Ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή για το Πανεπιστημιακό Άσυλο
Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Παίρνω τον λόγο σήμερα για να επισημάνω ορισμένες κρίσιμες πλευρές της θέσης μας γύρω από το ζήτημα του πανεπιστημιακού ασύλου. Νομίζω ότι ο καλύτερος τρόπος για να προσεγγίσουμε το θέμα αυτό, είναι να επιχειρήσουμε το δούμε μέσα από τη ματιά ενός απλού φοιτητή. Ας φανταστούμε, λοιπόν, έναν πρωτοετή φοιτητή σε μία σχολή, στο κέντρο της Αθήνας. Φτάνει στο Πανεπιστήμιο, γεμάτος δέος, χαρά, αγωνία, προσμονή, ελαφρώς «ψαρωμένος», όπως θα έλεγαν οι συνομήλικοί του, διψά όμως για νέες εικόνες, νέες εμπειρίες, γνώση. Τι συναντά; Σίγουρα θα αισθανθεί αμήχανα, βλέποντας από την αρχή κιόλας άγνωστους να μπαινοβγαίνουν στις αίθουσες και βρίσκοντας κλειστή την βιβλιοθήκη, το ίδιο και την Γραμματεία της Σχολής, οι υπάλληλοι της οποίας φοβήθηκαν κάποια επεισόδια. Περπατώντας μέσα στους βρώμικους διαδρόμους, θα αναρωτηθεί αν όποιος θέλει μπορεί να γράφει στους τοίχους. Σίγουρα θα αγανακτήσει διαπιστώνοντας ότι και το εργαστήριο, αυτό το οποίο τόσο ήθελε να δει, έχει βάλει και αυτό λουκέτο. Μια ανακοίνωση θα τον ειδοποιήσει ότι κάποια από τα μαθήματά του μεταφέρονται διότι αρκετές αίθουσες έχουν καταληφθεί και με τον καιρό θα συμβιβαστεί με το τρέξιμο πίσω από τις έκτακτες παραδόσεις για να μην χαθεί το εξάμηνο. Μέχρι να φτάσει στο πτυχίο του, ο φοιτητής αυτός θα έχει δει ολόκληρες αίθουσες, κομμάτια του δημόσιου χώρου, υπό κατάληψη στα χέρια ποικιλώνυμων οργανώσεων, ναρκωτικά να κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι, υπόγεια γεμάτα από μολότοφ και κουκούλες, το τεχνικό προσωπικό του Πανεπιστημίου να βάφει και να ξαναβάφει μάταια τους τοίχους και καθηγητές να καθυβρίζονται – ακόμη και να χτίζονται μέσα στα γραφεία τους.
Όλα αυτά, ίσως και να τον άφησαν αδιάφορο στο πέρασμα του χρόνου. Ίσως κάποτε και να του φάνηκαν και λίγο φολκλόρ. Ο ίδιος, άλλωστε, τώρα πέτυχε το στόχο του. Είναι διπλωματούχος. Ασυνείδητα, ωστόσο, ύστερα από τέσσερα χρόνια, θα έχει συμβιβαστεί με κάτι πολύ απειλητικό: Ότι αυτή και μόνον αυτή είναι η πραγματικότητα του ελληνικού Πανεπιστημίου. Πραγματικότητα που έχει γίνει, δυστυχώς, παγιωμένο καθεστώς. Μία «κανονικότητα» της οποίας, δυστυχώς, ο κανόνας είναι η παρέκκλιση.
Ο φοιτητής αυτός μπορεί να είναι μεταξύ εκείνων των πολλών, που συνεχίζουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό και εκεί θα βιώσει τη μεγάλη απογοήτευση, ίσως και τη μεγάλη ντροπή. Θα δει μαθήματα να διεξάγονται κανονικά, εξετάσεις να γίνονται στην ώρα τους, βιβλιοθήκες ανοιχτές. Θα περπατήσει σε Πανεπιστήμια καθαρά που φιλοξενούν γνώση, έρευνα και πολιτισμό, με φοιτητές και καθηγητές που δουλεύουν απερίσπαστοι, αφού κανείς δεν καταστρέφει την περιουσία του Πανεπιστημίου και θα αντιληφθεί ότι εκεί ο περιθωριακός είναι πράγματι στο περιθώριο, ενώ εδώ έχει εγκατασταθεί στο επίκεντρο της πανεπιστημιακής ζωής. Ο φοιτητής τότε θα νιώσει αδικημένος γιατί ούτε ο ίδιος ούτε οι καθηγητές του στην Ελλάδα είχαν να ζηλέψουν κάτι απ’ τους ξένους συναδέλφους τους. Και όμως η σύγκριση θα είναι συντριπτική γιατί θα διαπιστώσει, πικρά, ότι όλη αυτή η αταξία του ελληνικού δημόσιου Πανεπιστημίου του φάνταζε αδιάφορη ή και ανώδυνη. Στην πραγματικότητα, όμως, τον πήγε πίσω. Και θα συμπεράνει το πιο κρίσιμο: Ότι τελικά η ελευθερία μέσα στο Πανεπιστήμιο κάθε άλλο παρά ασυμβίβαστη είναι με την ομαλή του λειτουργία. Και τότε, δυστυχώς, είναι αρκετά πιθανόν ο φοιτητής μας να αποφασίσει να μείνει στο Κράτος που τον υποδέχτηκε και να μην γυρίσει στην Ελλάδα. Να γίνει και αυτός ένας από τους χιλιάδες επιστήμονές μας που ζουν εκτός συνόρων και να διηγείται στους ξένους φίλους του, πώς ο ίδιος ξεκίνησε, κάποτε, τις σπουδές του σε μία Σχολή αλλιώτικη απ’ τις άλλες, σε ένα Πανεπιστήμιο όπου ίσχυε το άσυλο «αλά Ελληνικά»!
