«Η στρατηγική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, με κριτήριο τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας και της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, έχει αποτύχει. Προφανώς, με κριτήριο τα συμφέροντα μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων η στρατηγική αυτή κρίνεται απολύτως επιτυχημένη. Το ζήτημα είναι με ποιο κριτήριο κανείς ασκεί πολιτική, εκεί βρίσκεται η διαχωριστική μας γραμμή», τόνισε η Έφη Αχτσιόγλου στη συζήτηση του Προϋπολογισμού 2022, στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής.
«Τα δύο κρίσιμα μέτωπα, της πανδημίας και της ακρίβειας, έχουν επιδεινωθεί ραγδαία, ενώ η κυβέρνηση αντιμετωπίζει την κατάσταση με ανούσια διαγγέλματα του κ. Μητσοτάκη. Θεωρεί, μάλιστα, πως για τα δυο αυτά προβλήματα η ίδια δεν έχει καμία ευθύνη, αλλά και πως έχει λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα, ότι αυτό που κάνει είναι απολύτως επαρκές. Την ώρα που η κοινωνία ασφυκτιά από τις ανατιμήσεις, η κυβέρνηση επαναλαμβάνει ότι έχει λάβει επαρκή μέτρα προστασίας της. Την ώρα που συμπολίτες μας χάνουν της ζωή τους εκτός ΜΕΘ, επιμένει σε βαθμό παραλογισμού ότι το δημόσιο σύστημα υγείας έχει στηριχθεί επαρκώς», πρόσθεσε.
Η κ. Αχτσιόγλου υπογράμμισε ότι «ο Προϋπολογισμός:
– Κόβει 820 εκατ. από τη δημόσια υγεία.
– Αφαιρεί 280 εκατ. από τα δημόσια νοσοκομεία.
– Περικόπτει κατά 600 εκατ. τις έκτακτες δαπάνες για την πανδημία.
Η κυβέρνηση με λογιστικούς ακροβατισμούς, χρησιμοποιώντας κατά το δοκούν τις έκτακτες δαπάνες για την πανδημία, προσπαθεί να αντιστρέψει την εικόνα. Λες και το ζήτημα είναι η επικοινωνία και όχι η ουσία.
Στο μεγάλο ζήτημα της ακρίβειας, καμία παρέμβαση δεν προβλέπεται στον Προϋπολογισμό του 2022 για την προστασία επιχειρήσεων και νοικοκυριών, ενώ οι τιμές σε βασικά ήδη διαβίωσης έχουν εκτοξευθεί όχι μόνο σε σύγκριση με το 2020 αλλά και σε σχέση με το 2019».
Για τον ρυθμό ανάπτυξης του 2021 ανέφερε ότι «είναι αποτέλεσμα της σύγκρισης με την ύφεση της προηγούμενης χρονιάς» και σημείωσε ότι, «σε σχέση με το rebound της ελληνικής οικονομίας και σε σύγκριση με την ανάκαμψη των άλλων χωρών, η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, 7η από το τέλος σε σύνολο 27 κρατών. Επ’ ουδένι δεν δικαιολογούνται πανηγυρισμοί, ιδίως εν μέσω μιας τέτοιας κοινωνικής συνθήκης».
Η κ. Αχτσιόγλου επισήμανε ότι «το κρισιμότερο είναι για τι ανάπτυξη μιλάμε, ποιους αφορά.
Η κυβέρνηση μιλάει για ανάπτυξη, αλλά:
– κόβει κατά 1,7 δισ. την κρατική χρηματοδότηση για κοινωνικές παροχές,
– κατάργησε 8ωρο, συλλογικές συμβάσεις και κάθε φραγμό στις απολύσεις,
– έρευνα του Eurofound δείχνει ότι η Ελλάδα είναι πρώτη στο ποσοστό των νέων που έμειναν άνεργοι στην πανδημία, φτάνοντας το 30%,
– κρατάει καθηλωμένο τον κατώτατο μισθό,
– εξαπάτησε τους συνταξιούχους, υποσχέθηκε αυξήσεις που δεν έκανε και έκοψε τα 900 εκατ. της μόνιμης 13ης σύνταξης που θέσπισε ο ΣΥΡΙΖΑ.
– μηδενίζει όλα τα μέτρα στήριξης σε εργαζόμενους, επιχειρήσεις και νοικοκυριά, λόγω πανδημίας,
– έχει συμφωνήσει να είναι η Ελλάδα πρωταθλήτρια στη δημοσιονομική προσαρμογή ως το 2024 στην Ευρωζώνη».
Δήλωσε, τέλος, ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. κατέθεσε συγκεκριμένες και κοστολογημένες προτάσεις για τη στήριξη της κοινωνίας, μεταξύ των οποίων:
– Νέο ΕΣΥ, με ενίσχυση σε προσωπικό, υποδομές και πρωτοβάθμια υγεία.
– Αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ.
– Διαγραφή σημαντικού μέρους των χρεών της πανδημίας.
– Μείωση ειδικών φορών κατανάλωσης καυσίμων για όσο διαρκεί το κύμα της ακρίβειας.
– Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
– Εργαλεία ρευστότητας στις ΜμΕ μέσω της αναπτυξιακής τράπεζας.
Η κυβέρνηση έκανε άλλες επιλογές: μείωση φορολογίας κερδών επιχειρήσεων για τις λίγες επιχειρήσεις που έχουν κέρδη, μείωση φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου, μείωση φόρου στις γονικές παροχές για ανώτατα εισοδήματα και περιουσίες. Σαφείς προτεραιότητες που οξύνουν τις ανισότητες».