Γράφει ο Γιάννης Πολίτης
Πηγή: real.gr
Είναι το πιο εύκολο πράγμα να βρίζεις τους πολιτικούς. Από το καφενείο μέχρι την τηλεόραση, μπορούμε να λέμε νυχθημερόν ότι αυτοί φταίνε για όλα. Τελευταίο παράδειγμα, το Μάτι. Βρίζουμε από Τσίπρα μέχρι Ψινάκη, όλη την κλίμακα της ιεραρχίας και ξεμπερδεύουμε. Οπως το 2007 με το «ολοκαύτωμα» στην Πελοπόννησο βρίζαμε τον Καραμανλή και τους αξιωματούχους του. Καλά κάνουμε από μια πλευρά, βοηθά και στην εκτόνωσή μας. Μόνο που το κάνουμε για τους λάθος λόγους. Σαν να περιμέναμε να πιάσουν τη μάνικα και να σβήσουν οι ίδιοι την φωτιά. Ενώ θα έπρεπε να τιμωρηθούν με χιλιάδες τρόπους για το κράτος-τέρας που δημιούργησαν και συντηρούν. Σαράντα δύο φορείς έχουν αρμοδιότητα για τις φυσικές καταστροφές. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει κανείς στα αλήθεια αρμόδιος την κρίσιμη ώρα.
Μετά περνούν οι εβδομάδες, περνούν οι μήνες, περνούν τα χρόνια, ξεχνιέται η καταστροφή και λησμονούνται οι νεκροί. Στο κράτος δεν αλλάζει τίποτα. Αυτό συνεχίζει να λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, στους δικούς του χρόνους, στους δικούς του ρυθμούς και την ώρα που καίγεται ο τόπος, δεν καταφέρνει να βρει ο ένας αρμόδιος τον άλλον στο τηλέφωνο. Γιατί τα λέω αυτά. Εξι μήνες μετά την εκατόμβη στην Αττική, το Μετσόβιο Πολυτεχνείο προειδοποιεί ότι αν σήμερα είχαμε την ίδια πυρκαγιά, θα είχαμε τα ίδια αποτελέσματα. Προφανώς, το ίδιο θα ισχύσει, εάν συμβεί κάτι ανάλογο το ερχόμενο καλοκαίρι.
Τώρα το ξέρουμε όλοι ότι το κράτος χρεοκόπησε πέντε φορές στην ιστορία του για πολλούς λόγους, για τον εξής έναν: είχε πάντα ένα διαλυμένο, ρουσφετολογικό, πολυτελές και αποτελεσματικό Δημόσιο. Και οι ευθύνες δεν ανήκουν μόνο στους πολιτικούς. Αυτό ακριβώς το κράτος, που έχουμε, το θέλει ένα μεγάλο κομμάτι πολιτών. Συνήθως, είναι αυτοί που διαμαρτύρονται δημόσια και εξυπηρετούνται κρυφά, με τους κολλητούς στα λαγούμια της γραφειοκρατίας.
Κάποτε λέγαμε ότι οι πολιτικοί συντηρούν το πελατειακό κράτος, για να μπορούν να κάνουν ρουσφέτια και κρατούν δέσμιους τους ψηφοφόρους τους. Είναι ακριβές σε μεγάλο βαθμό. Στις περασμένες δεκαετίες ένας βουλευτής επαρχίας κατά μέσο όρο διευθετούσε επτά στα δέκα αιτήματα των πιστών ψηφοφόρων του. Διορισμούς, μεταθέσεις στον Στρατό, διαμεσολάβηση στην εφορία, στην πολεοδομία, στο ΙΚΑ ακόμη και στην Αστυνομία απο κλήσεις της Τροχαίας μέχρι μικρές παρανομίες παντός είδους. Τώρα αυτή η σχέση έχει αλλάξει. Μετά την καθιέρωση του ΑΣΕΠ για τις προσλήψεις στο Δημόσιο και μετά τις διαδικασίες που μπήκαν για τις μεταθέσεις στον Στρατό, αυτοί οι δύο βασικοί άξονες των ρουσφετιών έχουν περιοριστεί δραματικά. Κακά τα ψέματα, με τα μνημόνια άλλαξαν όχι όλα αλλά αρκετά στη λειτουργία του κράτους. Τα δημόσια έσοδα, για παράδειγμα, ανήκουν σε Ανεξάρτητη Αρχή, στην οποία είναι εξαιρετικά δύσκολο να παρέμβει ένας πολιτικός για να διευθετήσει τα χρέη του εκλεκτού του. Τα ρουσφέτια πλέον γίνονται βάρος στους πολιτικούς, καθώς από τα δέκα αιτήματα μετά βίας μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δύο. Αρα, ο βουλευτής στην περιφέρειά του, κάθε φορά που παρεμβαίνει και διαμεσολαβεί, κάνει δύο φίλους και οκτώ εχθρούς. Και εδώ αρχίζει να μπαίνει στο τραπέζι το αιώνιο ερώτημα αν η κότα γέννησε το αυγό ή το αυγό την κότα, δηλαδή εάν οι πολιτικοί έμαθαν τους πολίτες στο ρουσφέτι ή οι πολίτες συμπαρασύρουν τους πολιτικούς στα μέτρα τους.