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Δεν είναι ανάγκη τα παιδιά μας -και μαζί οι οικογένειές τους- να βιώνουν μία πολυετή αυταπάτη για να διαπιστώνουν, στο τέλος, ότι όλα θα μπορούσαν να είναι αλλιώς. Είναι καιρός να φωνάξουμε ότι τα ελληνικά Πανεπιστήμια δεν είναι καταδικασμένα. Ότι η πραγματικότητα την οποία έζησε ο φοιτητής της ιστορίας μας και την οποία βιώνουν χιλιάδες άλλοι Έλληνες φοιτητές, μπορεί να αλλάξει. Και η Ελλάδα θα σπουδάζει καλύτερα τα παιδιά της. Θα τους παρέχει γνώση, προοπτική, αλλά και ασφάλεια. Και, έτσι, να μπορεί, επιτέλους να τα κρατήσει κοντά της.
Μία από τις τομές, όχι η μόνη, προς αυτήν την κατεύθυνση είναι και η νέα ρύθμιση που εισάγουμε σήμερα για το πανεπιστημιακό άσυλο. Μία μεταρρύθμιση που υπηρετεί την ακαδημαϊκή ελευθερία και την απρόσκοπτη διακίνηση των ιδεών. Θέλουμε τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα να γίνουν κυψέλες προβληματισμού και στέκια δημιουργίας. Να μένουν όλη μέρα ανοιχτά στον κάθε νέο για μαθήματα, για συζητήσεις και συναυλίες. Να είναι δεξαμενές φρεσκάδας στη σκέψη ολόκληρης της χώρας. Δίχως τον φόβο των επεισοδίων, του μίσους και των καταστροφών. Να γίνουν ένας τόπος συνάντησης νέων ρευμάτων και καινοτομίας, όπως συμβαίνει, δηλαδή, παντού στον κόσμο.
Για να το πω αλλιώς: Τα Πανεπιστήμια ανοίγουν! Δεν συμβιβάζονται, πλέον, με την ασχήμια και την μετριότητα. Διεκδικούν το κύρος και τη λάμψη που τους αξίζει, με παρόντες τους φοιτητές, με τα εργαστήριά τους σε λειτουργία. Με καθηγητές ελεύθερους να διδάσκουν και σπουδαστές ελεύθερους να αμφισβητούν και να ερευνούν. Και όλο αυτό το πανηγύρι της γνώσης να συνοδεύεται από το άρωμα της νιότης που θα απλώνεται στην γύρω περιοχή. Είναι καλύτερα λοιπόν να μιλάμε σήμερα για την αναγέννηση της πανεπιστημιακής ζωής, για αποκατάσταση του ασύλου παρά για κατάργησή του. Διότι «ά-συλο» σημαίνει τον ασφαλή, «τον προστατευόμενο από σύληση τόπο». Και σήμερα -ας το παραδεχτούμε- οι τόποι των Πανεπιστημίων έχουν συληθεί, έχουν βανδαλιστεί και πολλά κτίρια έχουν λεηλατηθεί. Στο προαύλιο του Οικονομικού Πανεπιστημίου οι πωλητές λαθραίων εκθέτουν τα προϊόντα τους και χλευάζουν μέσα από τα κάγκελα όποιον πάει να τους ελέγξει. Στο Αριστοτέλειο τα ναρκωτικά διακινούνται δημόσια. Στα υπόγεια των ιδρυμάτων ανακαλύπτονται αποθήκες πυρομαχικών. Σχολές ολόκληρες έχουν μετατραπεί σε γιάφκες βίας των κουκουλοφόρων και αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα. Και σ’ αυτή δίνουν άσυλο και ατιμωρησία όσοι αντιδρούν και σήμερα σε αυτή τη νέα ρύθμιση. Γιατί πώς μπορούμε να μιλάμε για «δημόσιο» Πανεπιστήμιο, όταν αυτό παραμένει αποκλεισμένο από τον «Δήμο»; Πώς αναφερόμαστε στο «δημοκρατικό» Πανεπιστήμιο, όταν αυτό δεν ανήκει στους πολλούς, αλλά το ελέγχουν οι λίγοι; αι νοείται, άραγε, σύγχρονο Κράτος Δικαίου, όταν η επικράτειά του περιλαμβάνει «νησίδες» ανομίας, αυταρχισμού και βίας;
Ο στόχος μας, λοιπόν, είναι να απελευθερώσουμε δυνάμεις των Πανεπιστημίων που σήμερα είναι φυλακισμένες. Και ειδικά σε αυτούς τους κατεξοχήν χώρους ανοιχτής έκφρασης δεν μπορεί να γίνονται αποδεκτές ούτε πράξεις κοινών μαφιόζων ούτε δράσεις πολιτικών «μπράβων». Η ζωή στις Σχολές πρέπει να αναπνέει τον αέρα του διαλόγου και να στηρίζεται στα θεμέλια του νόμου. Αυτός, άλλωστε, αποτελεί και το καταφύγιο του αδύναμου. Οι ισχυροί εξάλλου έχουν πολλούς τρόπους να προστατεύονται… Για να μιλήσω στη γλώσσα της Αντιπολίτευσης: Εμείς δεν θέλουμε αστυνόμους στα Πανεπιστήμια. Θέλουμε, όμως, να διώξουμε από εκεί τους κουκουλοφόρους που αστυνομεύουν τη ζωή των φοιτητών. Τουλάχιστον, κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, όσοι φορούν στολή και εθνόσημο είναι όργανα της Δημοκρατίας και απολογούνται σε αυτήν, ενώ οι γνωστοί-άγνωστοι τραμπούκοι υπηρετούν μόνο σκοτεινά συμφέροντα.
