Του Μάνου Οικονομίδη
Twitter@EmOikonomidis
Η γοητεία του δώρου της ζωής, σεργιανίζει περίπου αναπόφευκτα στην αβεβαιότητά της. Η άθροιση εμπειριών και παραστάσεων, δεν αφήνει πολλά περιθώρια για την άβολη και ετεροχρονισμένη κατανόηση της σπουδαιότητας όσων συνθέτουν το μωσαϊκό ενός χαρακτήρα, όχι τόσο προωθητικά και αισιόδοξα, αλλά με τη φυσική χρησιμότητα της επιβίωσης. Της ανάγκης να αντέξεις, όταν το βάρος της συγκυρίας δεν ευνοεί τις αισιόδοξες σκέψεις.
Γι’ αυτό, μεταξύ άλλων είναι όμορφη η ζωή. Γιατί σου προσφέρει το διαρκές δικαίωμα να αλλάξεις. Να την αλλάξεις. Να διορθώσεις το μέλλον, αφού εκ των πραγμάτων δεν μπορείς να αναιρέσεις τις απώλειες του παρελθόντος. Να ζεις, και για όσους δεν είναι πια εδώ.
Η Ιστορία της ανθρώπινης σκέψης είναι έμπλεη από αφορμές για να αφήσει κανείς το μυαλό και την καρδιά του να ταξιδέψουν σε ταραγμένα νερά. Και να αναζητήσουν απαντήσεις, σε ερωτήματα που και μόνο η τόλμη να τα θέσει κανείς στον εαυτό του, προϋποθέτει δυσαναπλήρωτη σπατάλη συναισθηματικής ισορροπίας.
Κανείς ωστόσο δεν μας προειδοποιεί για τη “λιγότερη ζωή” που έρχεται, κάθε φορά που αφήνεις πίσω σου μια περισσότερο ανέφελη και ασφαλή εποχή. Έχεις απλά την ευκαιρία να προετοιμαστείς, χωρίς μάλιστα να το γνωρίζεις, κατανοώντας περισσότερο σφαιρικά το μυστήριο της ζωής.
Φυσικά, φλερτάροντας διαρκώς με τη βολική μοναξιά. Που συρρικνώνει το κόστος ακυρωμένων προσδοκιών και αφύπνισης ελπίδων, αλλά και την ίδια στιγμή εθίζει σε μια ανατροφοδοτούμενη απομόνωση.
Δεν είναι τυχαίο ότι, κάθε “κλειδωμένη” καρδιά έχει ως καλύτερη παρέα ένα ξεθωριασμένο χαμόγελο. Για να ξεκλειδώσει, πρέπει το χαμόγελο να ξαναγίνει αυθόρμητο. Χωρίς δισταγμούς. Χωρίς τύψεις. Και οι καρδιές άλλωστε… από μέσα ξεκλειδώνουν.