Γράφει ο Τάσος Παππάς
Η χώρα πρέπει να κυβερνηθεί. Καμία αντίρρηση. Γι’ αυτό γίνονται εκλογές και ψηφίζουμε – και τα κόμματα που δηλώνουν έτοιμα να αναλάβουν τη διοίκηση και τα κόμματα που απλώς θέλουν να υπάρχουν και να καταγγέλλουν, αλλά δεν επιθυμούν να λερώσουν τα χέρια τους με τα βρόμικα νερά της διαχείρισης του συστήματος. Πώς όμως πρέπει να κυβερνηθεί η χώρα; Σύμφωνα με τη Νέα Δημοκρατία, η πατρίδα χρειάζεται μια ισχυρή και αυτοδύναμη κυβέρνηση (δική της φυσικά) γιατί οι περιστάσεις είναι κρίσιμες, οι εχθροί πάσης φύσεως καραδοκούν και δεν υπάρχουν περιθώρια για καθυστερήσεις και περιπέτειες σε αχαρτογράφητα νερά.
Για να είμαστε όμως ήσυχοι, η ηγεσία της Δεξιάς μάς διαβεβαιώνει ότι θα αποκρούσει σθεναρά τον πειρασμό του φαταουλισμού. Ακόμη και με αυτοδυναμία, θα σταθεί στο ύψος της εθνικής ευθύνης της και θα απευθυνθεί σε άλλα κόμματα προκειμένου να προκύψει κυβέρνηση συνεργασίας ευρύτερης αποδοχής. Πολλές κοινοτοπίες και πολλές βολικές ερμηνείες μέσα σε λίγες αράδες:
♦ «Οι στιγμές είναι κρίσιμες και οφείλουν οι ψηφοφόροι να κάνουν σωστές (;) επιλογές για να μην μπλέξουμε σε δύσκολες καταστάσεις». Αν ανατρέξουμε στο παρελθόν δεν θα βρούμε, όσο κι αν ψάξουμε, ούτε μία περίοδο που να μην απειλούνταν η Ελλάδα από κάποιο μεγάλο κίνδυνο. Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζονταν τα κόμματα εξουσίας και ζητούσαν από τους πολίτες να τα εμπιστευθούν.
Αλλοτε ήταν η οικονομία που υποτίθεται πως βρισκόταν πρώτη φορά από την ίδρυση του ελληνικού κράτους στα πρόθυρα μιας επώδυνης κρίσης που θα είχε καταστροφικές συνέπειες, άλλοτε ήταν ο εξωτερικός εχθρός που διεκδικούσε με απύθμενο θράσος και απύλωτη επιθετικότητα ζωτικό χώρο, άλλοτε ήταν και τα δύο ταυτοχρόνως. Εύλογα κάποιος αναρωτιόταν: Μα, αυτή η χώρα μονίμως βρίσκεται σε οριακή φάση, σε σταυροδρόμι, μπροστά σε δραματικά διλήμματα, στο χείλος του γκρεμού;
Είναι να απορεί κανείς πώς έχει επιβιώσει αν κρίνουμε από τις αποφάσεις που πήρε ο ελληνικός λαός, οι οποίες, σύμφωνα με τους ηττημένους στις κάλπες, ήταν μοιραίες. Φαίνεται πως την έσωζε ο Θεός που ως γνωστόν έχει ελληνικές ρίζες. Αρα μπορούμε να υποθέσουμε ότι θα τη σώσει και τώρα αν οι πολίτες δεν ακούσουν τον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας και δεν του δώσουν την ευκαιρία που περιμένει.
♦ «Η χώρα για να κυβερνηθεί αποτελεσματικά πρέπει να έχει ισχυρή και αυτοδύναμη κυβέρνηση». Κλασικό επιχείρημα των κομμάτων εξουσίας. Από το 1974 μέχρι το 2012, με εξαίρεση την κυβέρνηση Τζαννετάκη και την οικουμενική υπό τον Ζολώτα, οι δύο πόλοι του συναινετικού δικομματισμού (Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ) έπαιρναν θηριώδη ποσοστά στις κάλπες (πάνω από 40%), είχαν πανίσχυρες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες (εκτός από την κυβέρνηση Μητσοτάκη που είχε 151 έδρες), σχημάτιζαν αυτοδύναμες κυβερνήσεις και λεηλατούσαν χωρίς ενδοιασμούς τους συγγενείς χώρους.
