Γράφει ο Γιώργος Χαρβαλιάς
Προς το παρόν, η ταχύτητα εξαντλείται στην κατάληψη του κράτους, που όμως δεν εγγυάται λύσεις στο μέτωπο της οικονομίας • Το μεγάλο crash test με τους δανειστές θα έρθει όταν φτάσει η ώρα να υλοποιήσει την εξαγγελθείσα πολιτική φοροελαφρύνσεων, με τη σημαία των οποίων και εξελέγη
Συμπλήρωσε αισίως έναν μήνα εξουσίας το κυβερνητικό σχήμα του Κυριάκου Μητσοτάκη και οι πρώτες εντυπώσεις είναι μάλλον ανάμεικτες, μη επιτρέποντας την εξαγωγή ασφαλούς συμπεράσματος. Το αναμφίβολα θετικό είναι μια αίσθηση ταχύτητας στην υλοποίηση, που προδίδει επεξεργασμένο σχέδιο. Το ερώτημα, όμως, αφορά τους στόχους που εξυπηρετεί το σχέδιο αυτό. Γιατί προκαλείται η εντύπωση πως αποτελεί βασική προτεραιότητα μια γρήγορη κατάληψη του κράτους την ώρα που όλοι οι αντίπαλοι, σαστισμένοι, προσπαθούν να ανασυνταχθούν.
Θα μου πείτε, κακό είναι να θέλει να ελέγχει η κυβέρνηση την κρατική μηχανή; Οχι, από την ώρα που αυτό δεν γίνεται με πελατειακούς όρους, μικροκομματικές μεθοδεύσεις και άγαρμπες, ρεβανσιστικού τύπου πρακτικές. Και στο κεφάλαιο αυτό η κυβέρνηση Μητσοτάκη, δυστυχώς, δεν μας εκπλήσσει ευχάριστα. Η βιασύνη να ελέγξει το σύστημα την οδηγεί σε λάθη και νομικές ακροβασίες, που παραπέμπουν σε καθεστωτικές αντιλήψεις άλλων περιόδων της Μεταπολίτευσης.
Το πρόβλημα δεν αφορά τόσο το «γαλάζιο» ρεσάλτο στον δημόσιο τομέα, αλλά τον πραγματικό λόγο για τον οποίο αυτό γίνεται. Είναι ένα απαραίτητο βήμα για την προώθηση της πολιτικής ατζέντας που συνομολόγησε ο Κυριάκος με τους ψηφοφόρους που τον εξέλεξαν; Ή μήπως το μέσο για την εδραίωση στην εξουσία μέσα από ένα παρωχημένο σύστημα διαπλεκόμενων εξαρτήσεων και πελατειακών σχέσεων; Και σε αυτή τη δεύτερη, απευκταία περίπτωση, υπάρχει στρατηγική για το «μετά»; Ή απλώς το σχέδιο εξαντλείται στη δημιουργία κομματικού κράτους;
Κάνω αυτές τις δεύτερες σκέψεις γιατί στο μέτωπο της οικονομίας, που είναι και το πιο κρίσιμο για να σταθεί στα πόδια της η νέα κυβέρνηση, δεν μου φάνηκε ότι η στρατηγική είναι και πολύ… επεξεργασμένη. Για την ακρίβεια, σε αυτό υπέστη και την πρώτη μεγάλη ήττα. Λίγες ώρες μετά την ορκωμοσία των υπουργών, διέρρευσε ένα εξαιρετικά φιλόδοξο σχέδιο φοροαπαλλαγών, το οποίο θα γινόταν πράξη -υποτίθεται- με το «καλημέρα», ως πρώτο νομοσχέδιο της κυβέρνησης που θα συμβόλιζε την αποφασιστικότητά της να απαλλάξει τους φορολογουμένους από τα άδικα βάρη των τελευταίων ετών. Τελικά, όμως, το οικονομικό επιτελείο ανέκρουσε πρύμναν. Με το που αγριοκοίταξαν την Αθήνα οι δανειστές, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να το «σαλαμοποιήσει» και η ουσιαστική συζήτηση πάει για τα τέλη Σεπτεμβρίου, όταν θα έρθουν επί τόπου οι θεσμοί για να κουβεντιάσουν και τη σύνταξη του νέου Προϋπολογισμού.
