Του Μάνου Οικονομίδη
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Αξία”, το Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2019
Υπάρχουν στην ιστορική διαδρομή των εθνών συγκυρίες, που το πολιτικό σύστημα και οι κοινωνία καλούνται να σταθούν πάνω από την πίεση της στιγμής. Να κοιτάξουν μπροστά και μακριά, έχοντας διδαχθεί από το παρελθόν. Και χωρίς να υποτιμούν τις συνέπειες του παρόντος.
Για την Ελλάδα που αφήνει πίσω της τη δεκαετή εθνική τραγωδία των Μνημονίων, στα οποία μπήκαμε με την υπογραφή του τελευταίου των Παπανδρέου την άνοιξη του 2010, ένα τέτοιο σημείο καμπής είναι η διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού. Ένα ζήτημα αιχμής για το παρόν, αλλά κυρίως εθνικής προοπτικής για το μέλλον.
Και το μεγάλο ερώτημα είναι, αν υπάρχουν ηγέτες να υπερβούν τη συγκυρία και να πάνε κόντρα στο ρεύμα του λαϊκισμού. Να ορίσουν εκείνοι την ατζέντα στην οποία θα κινηθεί η κοινωνία, και όχι να υποχωρήσουν στις τάσεις και την ψυχολογία που επικρατεί.
Όπως επίσης, είναι κρίσιμο το μέρος της διαδρομής που καλείται να διανύσει η ίδια η κοινωνία, ώστε από τις όχθες της ξενοφοβίας, να βρεθεί στην πλευρά της αλληλεγγύης. Της ενσωμάτωσης. Της αποδοχής. Στη σωστή πλευρά της Ιστορίας.
Είναι εξοργιστικό να επικρατούν φωνές ακραίες και εν πολλοίς ρατσιστικές, σε μια χώρα η οποία στο ιστορικό παρελθόν της, και μάλιστα όχι στο τόσο μακρινό, «γέννησε» μετανάστες. Ας θυμηθούμε μονάχα πόσες γενιές Ελλήνων πριν από εμάς, έγιναν μετανάστες σε χώρες-πυλώνες του δυτικού κόσμου, όπως τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Γερμανία, διεκδικώντας το δικαίωμά τους σε ένα καλύτερο μέλλον. Για τους ίδιους και τα παιδιά τους.
Η Ευρώπη ως πολιτικός οργανισμός, στηρίχτηκε στη διαφορετικότητα. Κουλτούρας και νοοτροπίας. Αφετηρίας. Εθνοτήτων. Γι’ αυτό και παραμένει η πιο συναρπαστική ήπειρος στον πλανήτη, ανατροφοδοτώντας την ανθρωπότητα με καινούριες αφηγήσεις και ιδέες.
Μερικά χρόνια μετά την Αποκατάσταση της Δημοκρατίας, και τον πρόλογο της Μεταπολίτευσης, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέλεξε να πάει κόντρα στο ρεύμα. Να μην υποκύψει στον λαϊκισμό και τα άκρα. Να μην αφήσει την Ελλάδα εκτός της ευρωπαϊκής οικογένειας, στο περιθώριο και τον μαρασμό.
Τέτοιο ηγετικό αποτύπωμα χρειαζόμαστε και σήμερα. Και όχι μόνο στην πολιτική. Αλλά σε κάθε πτυχή της εθνικής δράσης, που μπορεί να επηρεάσει την κοινωνία. Και να διορθώσει τα «χαλασμένα μυαλά» που επικρατούν.