Γράφει ο Τάσος Παππάς
Πηγή: efsyn.gr
«Η χώρα μου αποδείχτηκε ακυβέρνητη. Αυτό είναι το κάπως απελπισμένο και θλιβερό συμπέρασμα το οποίο συνάγω. Υπάρχει ένα επαναστατικό φαντασιακό που εξακολουθεί να είναι πολύ ισχυρό. Πρόκειται για μια σταθερή κατάσταση στη γαλλική πολιτική ζωή. Αμα δεν τα σπάσεις, δεν σε παίρνουν στα σοβαρά». Από τη συνέντευξη του Μαρσέλ Γκοσέ στην «El Pais». Ο Γάλλος φιλόσοφος αναφέρεται στις διαδηλώσεις των «κίτρινων γιλέκων» στην πατρίδα του, επισημαίνοντας ότι το κίνημα κατάφερε να ακουστεί και να κερδίσει κάποια πράγματα, κυρίως εξαιτίας της μετωπικής σύγκρουσης με τους μηχανισμούς καταστολής.
Ποια ήταν τα χαρακτηριστικά αυτού του κινήματος; Στην πρώτη φάση ήταν αυθόρμητο, με την έννοια ότι δεν καθοδηγούνταν από κόμμα ή συνδικάτο και είχε ένα βασικό αίτημα: να πάρει πίσω ο Μακρόν το μέτρο για την αύξηση της τιμής των καυσίμων. Τα αριστερά κόμματα (δεν βρίσκονται και στην καλύτερη φάση τους) και τα συνδικάτα αιφνιδιάστηκαν από τη μαζικότητα του φαινομένου, στην αρχή αντέδρασαν αμήχανα και στη συνέχεια προσπάθησαν να αξιοποιήσουν προς όφελός τους τη δημοφιλία του στην κοινωνία.
Συμφώνησαν με τον στόχο που έβαλε, επιχείρησαν να διευρύνουν το διεκδικητικό πλαίσιο θέτοντας κι άλλα αιτήματα, αλλά εξέφρασαν την αντίθεσή τους με τις πρακτικές τμημάτων του κινήματος (ζημιές, βανδαλισμοί). Ωστόσο, αυτό που εξέπληξε (δυσάρεστα) τον πρόεδρο Μακρόν και τον ανάγκασε να υποχωρήσει -αν και δήλωνε ανυποχώρητος- ήταν το γεγονός ότι οι βιαιότητες δεν έστρεψαν τη γαλλική κοινωνία εναντίον του κινήματος.
Οντως στη Γαλλία είναι ισχυρό το επαναστατικό φαντασιακό και ο Γκοσέ έχει δίκιο όταν λέει «άμα δεν τα σπάσεις, δεν σε παίρνουν στα σοβαρά». Νομίζω πως και σε άλλες χώρες, όπου το επαναστατικό φαντασιακό δεν είναι τόσο ισχυρό όσο στη Γαλλία, ισχύει κάτι ανάλογο. Αν δεν υπερβείς τα εσκαμμένα δεν πρόκειται να σε προσέξουν. Οι εξουσίες δεν έχουν λόγο να φοβούνται όταν βρίσκονται απέναντι σε «καθώς πρέπει» διαμαρτυρίες. Εχουν τον τρόπο να τις ενσωματώνουν και να ακυρώνουν τη δυναμική τους πριν γίνει επικίνδυνη για τα συμφέροντα που εξυπηρετούν. Εκτός από τις περιπτώσεις που παραβιάζονται τα όρια. Και τα «κίτρινα γιλέκα» τα παραβίασαν.
Εχει ενδιαφέρον όμως ότι, παρά τα πολύ σκληρά επεισόδια, η υποστήριξη του κινήματος από την κοινή γνώμη παρέμεινε υψηλή, πάνω από 70%. Σύμφωνα με τον καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Τουλούζης Νίκο Σμυρναίο «ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού, αν και καταδικάζει τη βία, καταλαβαίνει τους λόγους και κυρίως καταλαβαίνει ότι η χρήση της βίας είναι το στοιχείο που μπορεί να υποχρεώσει το καθεστώς να κάνει πίσω – όπως κατά κάποιον τρόπο έγινε. Γιατί πλέον οι κλασικές πορείες, τα “πάνω-κάτω” με τα συνδικάτα και τα πολιτικά κόμματα δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα» («Εφημερίδα των Συντακτών» 16-12-2018).