Είναι αλήθεια ότι πίσω από τις κλειστές πόρτες οι πολιτικοί όλων των κομμάτων συμφωνούν ότι κάπου πρέπει να μπει ένα τέλος στη δυνατότητα διαμεσολάβησης για να επιλυθούν οι διαφορές των πολιτών με το κράτος. Ασχετα αν κάποιοι πιστεύουν στο μεγάλο Δημόσιο και κάποιοι άλλοι στο μικρότερο, το ρουσφέτι συμφωνούν ότι πλέον είναι αρνητικό φορτίο για τους ίδιους, ότι δεν τους δίνει ψήφους, αλλά τους στερεί. Για παράδειγμα συμφωνούν ότι η ταχεία μηχανογράφηση όλων των λειτουργιών του Δημοσίου, ώστε να ελαχιστοποιείται η επαφή του πολίτη με τον δημόσιο υπάλληλο, είναι εκ των ων ουκ άνευ να γίνει αύριο, μια που έχει καθυστερήσει μερικές δεκαετίες σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Το πάρε-δώσε με τον εφοριακό, τον πολεοδόμο και τον κάθε λογής κρατικό λειτουργό πρέπει να εξαφανιστεί από τη δημόσια σφαίρα. Είναι η αιτία των περισσότερων δεινών, στην εξυπηρέτηση ημετέρων και στα γρηγορόσημα.
Το δεύτερο, όμως, και σημαντικότερο που πρέπει να γίνει είναι να ξαναφτιαχτεί ένα αποτελεσματικό κράτος από την αρχή, με στελέχη που έχουν αποδεδειγμένα επιχειρησιακές ικανότητες στη διαχείριση μεγάλων φυσικών καταστροφών. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει μόνο από ένα κόμμα. Απαιτείται συνεννόηση διακομματική σε κεντρικό επίπεδο να βρούμε τους καλύτερους, τους πιο εκπαιδευμένους -τους άριστους- και να δημιουργήσουμε ένα συντονιστικό κέντρο από το οποίο θα χτιστεί η πυραμίδα αντιμετώπισης καταστροφών. Για παράδειγμα, για δεκάδες αξιωματικούς των Σωμάτων Ασφάλειας και των Ενόπλων Δυνάμεων το κράτος έχει επενδύσει μια τεράστια περιουσία ώστε να τους εκπαιδεύσει. Παρ’ όλα αυτά σε ηλικία 55 χρόνων τους στέλνει σπίτι τους, ενώ κανείς τους δεν θέλει να φύγει και σχεδόν όλοι είναι έτοιμοι να υπηρετήσουν σε νέους ρόλους που θα τους ανατεθούν από την πολιτεία. Αυτή είναι μία ιδέα, αλλά υπάρχουν κι άλλες. Αρκεί το πολιτικό σύστημα να αποφασίσεις να γυρίσει σελίδα. Διαφορετικά, κάθε φορά θα καιγόμαστε και θα πνιγόμαστε .Το «αυτή είναι η Ελλάδα», που λέμε μετά από κάθε συμφορά, πλέον δε μας αρμόζει. Κάποιοι πρέπει να τολμήσουν να την κάνουν καλύτερη.