Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Πολιτικός ή χομπίστας; Πολιτικό στέλεχος πρώτης γραμμής ή παθιασμένος φραξιονιστής; Αριστερός ή βολεμένος; Κιθαρίστας ή ντράμερ; Τι ακριβώς είναι στον ΣΥΡΙΖΑ ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ;
Η -διόλου- νέα πλατφόρμα του, αν δούμε έτσι την τελευταία συνέντευξή του στην «Εποχή», είναι σαν τις προηγούμενες: μηχανισμός παραγωγής εσωστρέφειας. Αν οι «53+» παραμένουν σαν μια από τις παιδικές ασθένειες του ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών, ο επικεφαλής του δρα ως προσωποποίηση του πολιτικού παλιμπαιδισμού και των αντιφάσεων.
Θεωρητικός του αντικαπιταλισμού, αλλά με εντυπωσιακά επιτυχή εφαρμογή ενός μνημονίου εξυγίανσης του ελληνικού καπιταλισμού. Αναφέρεται στην ηθική της Αριστεράς παρακολουθώντας τις διακυμάνσεις του χαρτοφυλακίου του στο χρηματιστήριο.
Αν ο Τσίπρας πήρε ένα περιθωριακό κόμμα της μπερδεμένης Αριστεράς, το πήγε στην κυβέρνηση- με όσα συνόδευσαν αυτή την ιστορική εξέλιξη- και σήμερα κάνει εκ νέου συλλογή προϋποθέσεων να το ξαναπάει, ο Τσακαλώτος δείχνει αποφασισμένος να το σταματήσει.
Έτσι κι αλλιώς από μόνη της η ομαδοποίηση σε ένα μεγάλο κόμμα είναι τροχοπέδη στην κοινοβουλευτική αναμέτρηση για την διακυβέρνηση. Μέχρι και ο Μητσοτάκης το κατάλαβε και τον εκλαμβάνει ως …σύμμαχό του. Ως έναν πρώην υπουργός του Τσίπρα, που δείχνει σε διαφορετική κατεύθυνση από τον Τσίπρα.
Από τα συμφραζόμενα όσων λένε οι «53+» και ο επικεφαλής τους προκύπτει ότι δεν ενδιαφέρονται να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ στις προσεχείς εκλογές. Δεν αισθάνονται καν άνετα με την προσθήκη «ΠΣ» στον τίτλο.
Προτιμούν να διαμορφώσουν απλώς «αριστερό πόλο» απέναντι στο σύστημα. Εδώ βρίσκεται ο αριστερόφρων παλιμπαιδισμός. Μόνο που η ιδεολογική καθαρότητα που επικαλούνται καταπίνει την πεμπτουσία της πολιτικής λειτουργίας ενός κόμματος εξουσίας.
Χωρίς περιστροφές ο Τσακαλώτος προτάσσει το αντίθετο από αυτό που περιμένουν από τον Τσίπρα όσοι ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ. Θεωρεί «ακατανόητη την επιχείρηση να μετατοπιστεί ιδεολογικά και προγραμματικά ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. στην κεντροαριστερά». Τη βρίσκει «αδιάβαστη, εμμονική και αυτοκαταστροφική».
Περί ορέξεως… Αλλά από εκεί και κάτω χάνει τη μπάλα. Επιμένει ότι «κανείς δεν μπορεί να την υπερασπιστεί ευθαρσώς», Μα ο πρώτος που το κάνει είναι ο αρχηγός του και η πλειοψηφία του κόμματός του.
Βλέπει ότι η «μετατόπιση» σώζεται με «μισόλογα, με σημειολογικούς χρωματισμούς αγνοώντας τις μετατοπίσεις στο εκλογικό σώμα μετά το 2010».
Κάτι του διαφεύγει: οι επίσημες διακηρύξεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και οι τοποθετήσεις του Τσίπρα μόνο «μισόλογα» δεν είναι.
Όσο για τις «μετατοπίσεις» έγιναν στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Δεν μετουσιώθηκε το ένα τρίτο του εκλογικού σώματος σε Αριστερά. Απλώς οι παραδοσιακοί κεντροαριστεροί ψηφοφόροι, που προδόθηκαν από τις -μετά Α. Παπανδρέου και Σημίτη -ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και στράφηκαν σε ό,τι κοντινότερο είχαν. Στον Τσίπρα. Όχι στον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά δεν έπαψαν να είναι κεντροαριστεροί.-
Αν ο Τσακαλώτος νομίζει ότι αυτοί θα συνεχίζουν να ψηφίζουν για να κάνει κουμάντο στο κόμμα- και να κυβερνάει, μετά από κάθε εκλογική νίκη, μια… αριστερή πρωτοπορία, μάλλον για κοροΐδα ψάχνει.