Αγαπητοί συνάδελφοι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εδώ υπάρχουν διαχρονικές και διακομματικές ευθύνες. Κι εμείς αποδεχόμαστε το δικό μας μερίδιο. Σήμερα, όμως, η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Η συζήτηση, λοιπόν, για το λεγόμενο άσυλο, αν θέλουμε να είναι ουσιαστική, προϋποθέτει τολμηρές παραδοχές και ειλικρινή διάθεση να δώσουμε λύση, να διεξαχθεί χωρίς πυροτεχνήματα, όπως αυτό το περί δήθεν σεβασμού του ασύλου από τους Ναζί, στην κατοχή. Όχι μόνο γιατί κάτι τέτοιο είναι ανιστόρητο, αλλά γιατί εξισώνει τις δυνάμεις κατοχής του ναζισμού με τη νόμιμη εξουσία ενός δημοκρατικού Κράτους. Να αποφύγει, επίσης, την ψεύτικη ωραιοποίηση της κατάστασης στ’ όνομα κάποιων ιδεολογικών εμμονών. Γιατί είναι παγίδα που εξωραΐζει τις δυσκολίες και αποθρασύνει τελικά τους υπεύθυνους. Κυρίως, θολώνει την λαϊκή εγρήγορση. Τέλος, η συζήτηση ας μείνει μακριά και από επικίνδυνες απόψεις, όπως αυτή που ακούστηκε, ότι τάχα τα Πανεπιστήμια πρέπει να είναι φυτώρια πολιτικών στελεχών. Η χώρα πλήρωσε πολύ ακριβά τους κομματικούς σωλήνες και τα προϊόντα τους.
Η διάταξη που φέρνει η Κυβέρνηση προστατεύει πολλά. Καταρχάς, την γνώση γιατί είναι καθεστώς, πλέον, διάφορες μικροομάδες να διαλύουν, όποτε θέλουν, μαθήματα. Την έρευνα. Ποιος εγγυάται σήμερα ότι σε μία Σχολή μπορεί να οργανωθεί ένα ανοιχτό επιστημονικό συνέδριο με διαφορετικές απόψεις, εάν τυχαίνει η θεματολογία να διαφωνεί με τις απόψεις των γνωστών μπαχαλάκηδων; Τον πολιτισμό, γιατί πολλά ιδρύματά μας αποτελούν ιστορικά μνημεία ολόκληρης της χώρας και πρέπει να προστατεύονται. Αλλά και τα χρήματα των φορολογουμένων γιατί όλοι αυτοί οι βανδαλισμοί κοστίζουν, όχι σε αυτούς που τους προκαλούν αλλά σε όλους μας. Η ρύθμιση, τέλος, θωρακίζει και τον ίδιο τον πολιτικό διάλογο στα Πανεπιστήμια γιατί μέχρι τώρα κάποιοι περιθωριακοί αποφάσιζαν «με το έτσι θέλω» να διαλύουν μία φοιτητική συνέλευση ή ακόμη και τις ίδιες τις φοιτητικές εκλογές. Κοντολογίς, οι πράξεις τους είναι αντιδημοκρατικές και αυταρχικές.
Όταν μιλάμε, λοιπόν, για κατάργηση του «ασύλου ανομίας», μιλάμε πολύ απλά για την απαγόρευση της παραβατικής συμπεριφοράς μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους γιατί είναι και αυτοί δημόσιος χώρος, όπως ακριβώς οι δρόμοι και οι πλατείες μας όπου σε περίπτωση κινδύνου όλοι ζητούμε την βοήθεια της αστυνομίας. Τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από αυτό. Μιλάμε, όμως, και για την απαγόρευση της δυνατότητας να καταφεύγουν εκεί όσοι παρανομούν. Όποιος θέλει τέτοια ασυλία, υποστηρίζει την ατιμωρησία, βοηθά την μετατροπή των Πανεπιστημίων σε ορμητήρια βίας. Και όσοι κινδυνολογούν ότι τάχα η αστυνομία θα μπαίνει κάθε τόσο στα Πανεπιστήμια, ας αναλογιστούν ότι έχουν ήδη κάνει, έχουν ήδη ανεχτεί μία σοβαρή δημοκρατική υποχώρηση. Τα έχουν αποδεχθεί ως δεδομένα «φρούρια» που έχουν κατακτηθεί και αυτό συνιστά μία σοβαρή δημοκρατική υποχώρηση. Τα έχουν αποδεχθεί ως δεδομένα «φρούρια» που έχουν κατακτηθεί και ανήκουν σε «κάποιους» άλλους πέραν των φοιτητών και των καθηγητών τους.
