Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Ήταν η αμηχανία της ήττας, η έλλειψη καθαρής γραμμής, η εσωστρέφεια, η αδυναμία προσαρμογής στο νέο ρόλο, ή ακόμη η άποψη και τάση οπισθοδρόμησης.
Πάντως εδώ κι ένα χρόνο η χώρα είχε έλλειμμα αντιπολίτευσης, απέναντι σε μια υπερπροσφορά κυβερνητισμού και μιντιακής παραπληροφόρησης.
Πριν, αλλά και κατά τη διάρκεια του κορονοϊού, ο ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν σε ομφαλοσκόπηση και ευπρεπή αδράνεια -με άμεσες συνέπειες στην άσκηση του νέου ρόλου του, αλλά και την εκκαθάριση των προβλημάτων στις γραμμές του.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε πάρτι το δεύτερο εξάμηνο του 2019, απλώς εκτελώντας τον προϋπολογισμό που της άφησε η προηγουμένη κυβέρνηση, χωρίς να αισθάνεται ούτε στιγμή πραγματική πίεση από την αντιπολίτευση.
Η επιδημία έριξε τον ΣΥΡΙΖΑ σε λήθαργο, υπό την επήρεια μιας θεωρίας ότι πρέπει να σιωπήσει και να παρακολουθεί, αν δεν επιβραβεύει κιόλας.
Η Κουμουνδούρου δεν κατάφερε να βρει έναν παράλληλο Τσιόδρα να μιλάει -επιστημονικά- εκ μέρους της. Δεν είχε πλήρη εικόνα για τη φορά των εξελίξεων που προκαλούσε η αντιμετώπιση του κορονοϊού. Δεν πίεζε την κυβέρνηση υπό την συμπλεγματική αντίληψη της “συσσώρευσης αξιοπιστίας” και της προσφοράς “συναίνεσης”, την οποία δεν ζήτησε ούτε μια φορά η κυβέρνηση.
Οι σποραδικές και αποσπασματικές αντιδράσεις στην αλυσίδα της σκανδαλώδους εφαρμογής των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου- με τις οποίες κυβέρνησε τους τελευταίους μήνες το σύστημα Μητσοτάκη δεν άλλαξε την εικόνα.
Σε προφανή σκάνδαλα -όπως η λίστα Πέτσα και προηγουμένως τα “βάουτσερς” του Βρούτση, η κινητοποίηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ήταν ανώδυνη για την κυβέρνηση.
Όπως ανώδυνη ήταν και η επισήμανση των λανθασμένων κυβερνητικών χειρισμών στην αντιμετώπιση των συνεπειών τη κρίσης, των τραγικών επιλογών στην εξωτερική πολιτική και τη θεσμική έκπτωση- που συνοδεύτηκε με την επιστροφή στην πολιτική των υπονόμων.
Η χώρα βρέθηκε σε λάθος δρόμο με την ΝΔ, αλλά είχε ένα είδος “εθνικής” αντιπολίτευσης που προσπαθούσε να εμφανίσει ως “δομική”. Στην πράξη απλώς δεν ήταν αντιπολίτευση. Ακόμη η καταγγελίες προσώπων και χειρισμών της κυβερνητικής μηχανής εγκαταλειπόνταν στην πορεία..
Παραβιάσθηκε έτσι ο βασικός κανόνας της πολιτικής ότι ο ρόλος της αντιπολίτευσης δεν είναι να “βάζει πλάτη”, ή να παρακολουθεί την κυβέρνηση με… συμπάθεια και ανοχή.
Είναι να την ελέγχει, να την ξεμπροστιάζει και να την καταγγέλλει όπου χρειάζεται, ώστε να δημιουργεί ζόρικο χώρο στον οποίο μπορούν να βρουν ακροατήριο οι δίκες της προτάσεις.
Η αντιπολίτευση δεν αναστέλλεται ούτε σε καιρό πόλεμο. Πόσο μάλλον σε περίοδο που η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τα μέτρα για την υγειονομική κρίση και τις συνέπειες της για να εδραιώσει τον αυταρχισμό της, να εξυπηρετήσει του ημέτερους, να προωθήσει τις μονομερείς πολιτικές της, να διαμορφώσει “ηγετικό” προφίλ για τον πρωθυπουργό -με τελικό αποτέλεσμα να διευρύνει το κόστος στη κρίσης.