Όλοι αντιλαμβάνονται τι εννοεί όταν λέει ότι «η εσωκομματική δημοκρατία και τα πολιτικά δικαιώματα των μελών δεν πρέπει να εκχωρούνται στην ηγετική ομάδα, όσο φωτισμένη και αν είναι». Θέλει τον Τσίπρα υπό κηδεμονία.
Αλλά για μισό, που λένε οι πιτσιρικάδες. Αν η ηγετική ομάδα είναι φωτισμένη, ποιος μπορεί να της στερήσει τον πρώτο λόγο; Αν δεν είναι, πώς εξηγείται η συσπείρωση των πολιτών ακόμη και στην ήττα; Αν εννοεί ότι ο Τσίπρας θα φέρνει τον κόσμο και οι «53+» θα τον καθοδηγούν, πάλι στο κυνήγι αφελών βγήκε.
Στα περιθωριακά κόμματα – και στα κινήματα διαμαρτυρίας- η θεωρία «δεν υπάρχει καμία δικαιολογία παράκαμψης των δημοκρατικών διαδικασιών» προβάλλεται ως ανάσχεση στη μαζικοποίηση χάριν των μηχανισμών που δεν μπορούν να επιβιώσουν σε συνθήκες ευρύτερη αποδοχής της ηγεσίας.
Ο Τσακαλώτος απλώς το θεωρητικοποιεί: «Ο ΣΥΡΙΖΑ του 3% και ο ΣΥΡΙΖΑ του 33% είναι προπαγανδιστική επινόηση, διχαστική και ανιστόρητη, κατασκευασμένη από ανθρώπους που αδιαφορούν ή παραποιούν την ιστορική διαμόρφωση του μεγαλύτερου κόμματος της ριζοσπαστικής αριστεράς».
Μπα; Ίδιο είναι το κόμμα που μπαίνει – δεν μπαίνει στη Βουλή με αυτό που αποκτά δυναμική διακυβέρνησης και συνεπώς επηρεασμού της φοράς των πραγμάτων; Αν ο ριζοσπαστισμός οδηγεί σε συσπειρώσεις προς τα κάτω, συρρίκνωση και τελικά περιθωριοποίηση, δεν θα βρει πολλούς να ψωνίσουν.
Ως αριστερός ο ίδιος ασφαλώς αντιλαμβάνεται το κόμμα ως ανώτερη μορφή οργάνωσης του λαού. Όμως ούτε ανώτερη, ούτε οργάνωση είναι όταν με 35% στην κάλπη έχει μόνο 20.000 μέλη. Και μια κομματική γραφειοκρατία που ερίζει για το φύλο των αγγέλων.
Η επιχειρηματολογία για την αριστερή καθαρότητα του ΣΥΡΙΖΑ θα βρίσκει πάντα τον ίδιο τοίχο: έλλειψη αριστερών να την ψηφίζουν. Αλλιώς δεν μιλάμε για κόμμα, αλλά για σεμινάριο.
Ο Τσακαλώτος καταλήγει να εκπροσωπεί έναν ιδιότυπο ανταγωνισμό απέναντι στον Τσίπρα- κάπως πιο εκλεπτυσμένο και ασφαλώς περισσότερο ποιοτικό και έντιμο από τον Σκουρλέτη, τον Βούτση και έτερους Καππαδόκες της Κουμουνδούρου.
Καμιά αντίρρηση. Όποιος νομίζει ότι είναι καλύτερος δεν έχει παρά να ζητήσει, έστω από αυτούς τους 20.000 «αυθεντικούς» Συριζαίους, να του δώσουν την ηγεσία.
Μέχρι τότε όμως η επέκταση του φραξιονισμού και στην εξωτερική πολιτική και η στήριξη της συμφωνίας με την Αίγυπτο για την ΑΟΖ, αν δεν δεν είναι τυχοδιωκτισμός, είναι μωρία.
Σίγουρα πάντως διασπαστική ενέργεια: επί του θέματος τοποθετήθηκε ήδη ο πρόεδρος του κόμματος.