Γράφει ο Γιώργος Χαρβαλιάς
Πηγή: εφημερίδα “Δημοκρατία”
Υπάρχουν κάποια κέντρα μέσα στη Νέα Δημοκρατία, τα οποία εντέχνως επιχειρούν τις τελευταίες ημέρες να διοχετεύσουν τον εύλογο θυμό του απλού κόσμου για το ξεπούλημα της Μακεδονίας στο πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Τα κίνητρά τους είναι ευτελή και βρόμικα. Κάποιοι απλώς καλοβλέπουν στα όνειρά τους τον προεδρικό θώκο και κάνουν το παν για να υπονομεύσουν τον σημερινό κάτοχό του, και κάποιοι άλλοι επιχειρούν να διασκεδάσουν τις δικές τους Ερινύες, φορτώνοντας στον Παυλόπουλο ευθύνες εντελώς άσχετες με το αξίωμα που υπηρετεί.
Η επίθεση στον σημερινό Πρόεδρο, εκτός από κακόβουλη, είναι και εντελώς άδικη. Το έχουμε ξαναπεί: καλώς ή κακώς, το πολίτευμα της χώρας, ειδικά μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 1986, είναι αμιγώς πρωθυπουργοκεντρικό. Δεν αφήνει κανένα περιθώριο πολιτικής παρέμβασης στον Πρόεδρο, ούτε καν κάποιες από τις «βασιλικές υπερεξουσίες» που διατηρούσε με το πρώτο μεταπολιτευτικό Σύνταγμα του 1975 (ασχέτως αν δεν ασκήθηκαν ποτέ στην πράξη). Ο Παυλόπουλος, βάσει Συντάγματος, ούτε διάγγελμα στον ελληνικό λαό δεν μπορεί να απευθύνει μονομερώς. Πόσο μάλλον να βγαίνει δεξιά και αριστερά και να απαριθμεί τις διαφωνίες του με τους κυβερνητικούς χειρισμούς. Πιθανόν, αν το έκανε, να ήταν ένας αρεστός σε ορισμένους Πρόεδρος, σίγουρα όμως θα ήταν ένας πολύ κακός Πρόεδρος που θα υπερέβαινε εξόφθαλμα τις καθορισμένες από το Σύνταγμα αρμοδιότητές του.
Ο συγκεκριμένος πολιτικός, και ως κορυφαίος συνταγματολόγος, θα προτιμούσε να εγκαταλείψει τα εγκόσμια από το να παραβεί τον θεμελιώδη νόμο του κράτους. Δεν διανοήθηκε να το πράξει ακόμη και όταν, τον Ιούλιο του 2015, η χώρα πήγαινε ολοταχώς προς τα βράχια.
Και, σε κάθε περίπτωση, το Σύνταγμα δεν προβλέπει παραιτήσεις Προέδρων… εις ένδειξιν διαμαρτυρίας για την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική. Μάλιστα, στην προκειμένη περίπτωση, το μόνο που θα μπορούσε να πετύχει μια παραίτηση Παυλόπουλου θα ήταν να έρθει στη θέση του ο σημερινός πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης και να διευκολυνθεί ακόμη περισσότερο το έργο του αδίστακτου κ. Τσίπρα.
Οσοι, επομένως, επιχειρούν να ρίξουν αναθέματα για την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών σε έναν εξ αντικειμένου αναρμόδιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας είναι φανερό ότι το πράττουν επιχειρώντας να αποσείσουν τις δικές τους ευθύνες – που, στην περίπτωση της Νέας Δημοκρατίας, συνοψίζονται στις συνεχείς διευκολύνσεις προς τον κ. Τσίπρα με τη μη υιοθέτηση ενστάσεων περί αντισυνταγματικότητας, τη μη άσκηση πρότασης μομφής και, εν τέλει, τη μη παραίτηση των βουλευτών και των αναπληρωτών τους από το βουλευτικό αξίωμα.