Το πρόβλημα είναι όσο ποτέ επίκαιρο γιατί η ζωή απέδειξε ότι η δημόσια ανοχή το κλιμακώνει και, κυρίως, μεταλλάσσει επικίνδυνα την υφή του ίδιου του προβλήματος. Θυμίζω ότι από τις ολιγόωρες, συμβολικές καταλήψεις φοιτητικών παρατάξεων, πήγαμε στην μόνιμη εγκατάσταση εξωπανεπιστημιακών στις Σχολές και φτάσαμε στη μόνιμη παρουσία παραεμπόρων και διακινητών ουσιών στα ιδρύματα. Από τις λεκτικές αντιπαραθέσεις, περάσαμε στα ρόπαλα και τις μολότοφ. Η φωνή έγινε γροθιά και η γροθιά φονική βόμβα. Για να καταλήξουμε, εν τέλει, στις ένοπλες παρελάσεις κάποιων που αυτοαποκαλούνται «αναρχικοί». Συνεπώς, όσο δεν αντιμετωπίζεται, η πληγή διευρύνεται και κακοφορμίζει, αλλά και δημιουργεί μεταστάσεις…
Είναι λάθος, επίσης, η οργανωμένη Πολιτεία σταδιακά να συμβιβάζεται με το κακό: Θυμίζω ότι και επί δικών σας ημερών, ουσιαστικά η περιοχή γύρω από το Πολυτεχνείο παραδόθηκε. Μετεφέρθηκαν από εκεί δημόσιες υπηρεσίες μέχρι και στάση των λεωφορείων. Αντί να εμποδίζουμε αυτούς που έκαιγαν τα οχήματα …άλλαξαν τα δρομολόγιά τους. Ώστε να ακολουθήσει, μετά, η αναγκαστική υποχώρηση των κατοίκων, των μικροεμπόρων. Που είτε μετακόμισαν, είτε άρχισαν να κλείνονται από νωρίς στο σπίτι τους, είτε εγκατέλειψαν τα μαγαζιά τους. Με αποτέλεσμα να παραλύσει η ζωή σε μια ολόκληρη συνοικία. Αλλά και στην υπόλοιπη κοινωνία «να αρχίσουμε να συνηθίζουμε την μορφή του τέρατος», όπως έλεγε και ο Μάνος Χατζιδάκις.
Αυτήν την οπισθοδρομική τάση ετών θα ανακόψει η Κυβέρνηση μας, όχι μόνο αποκαθιστώντας, επιτέλους, την ηρεμία μέσα και γύρω από τα Πανεπιστήμια. Αλλά προβάλλοντας και ένα διαφορετικό μοντέλο καθημερινής ευημερίας. Το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο, η διασύνδεσή του με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, είναι για παράδειγμα, ένα τέτοιο εμβληματικό έργο. Και ο πολιτισμός θα γεφυρωθεί, έτσι, με τη γνώση και ο τουρισμός με την εμπορική ανάπτυξη. Και μία ολόκληρη συνοικία θα βγει από τη σκιά βίας και της υποβάθμισης και θα έρθει στο φως της ευημερίας και της προόδου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Προφανώς οι διαφορές μας με τον ΣΥΡΙΖΑ στο θέμα δεν είναι ανεξάρτητες από την τελείως διαφορετική άποψη που έχουμε στα θέματα συνολικά της ανώτατης εκπαίδευσης. Κάποιοι εξακολουθούν να επιμένουν στην ετήσια παραγωγή χιλιάδων ανέργων πτυχιούχων, ενώ εμείς είμαστε υπέρ της σύνδεσης της Παιδείας με την αγορά εργασίας. Κάποιοι εξακολουθούν να υποστηρίζουν τον στενό έλεγχο των πανεπιστημίων από το Υπουργείο, ενώ εμείς τους δίνουμε πλήρη αυτονομία. Κάποιοι έσπειραν απρογραμμάτιστα Σχολές σε όλη την Ελλάδα, ενώ εμείς θέλουμε τα ίδια τα Πανεπιστήμια τελικά να κρίνουν τον αριθμό εισακτέων τους. Κάποιοι τάσσονται υπέρ της δήθεν ελεύθερης πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, ενώ εμείς καθιερώνουμε ένα όριο, στο οποίο θα έχουν λόγο και τα ίδια τα Πανεπιστήμια, για το ποιος θα μπορεί να εισαχθεί σε ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα. Και προωθούμε την αξιολόγηση, ώστε οι σπουδές να βελτιώνονται και οι απόφοιτοί μας να προκόβουν όλο και περισσότερο. Με λίγα λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ εκπροσωπεί σήμερα, την οπισθοδρόμηση, ενώ εμείς διεκδικούμε με πείσμα την πραγματική πρόοδο.