Πράγματι, το ζήσαμε και το ζούμε στην Ελλάδα. Τα χρόνια των μνημονίων είχαμε μεγάλη ποικιλία διαμαρτυριών: Πολλές κλασικές πορείες (μαζευόμασταν, φωνάζαμε, καταγγέλλαμε το σύστημα και αποχωρούσαμε ησύχως δίνοντας ραντεβού για την επόμενη συνάθροιση και κυκλική πορεία). Δεκάδες συγκεντρώσεις έξω από το Κοινοβούλιο (κάθε παράταξη ξεχωριστά μην τυχόν και διαδοθεί το μικρόβιο του ρεφορμισμού ή του εξτρεμισμού). Εκατοντάδες συμβολικές καταλήψεις δημόσιων χώρων και υπουργείων. Χιλιάδες ψηφίσματα διαμαρτυρίας. Και σίγουρα έχουμε το παγκόσμιο ρεκόρ στις γενικές απεργίες.
Τόσες γενικές απεργίες μέσα σε λίγα χρόνια δεν έχουν γίνει πουθενά στον κόσμο ούτε και σε περιόδους εξεγέρσεων. Το αποτέλεσμα; Τα μνημόνια ψηφίστηκαν και εφαρμόστηκαν, η λιτότητα επιβλήθηκε, βουτηχτήκαμε στις ενοχές γιατί μας έλεγαν ότι «φταίγαμε και εμείς γι’ αυτά που τραβούσαμε», παραδοθήκαμε στις κρίσεις αυτολύπησης, το ΑΕΠ έπεσε κατά 25%, οι μισθοί και οι συντάξεις μειώθηκαν δραματικά, η ανεργία εκτοξεύτηκε, τα λουκέτα έγιναν το σήμα κατατεθέν, ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας φτωχοποιήθηκε.
Στις σύγχρονες κοινωνίες υπάρχουν αρκετοί τρόποι για να «ακουστείς». Είτε καταστρέφοντας ό,τι σε ενοχλεί χωρίς να προτείνεις κάτι άλλο για να αντικαταστήσει αυτό που μισείς. Είτε επιλέγοντας τη βία εναντίον του άδικου συστήματος πιστεύοντας ότι αν κόψεις δρόμο μπορείς να φτάσεις πιο γρήγορα στον στόχο σου (μια διαφορετική κοινωνία).
Είτε εφαρμόζοντας στην πράξη τη θεωρία της συλλογικής ευθύνης χρησιμοποιώντας τυφλή βία κατά των απίστων και των διαφορετικών. Επιστρατεύοντας τέτοιες μεθόδους πράγματι «ακούγεσαι». Σε «παίζουν» τα μέσα ενημέρωσης, αλλά σε αποδοκιμάζει η κοινωνία και, αργά ή γρήγορα, σε εξουδετερώνει το κράτος.
Το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων» δεν ανήκει σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες. «Ακούστηκε» και θορύβησε την εξουσία επειδή είχε ένα δίκαιο αίτημα με το οποίο συμφωνούσε η πλειονότητα των πολιτών. Παρά το γεγονός ότι υπήρξαν ακρότητες κέρδισε τη συμπάθεια της κοινής γνώμης και ανάγκασε την εξουσία να αναδιπλωθεί τσαλακωμένη. Ισως ήρθε η ώρα κόμματα και συνδικάτα που αντιτίθενται στις πολιτικές λιτότητας και μάχονται κατά των ανισοτήτων να εγκαταλείψουν την πεπατημένη και να επινοήσουν νέες μορφές δράσης αφού οι κλασικές δεν τρομάζουν πια τον αντίπαλο.