Γράφει ο Τάσος Παππάς
Τον θυμάστε εκείνον τον τύπο που ήθελε να γίνει Γιούνκερ στη θέση του Γιούνκερ, που είχε έρθει στην Ελλάδα να υποστηρίξει την καμπάνια της ελληνικής Δεξιάς, που όταν ήταν στα πράγματα ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ξεσαλώσει, που κατηγορούσε την τότε κυβέρνηση για διολίσθηση στον αριστερισμό, τους Ελληνες για ροπή προς την τρυφηλότητα και ζητούσε την παραδειγματική τιμωρία μας; Ξεχνιούνται τέτοιες προσωπικότητες; Ξαναχτύπησε. Οχι εναντίον της σημερινής ελληνικής κυβέρνησης. Δεν έχει κανέναν λόγο να τα βάλει μαζί της, αφού αυτοί που κυβερνούν είναι φίλοι του και ορκισμένοι εχθροί της Αριστεράς. Πρόκειται για τον Μάνφρεντ Βέμπερ, τον επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
Ο κ. Βέμπερ πρότεινε να απαγορεύσει η Ευρωπαϊκή Ενωση την εξαγορά ευρωπαϊκών επιχειρήσεων από κινεζικά κεφάλαια. Λέτε να το έκανε γιατί στην Κίνα κουμάντο κάνουν οι (κατά δήλωσή τους) κομμουνιστές και ο κ. Βέμπερ βγάζει σπυράκια και μόνον στην ιδέα ότι οι δημοκρατικές κυβερνήσεις θα συνεργαστούν με κομμουνιστές; Οχι βεβαίως. Αντικομμουνιστής με περικεφαλαία είναι, ωστόσο είναι και Γερμανός πολιτικός. Τα λεφτά των Κινέζων είναι καλοδεχούμενα, δεν έχουν ιδεολογικό χρώμα, η αγορά της Κίνας είναι τεράστια και απορροφά γερμανικές εξαγωγές σε μεγάλες ποσότητες. Για την ακρίβεια, τα κινέζικα λεφτά ήταν καλοδεχούμενα μέχρι τώρα. Επειδή λόγω της πανδημίας κινδυνεύουν μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις να πέσουν στα χέρια των Κινέζων, ο Μ. Βέμπερ θέλει να το εμποδίσει. Το ίδιο επιθυμεί διακαώς και η γερμανική κυβέρνηση.
Ο συνάδελφος Γ. Καπόπουλος στο χθεσινό άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» υποστηρίζει ότι «πίσω από το ευρωπαϊκό περιτύλιγμα των δηλώσεων Βέμπερ προβάλλει η επιθετική περιχαράκωση που θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στο σύνθημα “Πρώτα η Γερμανία”». Την εκτίμηση αυτή ενισχύει η συμπεριφορά της γερμανικής κυβέρνησης στο θέμα των κρατικών ενισχύσεων λόγω της πανδημίας. Οι ενισχύσεις που έχει χορηγήσει μέχρι σήμερα η Γερμανία στις επιχειρήσεις της αντιπροσωπεύουν το 50% του συνόλου των κρατικών ενισχύσεων για τις οποίες υπέβαλαν αίτημα τα 27 κράτη-μέλη συν το Ηνωμένο Βασίλειο στις Βρυξέλλες και πήραν το πράσινο φως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία, η Επιτροπή έχει πάρει από την ημέρα που τέθηκε σε ισχύ το ευέλικτο πλαίσιο 124 αποφάσεις για χορήγηση κρατικών ενισχύσεων, συνολικού ύψους 1,95 τρισ. ευρώ.
Το 50% του ποσού αφορά κρατικές ενισχύσεις που χορήγησε η Γερμανία. Η Δανέζα επίτροπος Μαργκρέτ Βεστάγκερ αναγνώρισε ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ κρατών-μελών ως προς τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων, η οποία οφείλεται στη δημοσιονομική δυνατότητα κάθε χώρας. Είναι σφόδρα πιθανόν, για να μην πω βέβαιο, ότι θα δημιουργηθούν στρεβλώσεις στην εσωτερική αγορά της Ε.Ε. Το λένε και το φοβούνται πολλά κράτη-μέλη της. Βεβαίως δεν μιλάμε σήμερα για παραβίαση των ιερών συμφωνιών που διέπουν τη λειτουργία της Ε.Ε. Αυτές τις επικαλούνται οι γερμανικές ελίτ μόνον όταν θέλουν να στριμώξουν τους ανταγωνιστές τους ή να συνετίσουν τους απείθαρχους και τεμπέληδες Νότιους. Ενισχύοντας η γερμανική κυβέρνηση με θηριώδη ποσά (από δικές της πηγές και από ευρωπαϊκές) τις εγχώριες επιχειρήσεις, τις εξοπλίζει με πολλά πλεονεκτήματα έναντι των άλλων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στη μάχη που θα ξεκινήσει (αν δεν έχει ξεκινήσει) για τον έλεγχο των αγορών στην Ε.Ε. Τα περί αλληλεγγύης και κοινού βηματισμού που διακινεί το Βερολίνο είναι λόγια του αέρα. Αφού η μη ομολογημένη επιδίωξή του για τη δημιουργία «γερμανικής Ευρώπης» συναντά αντιστάσεις, ήρθε η ώρα για την προώθηση του plan b, κεντρικός πυρήνας του οποίου είναι το «Πρώτα η Γερμανία».
Οποιος δεν πιστεύει ότι αυτό είναι το νέο αφήγημα της Γερμανίας ή κάποιων τμημάτων της εξουσιαστικής πυραμίδας της, ας ρίξει μια ματιά στην πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της Καρλσρούης.