Αλλά η πρόοδος προϋποθέτει ηρεμία, ασφάλεια και δημοκρατικούς κανόνες. Η θέση μας είναι ένα ισχυρό μήνυμα πολιτικής βούλησης ότι στην Ελλάδα υπάρχει Δημοκρατία που δεν επιτρέπει στους λίγους να καθορίζουν την καθημερινότητα των πολλών. Ότι εκτός από τις ανώνυμες συλλογικότητες υπάρχει και ο επώνυμος φοιτητής, η ξεχωριστή προσωπικότητα κάθε πολίτη αυτής της χώρας. Και ότι λειτουργεί επιτέλους το οργανωμένο Κράτος, το οποίο δεν θα αφήσει την κοινωνία μας να μεταβληθεί σε ζούγκλα όπου θα διοικούν όσοι ασκούν βία. Η πρότασή μας, λοιπόν, είναι ένα κάλεσμα προς όλους. Ένα κάλεσμα νομιμότητας, ενότητας και υπέρβασης. Κάλεσμα με πρόσημο μόνο εθνικό. Κάλεσμα στο οποίο πρέπει να ανταποκριθούν όλοι, κυρίως αυτοί τους οποίους και αφορά πρωτίστως: Φοιτητές, καθηγητές και εργαζόμενοι. Και είναι πολύ ενθαρρυντικό ότι πρώτοι οι άνθρωποι που διδάσκουν στα δημόσια Πανεπιστήμια, οι ίδιοι οι καθηγητές, έσπευσαν να συμφωνήσουν με την πρωτοβουλία. Αυτή η προσπάθεια όμως, μας θέλει όλους ενωμένους. Γιατί το δικαίωμα στην ασφάλεια και στην ελευθερία αποτελεί, πράγματι μία διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις δυνάμεις της Δημοκρατίας και του αυταρχισμού. Γι’ αυτό και, παρά τις επιμέρους ενστάσεις, προσδοκώ ότι τα προοδευτικά κόμματα θα σταθούν, τελικά, με τη σωστή μεριά της ιστορίας ψηφίζοντας την συγκεκριμένη διάταξη. Σας ευχαριστώ.
Δευτερολογία και Τριτολογία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή
Δευτερολογία
Κύριε Τσίπρα, επιτρέψτε μου να ξεκινήσω, επισημαίνοντάς σας ότι την προσωπική ιστορία του κ. Πικραμμένου και το πως βρέθηκε το 1991 να υπηρετεί στο γραφείο του Πρωθυπουργού, τη γνωρίζετε πάρα πολύ καλά. Επιλέξατε, για άλλη μια φορά, να αφήσετε υπονοούμενα κατά συγκεκριμένων ανθρώπων, για να πάρετε φυσικά την απάντηση που σας άξιζε. Είναι ακριβώς η ίδια συμπεριφορά την οποία υιοθετείτε συστηματικά, να σπιλώνετε ανθρώπους και, στη συνέχεια, όταν αυτοί δικαιώνονται, να εξαφανίζεστε και να μη ζητάτε ούτε μία συγγνώμη. Τον κ. Πικραμμένο τον σπιλώσατε επανειλημμένως από αυτό εδώ το βήμα. Τα Μέσα τα οποία υποτίθεται ότι σας πολεμούσαν κατά τη διάρκεια της τετραετίας, “τον κρέμασαν στα μανταλάκια”. Τα θυμάστε τα πρωτοσέλιδα, για την περίπτωση της Novartis; Τα θυμάστε; Τώρα που δικαιώθηκε, έχετε το θάρρος -εσείς προσωπικά- να σηκωθείτε και να πείτε σε αυτόν τον άνθρωπο, συγγνώμη; “Συγγνώμη που σε διέσυρα με αυτόν τον απαράδεκτο τρόπο”, αντί να κάθεστε να χασκογελάτε στα βουλευτικά έδρανα; Και το ίδιο φυσικά ισχύει και για όλους τους υπόλοιπους, του κατά τα άλλα μεγαλύτερου σκανδάλου της Μεταπολίτευσης, όπως μας έλεγε ο Υπουργός αναπληρωτής της Κυβέρνησής σας, εξερχόμενος του Μεγάρου Μαξίμου. Κατά τα άλλα, αγωνιστήκατε εσείς για τη διάκριση και το διαχωρισμό μεταξύ δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας!
Έρχομαι τώρα στο ζήτημα του ασύλου. Μας παροτρύνατε να ασχοληθούμε με πιο σοβαρά ζητήματα. Είναι πολύ σοβαρό ζήτημα όταν καθηγητές χτίζονται μέσα στα γραφεία τους. Είναι πολύ σοβαρό ζήτημα όταν πολλά Πανεπιστήμιά μας έχουν μετατραπεί σε κέντρα διακίνησης ναρκωτικών. Είναι πολύ σοβαρό ζήτημα οι γνωστοί – άγνωστοι μπαχαλάκηδες, γνωστοί καταστροφείς της περιοχής του ιστορικού κέντρου της Αθήνας, κάθε φορά που καταδιώκονται από την αστυνομία να βρίσκουν καταφύγιο εντός του Πολυτεχνείου, προκειμένου να αποφύγουν τη σύλληψη. Και -επειδή μου ασκήσατε κριτική ποια είναι η επαφή μου με το ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο- θα σας πω, καταρχάς, ότι για άλλη μια φορά πιαστήκατε αδιάβαστος. Και έδωσα πανελλήνιες εξετάσεις και πέρασα σε ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο, στο Πολιτικό της Νομικής, κ. Τσίπρα. Παρότι δεν είχα καμία πρόθεση -γιατί είχα ήδη αποφασίσει να σπουδάσω στο εξωτερικό- έδωσα πανελλήνιες εξετάσεις και πέρασα και δεν ενεγράφην ποτέ, αλλά πέρασα στο δημόσιο Πανεπιστήμιο. Αλλά δεν είναι αυτό το αντικείμενο της παρέμβασής μου.