Τι σημαίνει αυτό; Απλούστατα, μία εσφαλμένη πρώτη εκτίμηση στο μεγαλύτερο στοίχημα που αντιμετωπίζει η χώρα. Ο Κυριάκος θεώρησε ότι με την εκλογή του αγάλλονται οι ουρανοί της Εσπερίας, χαρίζοντάς του ευρύ πεδίο ελιγμών, ακόμη και με ακύρωση πάγιων δεσμεύσεων, όπως το υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα έως το 2021 (τουλάχιστον). Γι’ αυτό και έσπευσε να αφήσει να διαρρεύσουν οι προθέσεις του για τις φοροαπαλλαγές. Οταν ήρθε η προσγείωση διά στόματος Ρέγκλινγκ, αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί, περιοριζόμενος στο «τυράκι» του ΕΝΦΙΑ και αφήνοντας τα υπόλοιπα για το φθινόπωρο. Στο «βλέποντας και κάνοντας», δηλαδή…
Η κουβέντα με τους δανειστές για τον Προϋπολογισμό του 2020 δεν θα είναι καθόλου απλή. Συμπίπτει, βλέπετε, με το αγκάθι της φθινοπωρινής αξιολόγησης, που αρχίζει στις 23 Σεπτεμβρίου, και ήδη οι Βρυξέλλες έχουν διαμηνύσει ότι τα εξαγγελθέντα μέτρα φοροελαφρύνσεων δημιουργούν ανεπίτρεπτη «δημοσιονομική τρύπα». Ο Σταϊκούρας, δηλαδή, θα δίνει μάχη για να πάρει έγκριση σε κάποιες, έστω, από τις υπεσχημένες μειώσεις φόρων και οι δανειστές θα επαναφέρουν το θέμα του αφορολογήτου!
Φοβούμαι, λοιπόν, ότι το μεγάλο crash test της κυβέρνησης θα έρθει τον Σεπτέμβριο, όταν φτάσει η ώρα να υλοποιήσει την εξαγγελθείσα πολιτική φοροελαφρύνσεων, με τη σημαία των οποίων και εξελέγη! Δυστυχώς, εκεί δεν θα μπορεί να βοηθήσει ούτε ο «γαλάζιος» αντικαταστάτης της κυρίας Θάνου ούτε ο «γαλάζιος» σεκιουριτάς, διοικητής της ΕΥΠ με το πτυχίο διά αλληλογραφίας ούτε οι εκατοντάδες «γαλάζιοι» μετακλητοί με τα απολυτήρια λυκείου. Ο κρατικός μηχανισμός θα έχει αλωθεί, αλλά αυτό ουδόλως συγκινεί τους δανειστές…
Συμπλήρωσε αισίως έναν μήνα εξουσίας το κυβερνητικό σχήμα του Κυριάκου Μητσοτάκη και οι πρώτες εντυπώσεις είναι μάλλον ανάμεικτες, μη επιτρέποντας την εξαγωγή ασφαλούς συμπεράσματος. Το αναμφίβολα θετικό είναι μια αίσθηση ταχύτητας στην υλοποίηση, που προδίδει επεξεργασμένο σχέδιο. Το ερώτημα, όμως, αφορά τους στόχους που εξυπηρετεί το σχέδιο αυτό. Γιατί προκαλείται η εντύπωση πως αποτελεί βασική προτεραιότητα μια γρήγορη κατάληψη του κράτους την ώρα που όλοι οι αντίπαλοι, σαστισμένοι, προσπαθούν να ανασυνταχθούν.
Θα μου πείτε, κακό είναι να θέλει να ελέγχει η κυβέρνηση την κρατική μηχανή; Οχι, από την ώρα που αυτό δεν γίνεται με πελατειακούς όρους, μικροκομματικές μεθοδεύσεις και άγαρμπες, ρεβανσιστικού τύπου πρακτικές. Και στο κεφάλαιο αυτό η κυβέρνηση Μητσοτάκη, δυστυχώς, δεν μας εκπλήσσει ευχάριστα. Η βιασύνη να ελέγξει το σύστημα την οδηγεί σε λάθη και νομικές ακροβασίες, που παραπέμπουν σε καθεστωτικές αντιλήψεις άλλων περιόδων της Μεταπολίτευσης.