Η Ελλάδα συγκαταλεγόταν στις χώρες όπου το σύστημα λειτουργούσε κανονικά, υπήρχε πολιτική σταθερότητα, η εναλλαγή των κομμάτων στη διακυβέρνηση γινόταν με ομαλό τρόπο. Είχαμε μ’ άλλα λόγια όλες τις προϋποθέσεις για να πετύχουμε. Κι όμως αυτή η χώρα που διοικούνταν επί πολλά χρόνια από σταθερές κυβερνήσεις κατέρρευσε με πάταγο. Συνεπώς αποδείχτηκε εύτρωτος μύθος ότι οι ισχυρές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες και οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις είναι αυτό που πρέπει να επιδιώκουμε.
♦ Τα κόμματα που ήταν υπεύθυνα για την τραγωδία, χωρίς τύψεις, με κάποια ξέφτια αναιμικής αυτοκριτικής, συνέχισαν να υποδύονται τους σωτήρες. Επέμειναν ότι μόνον αυτά ξέρουν πώς θα βγούμε από την κρίση. Ο πάντα προδομένος, όπως λέει το παυσίλυπο σύνθημα, λαός, τα εμπιστεύθηκε ξανά. Παρά το γεγονός ότι ήταν σε ανειρήνευτο πόλεμο για πολλά χρόνια και κατηγορούσε το ένα το άλλο για όλες τις συμφορές του κόσμου, αποφάσισαν να συνεργαστούν, τάχα μου για να σώσουν την πατρίδα, ενώ στην πραγματικότητα αυτό που τους ενδιέφερε ήταν να σκεπάσουν τις πομπές τους.
Αυτό όμως συμβαίνει όταν αναθέτεις στους δολοφόνους να εξιχνιάσουν το έγκλημα που έχουν διαπράξει. Θα κατασκευάσουν άλλοθι, θα ανακαλύψουν εξιλαστήρια θύματα και θα διακινήσουν τη θεωρία περί συλλογικής ευθύνης. Οταν είμαστε όλοι ύποπτοι, ουδείς είναι ένοχος. Οταν όλοι μαζί τα φάγαμε, δεν έχει νόημα να ψάξεις ποιος έφαγε τον αγλέουρα. Αφού λοιπόν αυτοανακηρύχθηκαν αθώα, επιχειρούν να επιστρέψουν στα πράγματα. Το ένα κόμμα, η Νέα Δημοκρατία, διεκδικεί για άλλη μια φορά την εξουσία, το άλλο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, σκιά του παλιού εαυτού του, κλείνει το μάτι φιλικά στον «προαιώνιο» αντίπαλό του. Ενώνουν τις δυνάμεις τους για να απαλλαγεί η χώρα από τους επικίνδυνους λαϊκιστές και τους αδίστακτους εθνομηδενιστές που μπήκαν σφήνα και ανέτρεψαν τις ισορροπίες. Τους ξεφεύγουν μάλιστα και λογάκια για το τι μας περιμένει.
Τα επιτελεία των δύο κομμάτων, οι δημοσιολόγοι και τα μέσα ενημέρωσης που τα στηρίζουν αφιλοκερδώς, κορυφαίοι οικονομικοί παράγοντες και τραπεζίτες εκφράζουν τον φόβο τους ότι μπορεί να χρειαστούμε νέο, το τέταρτο, μνημόνιο. Γιατί; Μα, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ θα παραδώσει καμένη γη και άδεια ταμεία (εκείνο το μαξιλαράκι των 30 δισ. ευρώ είναι ασήμαντο) και επίσης γιατί υπονόμευσε την οικονομία με τις παροχές που έδωσε (το γεγονός ότι τις ψήφισαν Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ προφανώς είναι μια λεπτομέρεια). Οπότε;