει να διευρύνει την εμπιστοσύνη σε ακόμη μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας.
Παραθέτοντας την ετοιμότητα της κυβέρνησης να προχωρήσει με τόλμη και συνέπεια ώστε να αλλάξουν οι «στρεβλώσεις και αμαρτίες δεκαετιών» μίλησε για την κοινωνία που ωθεί σε αυτές αλλά και για τις αναγκαίες συναινέσεις.
Η κοινωνία είπε, είναι ανυπόμονη για αλλαγές έχει διαμορφώσει μια νέα κουλτούρα που ζητάει χειροπιαστά αποτελέσματα και σημείωσε ότι οι μεγάλες ιστορικές τομές υλοποιούνται μόνο σε περιβάλλον πολιτικών συναινέσεων και κοινωνικών συμμαχιών.
Με τις αναφορές στις εκσυγχρονιστικές παρακαταθήκες του Ελευθέριου Βενιζέλου, του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά και του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Σημίτη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε το επίδικο αυτής της κοινωνικής και πολιτικής συναίνεσης.
«Έχοντας, λοιπόν, αυτή την βαριά παράδοση η γενιά μας καλείται να δώσει περιεχόμενο στο δικό της εθνικό στόχο, θα τον ονόμαζα ένα ”Πολυδιάστατο Εκσυγχρονισμό” και με αυτόν τον όρο εννοώ τη μεγάλη προσπάθεια που πρέπει να καταβάλει η χώρα μας, να αντιμετωπίσει πολλές παθογένειες σε πολλά μέτωπα, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να κινούμαστε με μεγάλη ταχύτητα, με την ταχύτητα της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, για να αντιμετωπίσουμε τις μεγάλες προκλήσεις οι οποίες έρχονται από το μέλλον.
Αυτή είναι μια προσπάθεια η οποία δεν είναι μόνο πολιτική, είναι και κοινωνική. Αφορά οριζόντια όλα τα πεδία της δημόσιας ζωής, έχοντας πάντα για επίκεντρο τον πολίτη. Μία προσπάθεια που πρέπει να είναι συμπεριληπτική, προστατεύοντας πρώτα και πάνω απ’ όλα τους πιο αδύναμους και προσφέροντας ορατά δικαιώματα σε ανθρώπους που μέχρι σήμερα τους θεωρούσαμε αόρατους».
Ο κ. Μητσοτάκης έδωσε καθαρό κοινωνικό πρόσημο στην προσπάθεια του πολυδιάστατου εκσυγχρονισμού λέγοντας ότι «εκτός από φιλόδοξη πρέπει να είναι και δίκαιη. Είναι μια προσπάθεια που πρέπει να είναι και φιλόδοξη, αλλά και δίκαιη, καθώς η ανάπτυξη αυξάνει τον εθνικό πλούτο. Πρέπει σε αυτόν τον εθνικό πλούτο να έχουν όλοι μερίδιο».
Χαρακτήρισε παράλληλα την προσπάθεια εξίσου «ριζοσπαστική» διότι θα προάγει και θα καλλιεργεί νέες συλλογικές συμπεριφορές. Από τη φορολογική συμμόρφωση μέχρι τον σεβασμό της ράμπας των ΑμεΑ.
Ενώ λοιπόν ο πρωθυπουργός έδινε το στίγμα μιας πολιτικής και μιας συλλογικής προσπάθειας που θα ωθεί την κοινωνία προς τα εμπρός με την παραγωγή μετρήσιμων και απτών αποτελεσμάτων, οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης έδιναν το σήμα μιας επιζήμιας ομφαλοσκόπησης και διαπιστευτήρια στασιμότητας και αδυναμίας να αντιληφθούν που πάει η ελληνική κοινωνία και τι ζητάει.
Τη στιγμή που ο κύριος Μητσοτάκης περιέγραφε τη χώρα του 2030 – με ορίζοντα ακόμη μακρύτερο από το τέλος της δεύτερης τετραετίας – και το σχέδιο συνολικού εκσυγχρονισμού με μια ισχυρή συμπεριληπτική και ευημερούσα κοινωνία, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ που ερίζουν για το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αμήχανα και άτσαλα περιχαράκωναν το λιγοστό χώρο μέσα στον οποίο τους περιόρισε η ψήφος των πολιτών.
Ο μεταβατικός πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Φάμελος έκανε μια τραγική ομιλία έχοντας δίπλα του στο πρώτο έδρανο τον κ. Νίκο Παππά – ο οποίος και τον καπέλωσε με τρόπο παιδαριώδη – και τον Ευκλείδη Τσακαλώτο. Ο κ. Τσίπρας επέλεξε να μην εμφανιστεί στη Βουλή όπου ο προσωρινός αντικαταστάτης του πέρασε κάτω από τον ούτως ή άλλως χαμηλό πύχη.