Το πρόβλημα ξέρετε ποιο είναι, κ. Τσίπρα; Ότι ως απλός βουλευτής δεν θα μπορούσα να πάω σε δημόσιο Πανεπιστήμιο και να κάνω μία ομιλία για τον πολιτικό φιλελευθερισμό, διότι θα με προπηλάκιζαν οι γνωστοί – άγνωστοι τους οποίους οι δικές σας πρακτικές μια ζωή προστάτευαν. Και αυτό δεν είναι ελευθερία της έκφρασης, και είναι πολύ σοβαρό θέμα για την ποιότητα της Δημοκρατίας μας.
Άρα, τα ζητήματα αυτά είναι όντως πολύ σοβαρά, αλλά θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι δεν είναι καθόλου ιδεολογικά. Η επαναφορά στην κανονικότητα δεν έχει σήμερα ιδεολογικό πρόσημο και συνιστά κατεξοχήν, κ. Τσίπρα, μια προοδευτική πολιτική. Το να μπορεί ένας φοιτητής με ασφάλεια να φοιτά στο δημόσιο Πανεπιστήμιο δεν είναι ούτε δεξιό, ούτε κεντρώο, ούτε αριστερό. Είναι απλά η επανάσταση του αυτονόητου, την οποία η δική σας παράταξη πολέμησε με λύσσα τόσα χρόνια.
Ο σκοπός εδώ δεν είναι να κάνουμε μια ευρύτερη συζήτηση για το δημόσιο Πανεπιστήμιο. Για άλλη μια φορά με κυνικό τρόπο είπατε ωμά ψέματα για τις θέσεις μας για το ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο. Και, γνωρίζετε πολύ καλά ότι και στις προγραμματικές δηλώσεις τις δικές μου αλλά και της Υπουργού Παιδείας βάλαμε ως πρώτη προτεραιότητα την αναβάθμιση του δημόσιου Πανεπιστημίου ως μοχλού κοινωνικής κινητικότητας, ως του βασικού εργαλείου που έχουν όλα τα ελληνόπαιδα για να αποκτήσουν γνώσεις και δεξιότητες για να μπορέσουν στη συνέχεια να συνεχίσουν τη ζωή τους και να βρουν μια καλή δουλειά, εξοπλισμένοι όμως με τα κατάλληλα εφόδια. Και, γι’ αυτό το πρόγραμμά μας, για το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, θα κριθούμε.
Και βέβαια κανείς δεν αμφισβητεί ότι σήμερα υπάρχουν στα δημόσια Πανεπιστήμια πολλές νησίδες αριστείας, εξαιρετικοί καθηγητές, εξαιρετικοί ερευνητές, πάρα πολλοί πρόθυμοι φοιτητές, οι οποίοι αγωνίζονται συχνά σε δύσκολες συνθήκες να μπορέσουν να διακριθούν ο καθένας στο έργο του. Και αυτό το οποίο σήμερα αποτελεί εξαίρεση εμείς θέλουμε να το κάνουμε κανόνα.
Διέκρινα όμως μία προφανέστατη αντίφαση σ’ αυτά τα οποία μας είπατε. Μας είπατε πόσο καλά είναι τα ελληνικά δημόσια Πανεπιστήμια. Το πόσο καλά είναι ή δεν είναι, το κρίνουν οι διεθνείς κατατάξεις των Πανεπιστημίων. Έχουμε κάποιες διακρίσεις, αλλά σίγουρα δεν μπορούμε να είμαστε συνολικά ικανοποιημένοι από την κατάταξη των ελληνικών δημόσιων Πανεπιστημίων σε σχέση με ανταγωνιστικά πανεπιστήμια άλλων χωρών. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Εάν σας αρέσει να είμαστε τριακοσιοστοί ή τετρακοσιοστοί, που είμαστε περίπου -αυτή είναι η κατάταξή μας, με ορισμένες, με λίγες, ελάχιστες εξαιρέσεις- αυτό μπορεί να ικανοποιεί τη δική σας προσέγγιση, δεν ικανοποιεί τη δική μου.
Από εκεί και πέρα όμως, το πώς θα αναβαθμιστεί το δημόσιο πανεπιστήμιο είναι μια τελείως ξεχωριστή συζήτηση. Αλλά δεν μπορεί απ’ τη μία να μας λέτε πόσο καλό και αναβαθμισμένο είναι το δημόσιο Πανεπιστήμιο και από την άλλη να εγκαλείτε τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ για το τι έκαναν όλα τα χρόνια που κυβερνούσαν. Φαντάζομαι ότι εάν αναβαθμίστηκε το δημόσιο Πανεπιστήμιο, δεν αναβαθμίστηκε με τον Υπουργό ο οποίος μας έλεγε ότι η αριστεία είναι ρετσινιά. Δεν αναβαθμίστηκε τα τέσσερα δικά σας χρόνια. Κάτι καλό θα έκαναν και οι προηγούμενοι.
Αναφερθήκατε στο Νόμο 4009, τον Νόμο Διαμαντοπούλου, όπως έχει μείνει γνωστός. Ένας νόμος ο οποίος τότε αποτέλεσε ένα σημείο αναφοράς διακομματικής συναίνεσης. Ένας νόμος που η Νέα Δημοκρατία τότε ως αντιπολίτευση τόλμησε και έκανε τη μεγάλη υπέρβαση και παρότι διαφωνούσαμε σε επιμέρους σημεία, υπερψηφίσαμε αυτό το νομοσχέδιο το οποίο αποτελούσε μια σημαντική μεταρρυθμιστική τομή στο δημόσιο πανεπιστήμιο -παρά τις ατέλειές του, το τονίζω.