Η καθαρή απόφαση του Αλέξη Τσιπρα να φύγει από την κατάσταση της αβεβαιότητας για την ταυτότητα του κόμματός του και να διαμορφώνει έναν νέο προοδευτικό φορέα που θα εκφράζει τον πολιτικό χώρο το Κέντρο ως την Αριστερά, αλλάζει τα δεδομένα.
Το κενό αντιπολίτευσης θα καλυφθεί πλέον από την οργανωμένη δράση του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, εντός και εκτός της Βουλής και σε όλα θα μέτωπα.
Η νέα ταυτότητα που διαμορφώνει για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ο Αλέξης Τσίπρας ορίζει και το είδος της αντιπολίτευσης που πρέπει να αναμένουμε από το φθινόππωρο, όταν θα ολοκληρωθεί η διαδικασία ιδεολογικής, πολιτικής και οργανωτικής ανασύνταξης.
-Σκληρή στάση απέναντι στην κυβέρνηση με σφυροκόπημα σε όλους και για όλα και παράλληλη κινητοποίηση των πολιτών.
Ο στόχος είναι να αναχαιτιστεί η ταξική κυβερνητική πολιτική και ο αυταρχισμός του υδροκεφαλικού συστήματος που αφού έθεσε υπό έλεγχο το κράτος, βάζει μπροστά να ελέγξει και την οικονομία αλλά και την κοινωνία.
Η κυβέρνηση επιχειρεί ακόμη και το αδιανόητο να στερήσει δικαιώματα στους πολίτες, θέτοντας όρια σε αδιαπραγμάτευτες λαϊκές ελευθερίες, όπως είναι οι πορείες και διαδηλώσεις διαμαρτυρίας.
Καμιά σύγχρονη χώρα δεν μπορεί να λειτουργήσει ποινικοποίηση του φρονήματος και καμία αναπτυξιακή διαδικασία δεν μπορεί να εκκινήσει με δημοκρατικούς περιορισμούς.
Ο νέος φορέας αφήνει πίσω την φοβική αντιπολίτευση της ανίσχυρης διαμαρτυρίας και θα λειτουργεί ως σύγχρονο ευρωπαϊκό ριζοσπαστικό κόμμα εξουσίας με ισχυρή πολιτική παρέμβαση και συστηματική αντιπολίτευση.
Πέραν της Βουλής στην οποία οι υπουργοί της ΝΔ θα δεινοπαθήσουν, η αξιωματική αντιπολίτευση θα ενεργοποιήσει και τα αγωνιστικά αντανακλαστικά της κοινωνίας με δράσεις ευρέως φάσματος.
Στο συνδικαλισμό, τη νεολαία, την αυτοδιοίκηση, την προστασία του περιβάλλοντος, το δημόσιο, τη διαφάνεια. τους νομικούς ριζοσπαστισμούς, την προστασία των δικαιωμάτων.
Η κορωνίδα της νέας αντιπολίτευσης θα είναι ο νέος πατριωτισμός που περιφρουρεί τα δικαιώματα της χώρας με δυναμική και πολυδιάσπαση εξωτερική πολιτική και πρωτοβουλίες στην περιοχή.
Ένα χρόνο μετά την επικράτηση του συστήματος Μητσοτάκη με τη στήριξη μιντιακών και οικονομικών κέντρων, η κυβέρνηση της Δεξιάς θα έχει απέναντι πραγματική αντιπολίτευση, χωρίς συμβιβασμούς.
Το νέο κόμμα του Τσίπρα-με ιδεολογική ταυτότητα, πολιτικές θέσεις και ανανεωμένο προσωπικό – θα δράσει ως ανώτερη μορφή οργάνωσης του λαού.
Θα εμφανιστεί με το πρόγραμμα και την μαχητική δράση του ως εναλλακτική λύση απέναντι σε μια κυβέρνηση που εμφανίζει από την πρώτη στιγμη παθογένειες, ρέπει στην φαυλότητα, τον αυταρχισμό και την πολιτική υπέρ των ολίγων, οργανώνει θεσμικά πραξικοπήματα και προωθεί τον διχασμό, την πόλωση και την έκπτωση της πολιτικής.
Αυτό το είδος αντιπολίτευσης είναι η αληθής έννοια του κοινοβουλευτισμού.