Το πρόβλημα δεν αφορά τόσο το «γαλάζιο» ρεσάλτο στον δημόσιο τομέα, αλλά τον πραγματικό λόγο για τον οποίο αυτό γίνεται. Είναι ένα απαραίτητο βήμα για την προώθηση της πολιτικής ατζέντας που συνομολόγησε ο Κυριάκος με τους ψηφοφόρους που τον εξέλεξαν; Ή μήπως το μέσο για την εδραίωση στην εξουσία μέσα από ένα παρωχημένο σύστημα διαπλεκόμενων εξαρτήσεων και πελατειακών σχέσεων; Και σε αυτή τη δεύτερη, απευκταία περίπτωση, υπάρχει στρατηγική για το «μετά»; Ή απλώς το σχέδιο εξαντλείται στη δημιουργία κομματικού κράτους;
Κάνω αυτές τις δεύτερες σκέψεις γιατί στο μέτωπο της οικονομίας, που είναι και το πιο κρίσιμο για να σταθεί στα πόδια της η νέα κυβέρνηση, δεν μου φάνηκε ότι η στρατηγική είναι και πολύ… επεξεργασμένη. Για την ακρίβεια, σε αυτό υπέστη και την πρώτη μεγάλη ήττα. Λίγες ώρες μετά την ορκωμοσία των υπουργών, διέρρευσε ένα εξαιρετικά φιλόδοξο σχέδιο φοροαπαλλαγών, το οποίο θα γινόταν πράξη -υποτίθεται- με το «καλημέρα», ως πρώτο νομοσχέδιο της κυβέρνησης που θα συμβόλιζε την αποφασιστικότητά της να απαλλάξει τους φορολογουμένους από τα άδικα βάρη των τελευταίων ετών. Τελικά, όμως, το οικονομικό επιτελείο ανέκρουσε πρύμναν. Με το που αγριοκοίταξαν την Αθήνα οι δανειστές, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να το «σαλαμοποιήσει» και η ουσιαστική συζήτηση πάει για τα τέλη Σεπτεμβρίου, όταν θα έρθουν επί τόπου οι θεσμοί για να κουβεντιάσουν και τη σύνταξη του νέου Προϋπολογισμού.
Τι σημαίνει αυτό; Απλούστατα, μία εσφαλμένη πρώτη εκτίμηση στο μεγαλύτερο στοίχημα που αντιμετωπίζει η χώρα. Ο Κυριάκος θεώρησε ότι με την εκλογή του αγάλλονται οι ουρανοί της Εσπερίας, χαρίζοντάς του ευρύ πεδίο ελιγμών, ακόμη και με ακύρωση πάγιων δεσμεύσεων, όπως το υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα έως το 2021 (τουλάχιστον). Γι’ αυτό και έσπευσε να αφήσει να διαρρεύσουν οι προθέσεις του για τις φοροαπαλλαγές. Οταν ήρθε η προσγείωση διά στόματος Ρέγκλινγκ, αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί, περιοριζόμενος στο «τυράκι» του ΕΝΦΙΑ και αφήνοντας τα υπόλοιπα για το φθινόπωρο. Στο «βλέποντας και κάνοντας», δηλαδή…
Η κουβέντα με τους δανειστές για τον Προϋπολογισμό του 2020 δεν θα είναι καθόλου απλή. Συμπίπτει, βλέπετε, με το αγκάθι της φθινοπωρινής αξιολόγησης, που αρχίζει στις 23 Σεπτεμβρίου, και ήδη οι Βρυξέλλες έχουν διαμηνύσει ότι τα εξαγγελθέντα μέτρα φοροελαφρύνσεων δημιουργούν ανεπίτρεπτη «δημοσιονομική τρύπα». Ο Σταϊκούρας, δηλαδή, θα δίνει μάχη για να πάρει έγκριση σε κάποιες, έστω, από τις υπεσχημένες μειώσεις φόρων και οι δανειστές θα επαναφέρουν το θέμα του αφορολογήτου!
Φοβούμαι, λοιπόν, ότι το μεγάλο crash test της κυβέρνησης θα έρθει τον Σεπτέμβριο, όταν φτάσει η ώρα να υλοποιήσει την εξαγγελθείσα πολιτική φοροελαφρύνσεων, με τη σημαία των οποίων και εξελέγη! Δυστυχώς, εκεί δεν θα μπορεί να βοηθήσει ούτε ο «γαλάζιος» αντικαταστάτης της κυρίας Θάνου ούτε ο «γαλάζιος» σεκιουριτάς, διοικητής της ΕΥΠ με το πτυχίο διά αλληλογραφίας ούτε οι εκατοντάδες «γαλάζιοι» μετακλητοί με τα απολυτήρια λυκείου. Ο κρατικός μηχανισμός θα έχει αλωθεί, αλλά αυτό ουδόλως συγκινεί τους δανειστές…