Ο νόμος αυτός πολεμήθηκε. Πολεμήθηκε από πολλούς. Πολεμήθηκε από αντιδραστικές δυνάμεις, από δυνάμεις που δεν συμφωνούσαν με τον νόμο. Ενδεχομένως κάποιες και εντός του δικού μας κόμματος. Σίγουρα πολεμήθηκε οργανωμένα όμως από εσάς, από τον χώρο τον οποίο εσείς εκπροσωπείτε, από τον χώρο της οπισθοδρομικής συντήρησης. Διακεκριμένους καθηγητές, οι οποίοι ήρθαν από το εξωτερικό να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στα συμβούλια διοίκησης χωρίς να αμείβονται, τους λοιδορήσατε και τους διώξατε τελικά από την Ελλάδα. Τόσο προοδευτικοί είστε. Τόση πρόοδο πια. Είχαμε την πολυτέλεια έναν Αλέξανδρο Νεχαμά από την Αμερική να τον φέρουμε πίσω στο Συμβούλιο του Ιδρύματος, αναφέρω ένα παράδειγμα μόνο. Δεκάδες είναι τα παραδείγματα επιφανών καθηγητών πολλοί από τους οποίους τελικά αναγκάστηκαν να φύγουν διότι δεν άντεξαν αυτόν τον ανηλεή πόλεμο τον οποίο κυρίως η δική σας παράταξη είχε κηρύξει στον συγκεκριμένο νόμο.
Επί της ουσίας δεν άκουσα τίποτα, κ. Τσίπρα. Εάν αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει ουσιαστικό πρόβλημα παραβατικότητας εντός του δημόσιου πανεπιστημίου, εξηγήστε μου εσείς γιατί εντός του δημόσιου Πανεπιστημίου δεν πρέπει ή δεν μπορεί να παρεμβαίνει η αστυνομία. Τι είναι αυτό δηλαδή το οποίο κάνει το δημόσιο Πανεπιστήμιο τόσο διαφορετικό που να χρήζει μιας ιδιαίτερης ρύθμισης την εποχή που κανείς, μα κανείς, σ’ αυτή τη χώρα δεν αμφισβητεί την ελεύθερη έκφραση; Γιατί δημιουργήθηκε ο θεσμός του ασύλου; Για να προστατευτεί η ελεύθερη έκφραση εντός του πανεπιστημίου. Σήμερα η ελεύθερη έκφραση δεν προστατεύεται διότι οι ομάδες των μπαχαλάκηδων τους οποίους εσείς υπερασπίζεστε πάνε και πλακώνουν στο ξύλο όποιον διαφωνεί με αυτά τα οποία πιστεύουν οι ίδιοι.
Κανείς δεν θέλει αστυνομοκρατούμενα Πανεπιστήμια. Από την άλλη, δεν πρόκειται -και δεν μπορώ- να δεχτώ ως Πρωθυπουργός αυτής της χώρας και ως αρχηγός μιας παράταξης η οποία όντως πολιτεύτηκε έχοντας ως κεντρικό πρόταγμά της την κατάργηση αυτού του ασύλου, αυτής της διαστρεβλωμένης έννοιας του ασύλου, να κάνουμε οποιαδήποτε οπισθοχώρηση στο ζήτημα αυτό.
Μας κατηγορήσατε ότι νομοθετούμε με σπουδή. Συνηθίστε, κύριε Τσίπρα, σε γρήγορους ρυθμούς νομοθέτησης. Οι εποχές της ραστώνης και της χαλαρότητας ανήκουν πια οριστικά στο παρελθόν. Εδώ θα είστε. Θα σας κουράζουμε λίγο παραπάνω. Ίσως στην αντιπολίτευση θα θέλατε να ξεκουραστείτε λίγο. Θα σας κουράζουμε λίγο παραπάνω. Να είστε εδώ στη Βουλή να μας ελέγχετε από τη θέση στην οποία σας έχει κατατάξει ο ελληνικός λαός και, βέβαια, με τον ρόλο που σας αναθέτει το Σύνταγμα της χώρας.
