Γράφει ο Δημήτρης Καιρίδης
Οι προκαταρκτικές εντολές των ευρωεκλογών και των τοπικών εκλογών δεν είναι μόνο πολιτικά ισχυρές.
Δεν αποδοκιμάζουν μόνο μια αποτυχημένη κυβέρνηση, ούτε περιορίζονται στο να δείξουν μόνο έναν καθαρό προσανατολισμό στη ΝΔ. Στο βάθος τους, περικλείουν και στέλνουν σοβαρά μηνύματα, αλλαγής αξιών και αντιλήψεων που κυοφορούνται μέσα από υπόγειες διεργασίες και μετασχηματισμούς της ελληνικής κοινωνίας. Αυτό συνάγεται και από τον τρόπο που απορρίφθηκαν επιλογές και πρακτικές αλλά και από τον τρόπο που προτιμήθηκαν και επιλέχθηκαν άλλες.
Είναι αρχικά πολύ σημαντικό πολιτικά να επισημανθεί η απόρριψη της προεκλογικής παροχολογίας. Έστω και αν αυτή έγινε και συνεχίζει να γίνεται με εξόφθαλμα εξαπατητικό τρόπο. Δεν είναι σύνηθες και μάλιστα εύκολο για έναν εξουθενωμένο λαό, να επιδεικνύει τέτοιου είδους ηθικές και πολιτικές αντιστάσεις. Στη συνέχεια, είναι ιδιαιτέρως αξιοσημείωτη η επιφυλακτικότητα και ο σκεπτικισμός που έδειξε το εκλογικό σώμα στην επίθεση λάσπης που ενορχήστρωσε η κυβέρνηση κατά των πολιτικών της αντιπάλων. Δεν χρειάζεται τέλος καθόλου να σταθώ στο τοξικό κλίμα υπεροψίας, δήθεν αντιελιτισμού και πολιτικού διχασμού που καλλιέργησε σε όλη τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα. Όπως επίσης ούτε στην ύστατη γραμμή κυβερνητικής άμυνας, αυτήν της ψευδολογίας και κινδυνολογίας του πολιτικά απελπισμένου.
Όλα αυτά όμως σημαίνουν κάτι βαθύτερο. Δεν μπορεί κάποιος να τα προσπερνά ως απλά λάθη ή ατέλειες μιας κακής κυβερνητικής προεκλογικής τακτικής. Κατά τη γνώμη μου είναι η καθολική ήττα του παλιού πολιτικού οπλοστασίου, της μεταπολιτευτικής καθήλωσης και της αναχρονιστικής της πλευράς. Είναι η βαθιά ήττα της ιδεολογικής ηγεμονίας, των παλιών και δέσμιων της χώρας ιδεών και μεθόδων του αριστερού λαϊκιστικού λόγου.
Αν τώρα τα συσχετίσει κανείς αυτά με την ταυτόχρονη ανάγκη της κοινωνίας να ακούσει, να προβληματιστεί και να προκρίνει μια εντελώς ριζική κατεύθυνση αρχίζει και αντιλαμβάνεται, το βαθύτερο που συμβαίνει. Διότι η κατεύθυνση που επιλέγει η κοινωνία ξέρει και κατανοεί ότι δεν είναι μια από τις μέχρι σήμερα λύσεις, προσφερόμενης ευκολίας. Είναι δύσκολη αλλά δημιουργική. Αναπτυξιακή και καθόλου στάσιμη. Ευκαιριών και αξιοσύνης και όχι ισοπεδωτισμού και μετριοκρατίας. Με κοινωνική και εθνική αξιοπρέπεια. Με αλήθεια και πολιτικό ρεαλισμό και όχι με ψέμμα, δημαγωγία και πολιτική υπερβολή. Πάνω απ’ όλα με μετριοπάθεια και συμπόρευση και όχι με διχασμό και διαίρεση.
Η σημερινή εξέλιξη χαρακτηρίζεται από τη συνειδητοποίηση των αδιεξόδων του εύκολου λαϊκιστικού δρόμου και την πολιτική μεταστροφή της κοινωνίας να υπάρξει σοβαρή, κοπιώδης αλλά βιώσιμη και εντέλει λυτρωτική κατεύθυνση. Ο ελληνικός λαός, περισσότερος ώριμος από ποτέ, αποφάσισε να προκρίνει πολιτική αλλαγή κατεστημένων ιδεών και πορείας, να προσπεράσει τους καθηλωτικούς μεταπολιτευτικούς μύθους και να ασχοληθεί σοβαρά με την αντιμετώπιση των χρόνιων παθογενειών της χώρας. Τον λαϊκισμό, τον κρατισμό, τον παρασιτισμό, τον πελατειασμό και την μετριοκρατία.
Αν συνδυάσουμε τώρα την πολιτική αλλαγή ιδεών, αντιλήψεων και κατεύθυνσης με το επίσης ελπιδοφόρο στοιχείο της ανανέωσης προσώπων, που συντελέστηκε κυρίως σε μεγάλη έκταση στον περιφερειακό και αυτοδιοικητικό χώρο και αναμένεται και στις εθνικές εκλογές, έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα του νέου πολιτικού κύκλου, που αναμένεται να ξεκινήσει μετεκλογικά στη χώρα.
Είναι φανερό, ότι η τριπλή εκλογή του Μαΐου, του Ιουνίου και του Ιουλίου δεν θα είναι μια απλή αλλαγή πολιτικών συσχετισμών και διακυβέρνησης. Με την απόσυρση του ΣΥΡΙΖΑ, σφραγίζεται το τέλος της αριστερολαϊκιστικής μυθοπλασίας της μεταπολίτευσης. Η Νέα Δημοκρατία όπως έκανε και το ιστορικό 1974, καλείται να ξεκινήσει ένα νέο ιστορικό κύκλο ανάταξης και προόδου για την δημιουργία της Αυτοδύναμης Ελλάδας.
Ο κύκλος που τώρα ανοίγει, αποτελεί εγχείρημα και στοιχηματική πρόκληση. Για να δρομολογηθεί αλλά και για να εμπεδωθεί επ’ ωφελεία της πατρίδας και της ελληνικής κοινωνίας εκτός από το σχέδιο και την αποφασιστικότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη, χρειάζεται πρωταρχικά εκλογικό αποτέλεσμα σταθερότητας, φρέσκο και ικανό πολιτικό προσωπικό και την ευρεία λαϊκή συμπόρευση και στήριξη.