Δεν είχε καν τα αντανακλαστικά να πιαστεί ούτε από το σημείο που ο Κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε το by pass στην ίδρυση ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα. Μίλησε σαν να βρισκόταν ακόμη στο προεκλογικό μπαλκόνι, επαναλαμβάνοντας το αφήγημα που οι πολίτες απέρριψαν με αδιαμφισβήτητο τρόπο ισχυριζόμενος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ξανά έτοιμος μετά «τη συγκλονιστική αποχώρηση του Τσίπρα» να σταθεί εμπόδιο στα σχέδια του Μητσοτάκη καθώς είναι ο πυλώνας της προοδευτικής διεξόδου.
Διάνθισε την ομιλία του με κατηγορίες ότι ο Μητσοτάκης λέει ότι έλεγε και η Θάτσερ, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εντελώς διαφορετική πρόταση για μια ισχυρή και καινοτόμα πολιτεία, ότι η κοινωνία επιβιώνει οριακά, ότι θα αντισταθεί ο ΣΥΡΙΖΑ φτιάχνοντας κοινωνικές συμμαχίες μέσα και έξω από την Ελλάδα.
Στην κατακλείδα της ομιλίας του είδε ότι η ΝΔ ως άλλη ΕΡΕ έχει μετατρέψει την Ελλάδα σε Ελλάδα του Γκόρτσου υποσχόμενος «είμαστε εδώ για να υπερασπιστούμε τις πανανθρώπινες αξίες». Κατά την κάθοδό του από το βήμα της Βουλής και επιστρέφοντας στη θέση του ο Νίκος Παππάς τον χτύπησε επιδοκιμαστικά στην πλάτη την ώρα που δίπλα ο Νίκος Ανδρουλάκης, ο Δημήτρης Μάντζος και ο Μιχάλης Κατρίνης μοιράζονταν βλέμματα και μειδιάματα.
Η επίσημη πρώτη του κ. Ανδρουλάκη ως βουλευτή και προέδρου ήταν ένα εκκρεμές ανάμεσα στην υπόσχεση το ΠΑΣΟΚ να είναι «μια στιβαρή αντιπολίτευση και η φωνή της λογικής και της προόδου χωρίς διχασμό και τοξικότητα» και στην αξιολόγηση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης ως «έκθεσης ιδεών».
«Ο Πρωθυπουργός παρουσίασε μία εξωραϊσμένη εικόνα της οικονομίας. Έδωσε υποσχέσεις που δεν θα υλοποιηθούν και απέκρυψε όσα έρχονται» ανέφερε προκαταβάλλοντας ότι η κυβέρνηση θα φανεί αναξιόπιστη. Ωστόσο, ανέφερε ότι το κόμμα του στηρίζει τον στόχο για την επενδυτική βαθμίδα. Αμήχανα στάθηκε απέναντι στην πρόσκληση Μητσοτάκη για συναίνεση ως προς την αναθεώρηση του άρθρου 16 ενώ προφανώς στο ΠΑΣΟΚ δεν κατάλαβαν την εξαγγελία της πρώτης μεταρρύθμισης που προανήγγειλε ο πρωθυπουργός για τα ξένα πανεπιστήμια. Η βασική στόχευση της ομιλίας του κ. Ανδρουλάκη ήταν να φανεί ως ο σοβαρός και αξιόπιστος εκφραστής της Κεντροαριστεράς και στο πλαίσιο αυτό ήταν ευδιάκριτες οι βολές προς τον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και για τη στάση του έναντι της Χρυσής Αυγής, των διαδόχων της και των ψηφοφόρων της.
Ο γγ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας διατύπωσε τη θέση ότι οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης επιβεβαιώνουν ότι και τη νέα τετραετία θα γίνει επίθεση στα λαϊκά στρώματα, ότι τα ματωμένα πλεονάσματα επιστρέφουν ενώ μια νέα κρίση είναι προ των πυλών.
Ακολούθησε ο διαγκωνισμός συντήρησης μεταξύ των προέδρων των Σπαρτιατών και της Νίκης που εμφανίστηκαν επί τούτου μετριοπαθείς και προσεκτικοί. Κατά την ομιλία του κ. Στίγκα των Σπαρτιατών αποχώρησαν από τα έδρανα οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ.
Στον αντίποδα ο ανταγωνισμός έχει οδηγήσει τον Κυριάκο Βελόπουλο να ανεβάζει επικίνδυνα τις στροφές και την ρητορεία της Ελληνικής Λύσης. Τέλος, η επιστροφή της Ζωής Κωνσταντοπούλου στο βήμα ήταν ανάλογη της αξέχαστης θητείας της. Αυτό- αναφορική άνευ περιεχομένου μας πληροφόρησε ότι η Κ.Ο της, έχει δυο αριστερόχειρες και ότι θα ζητήσει την ακρόαση των πολιτών σε κάθε νομοσχέδιο για να γίνει πράξη η αμεσοδημοκρατία!