Έρχομαι τώρα στο τελευταίο ζήτημα το οποίο θίξατε σχετικά με την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Θα έχω επικοινωνία με την κυρία Βεστάγκερ και θα της εξηγήσω αναλυτικά τον τρόπο με τον οποίο οι επιλογές σας παραβίασαν βάναυσα την ευρωπαϊκή σας υποχρέωση για αποκομματικοποιημένη Επιτροπή Ανταγωνισμού. Θα της μιλήσω -όπως έχω ήδη κάνει εγγράφως- για το ποιόν της κυρίας Θάνου, η οποία έσπευσε να διοριστεί Σύμβουλος του Πρωθυπουργού και να πάρει πίσω όλα αυτά τα ωραία τα οποία μας έλεγε ότι οι δικαστές δεν πρέπει να υπηρετούν σε Ανεξάρτητες Αρχές παίρνοντας παχυλούς μισθούς, διότι μ’ αυτό τον τρόπο μπορεί να υπάρχει η υπόνοια συναλλαγής. Θα της μιλήσω βέβαια και για τα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Και βέβαια να υποθέσω ότι είναι μια τελείως ανεξάρτητη και τεχνοκρατική επιλογή να διορίζει κανείς Αντιπρόεδρο στην Επιτροπή Ανταγωνισμού Διευθύντρια κορυφαίου Υπουργού σας. Είναι μια ακομμάτιστη αυτή η επιλογή η οποία δεν έχει τίποτα να κάνει με κομματικά χαρτιά. Ας είμαστε λίγο σοβαροί, κ. Τσίπρα. Η διάταξη αυτή θα περάσει όσο και εάν φωνάζετε και η κυρία Θάνου, ό,τι και να λέει, δεν θα συνεχίσει να είναι Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Λυπάμαι που στεναχώρησα την καλή σας φίλη, αλλά αυτό επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Και βέβαια επειδή όλοι κρινόμαστε από τις επιλογές μας, όταν θα κάνουμε την πρότασή μας για τον νέο επικεφαλής της Επιτροπής Ανταγωνισμού όταν δείτε την επιλογή μας, τότε θα αντιληφθείτε τι σημαίνει πραγματικά ακομμάτιστη επιλογή σε μία τόσο κρίσιμη Ανεξάρτητη Αρχή. Λίγο υπομονή.
Και το τελευταίο θέμα. Για άλλη μια φορά, κ. Τσίπρα, για έναν άνθρωπο που δεν γνωρίζετε επιμένετε να τον παρουσιάζετε με χαρακτηρισμούς παντελώς απαξιωτικούς. Εμείς την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών -κατά τη διάρκεια της θητείας σας- την αφήσαμε τελείως έξω από οποιαδήποτε δημόσια κριτική γιατί έτσι γίνεται σε όλες τις σοβαρές χώρες του κόσμου. Εσείς δεν το κάνατε. Εγώ δεν θα μπω τώρα στη λογική του ποιος έχει ή ποιος δεν έχει το καλύτερο βιογραφικό. Δεν μπαίνουμε σ’ αυτή την κουβέντα. Δεν είναι αυτό το αντικείμενό μας. Έτσι δεν είναι; Μην συγκρίνουμε βιογραφικά. Αλλά θα κλείσω με μία ερώτηση προς τα εσάς, κ, Τσίπρα. Ο κ. Ρουμπάτης ο οποίος είχε αυτά τα όντως εξαιρετικά πτυχία, είχε πετύχει την αναγνώριση της ισοτιμίας του από το ΔΟΑΤΑΠ όταν του αναθέσατε τα καθήκοντά του;
Τριτολογία
Πάλι δεν καταλάβατε, κ. Τσίπρα, αυτό το οποίο σας είπε ο κ. Πικραμένος. Ο κ. Πικραμένος εστάλη στο Πρωθυπουργικό Γραφείο με απόφαση της Δικαιοσύνης. Η κυρία Θάνου επιλέχθηκε προσωπικά από εσάς μία ημέρα αφότου είχε βγει στη σύνταξη. Υπάρχει νομίζω μια διαφορά. Και εξάλλου νομίζω ότι και οι σχέσεις σας με την κυρία Θάνου και ο τρόπος με τον οποίο είχε γίνει η επιλογή της για την Προεδρία του Αρείου Πάγου, ίσως γεννά ορισμένα ερωτηματικά. Ίσως. Θα σας φρεσκάρω λίγο τη μνήμη σας. Την επιλέξατε τρεις τα χαράματα μια εβδομάδα πριν από το δημοψήφισμα, παρακάμπτοντας πλήρως την επετηρίδα. Θα μπορούσα, λοιπόν, και εγώ να ισχυριστώ ότι είναι μία βαθιά σχέση προσωπική η οποία πηγαίνει πίσω αρκετά χρόνια, η συγκεκριμένη αυτή επιλογή σας.
Τώρα, κάθεστε δίπλα στον κ. Πολάκη και αναφέρεστε στο νόμο περί ευθύνης υπουργών. Πόσο θράσος πρέπει να έχετε, κ. Τσίπρα; Τον άθλιο αυτό νόμο, τον οποίο επικαλεστήκατε τόσες φορές, για τον οποίο έχουμε κάνει τόσες συζητήσεις ότι πρέπει να αλλάξει και έρχεται ο κ. Πολάκης να επικαλεστεί αυτόν τον επαίσχυντο νόμο για να γλιτώσει την απόφαση της Βουλής να αρθεί η ασυλία του. Πόση υποκρισία πια; Και για τους δυο σας αυτό.
Τώρα, για το ζήτημα της σκευωρίας. Όχι, δεν κατηγορήσαμε ποτέ δικαστές για σκευωρία. Εσάς κατηγορήσαμε. Τα μπλέξατε. Λοιπόν, η σκευωρία δεν ήταν δικαστική σκευωρία, πολιτική σκευωρία ήταν. Για να μην βάλετε στο στόμα μας λόγια τα οποία δεν έχουμε πει.
Και, εν πάση περιπτώσει, θα ζητήσω από τον νέο Διοικητή της ΕΥΠ να έρθει να σας ενημερώσει αμέσως για να γνωριστείτε καλά προσωπικά, για να γνωρίζετε το πρόσωπο το οποίο με τόσο μεγάλη άνεση κατηγορείτε.