Γράφει ο Δημήτρης Ριζούλης
Πηγή: εφημερίδα “Δημοκρατία”
Ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε το «θαύμα» των δύο απανωτών εκλογικών νικών του 2015 επειδή θεωρήθηκε αντισυστημικός και κατάφερε να εμφυσήσει ελπίδα για κάτι καλύτερο. Ασφαλώς, έπαιξε ρόλο η παταγώδης αποτυχία της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου, όμως σημαντικότερη συμβολή στο τελικό αποτέλεσμα είχε ο τρόπος με τον οποίο εμφανίστηκε στην κοινή γνώμη η παρέα της Κουμουνδούρου, που άφησε κατά μέρος τις αριστερές γραφικότητες του παρελθόντος και έπαιξε μπάλα με όρους πρώτης εθνικής. Επένδυσε στη δικαιολογημένη οργή για το παλαιό κομματικό σύστημα και δικαιώθηκε. Παρουσιάστηκε ως κάτι φρέσκο (κι ας μην ήταν) και άφθαρτο, ενώ στην ουσία είχε μόνο ένα σοβαρό πλεονέκτημα, τον αρχηγό του. Πίσω του, το χάος. Αλλωστε, αποδείχτηκε..
Τότε ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε τα πάντα, ακόμα κι αυτά που δεν πίστευε κανείς. Ο κόσμος δεν είναι τόσο ανόητος όσο νομίζουν ορισμένοι. Πιστεύετε ότι οι περισσότεροι πήραν τοις μετρητοίς τις υποσχέσεις του Τσίπρα και έτρεξαν στην κάλπη να τον ψηφίσουν; Καμία σχέση. Ελεγαν, όμως, το εξής: «Ακόμα και το 10% όσων λέει να κάνει, θα είμαστε καλύτερα απ’ ό,τι σήμερα». Αυτό ονομάζεται ελπίδα!
Γι’ αυτό πέτυχε η παρέα της Κουμουνδούρου τα αστρονομικά, για τα δικά της δεδομένα, εκλογικά ποσοστά του 2015. Και τελικώς πανηγυρικά κυβέρνησε, διαψεύδοντας τις προσδοκίες ακόμα και γι’ αυτό το 10% της «επιτυχίας». Αντίθετα, υπέγραψε Μνημόνιο, έφερε νέες μειώσεις μισθών και συντάξεων, συμφώνησε για επέκταση της λιτότητας και δέσμευσε την περιουσία της χώρας.
Οντως, κατάφερε λίγο πριν από το τέλος του δρόμου, εκμεταλλευόμενη και τις διεθνείς εξελίξεις, να βγάλει τη χώρα από τα ασφυκτικά μνημονιακά δεσμά, ωστόσο όποια δημοσιονομική χαλάρωση θα αργήσει να φανεί στην πραγματική οικονομία. Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτά τα τέσσερα χρόνια που κυβερνά, πέραν της φθοράς που του προκάλεσε η εξουσία, έχασε το βασικότερο πλεονέκτημά του: το brand name του. Συμβιβάστηκε, έγινε μέρος του συστήματος. Ενα πιστό και υπάκουο γρανάζι του. Σήμερα στα μάτια των ψηφοφόρων φαντάζει ως το υποταγμένο και αποτυχημένο χθες. Οχι ως το αύριο που μπορεί και πάλι να δημιουργήσει ελπίδα.
Κουβαλάει πλέον τα χαρακτηριστικά ενός «καθεστώτος» που δεν θέλει με τίποτα να χάσει την εξουσία και κάνει ό,τι μπορεί για να παραμείνει στην καρέκλα. Θυμίζει το παλιό ΠΑΣΟΚ (το… ορθόδοξο) την περίοδο που έχανε ραγδαία την έξωθεν καλή μαρτυρία. Ωστόσο, ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι χαμένος από χέρι (όπως θα ήταν το λογικό) για έναν βασικό λόγο: Εχει αντίπαλο που κουβαλάει ανάλογα βαρίδια και προβλήματα.
Η Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη, που θέλει να αποτελέσει το αύριο της χώρας, είναι το κόμμα που μόλις πριν από τέσσερα χρόνια τιμωρήθηκε επειδή απέτυχε και εξέφραζε το χθες. Οι δε αλλαγές που επιχείρησε ήταν σε γενικές γραμμές προς τη λανθασμένη κατεύθυνση, κάτι που σηματοδότησε και μια σειρά «γκρίζων» προσώπων τα οποία προήχθησαν στην ηγετική ομάδα. Μόνο εμφανές πλεονέκτημα θα μπορούσε να είναι ο αρχηγός της, που όμως κι αυτός κουβαλάει το βάρος του πολιτικά φθαρμένου ονόματός του. Οσο κι αν ζητεί να μην τον κρίνουμε ως Μητσοτάκη, αλλά ως Κυριάκο, οι συγγένειες και η πολιτική κληρονομιά δεν διαγράφονται. Επομένως, ακόμα και ο νέος αρχηγός δεν μπορεί να δώσει την ώθηση της φρεσκάδας που θα ήταν απαραίτητη.
Η Ν.Δ. είναι κι αυτή αναμφίβολα συστημική και υπόλογη για τις αμαρτίες του παρελθόντος. Η εκλογική σύγκρουση θα θυμίζει, λοιπόν, τη μάχη του τυφλού με τον μονόφθαλμο. Γι’ αυτό όποιες προβλέψεις για την έκβασή της είναι επισφαλείς, παρότι φαίνεται ότι είναι σαφές το προβάδισμα της Ν.Δ. αυτή τη στιγμή.
Στο ίδιο σκηνικό εντάσσονται και όλα τα υπόλοιπα κόμματα. Το ΠΑΣΟΚ είναι η προσωποποίηση του συστήματος και, όσα ονόματα κι αν αλλάξει, ο κόσμος δεν θα του δώσει άλλη ευκαιρία. Το ΚΚΕ είναι το γνωστό ΚΚΕ με τις αγκυλώσεις και τις ουτοπίες του, η Χρυσή Αυγή έπαψε προ πολλού να αποτελεί την αντισυστημική διέξοδο των ψηφοφόρων που ήθελαν να εκφράσουν οργή και αγανάκτηση, ενώ ακόμα και το κόμμα του Βασίλη Λεβέντη απώλεσε την ευκαιρία που πήρε και δύσκολα θα ξεφύγει από τα οριακά ποσοστά για την είσοδο στη Βουλή. Εν ολίγοις, πρόκειται για μετρημένα κουκιά. Αντε να εμφανιστεί κανένα μικρό δεξιό κόμμα που μπορεί να κάνει την έκπληξη, που όμως θα είναι πολύ περιορισμένης έκτασης και δυναμικής.
Νέοι παίκτες, λοιπόν, δεν υπάρχουν. Εκπλήξεις δεν προβλέπονται. Στο ίδιο καζάνι πάνω κάτω βράζουν οι πάντες. Γι’ αυτό η αποχή αυτή τη φορά θα χτυπήσει κόκκινο. Η απελπισία του ψηφοφόρου σε όλο της το μεγαλείο.