Συνέντευξη της Έφης Αχτσιόγλου, βουλευτή Επικρατείας και τομεάρχη Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, στην εφημερίδα “Realnews”
“Η κυβέρνηση παρακολουθεί την ύφεση που έρχεται και δεν λαμβάνει μέτρα”
Ποια είναι η εικόνα που έχετε για τους εργαζομένους με βάση τα στοιχεία του σχετικού παρατηρητηρίου του ΣΥΡΙΖΑ;
Τρία τμήματα συνθέτουν την εικόνα της εργασίας σήμερα: Εργαζόμενοι που δεν δουλεύουν και είναι παντελώς ακάλυπτοι, ακόμη και από το πενιχρό επίδομα των 530 ευρώ τον μήνα. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν σοβαρό βιοποριστικό πρόβλημα. Εργαζόμενοι με μερικά μεροκάματα τον μήνα, με εργόσημο, εποχικά εργαζόμενοι, μπλοκάκια, εργολαβικοί κ.λπ. «Αόρατοι» ουσιαστικά για την κυβέρνηση άνθρωποι. Το δεύτερο τμήμα αφορά τους εργαζομένους σε αναστολή σύμβασης ή σε εκ περιτροπής εργασία που έχουν δικαιολογημένα μεγάλη αγωνία για την επόμενη μέρα. Αν δηλαδή θα διατηρήσουν τη θέση εργασίας που είχαν και με τι όρους. Το τρίτο τμήμα είναι εργαζόμενοι σε επιχειρήσεις που συνεχίζουν να λειτουργούν και μάλιστα κάποιες εξ αυτών, όπως τα σούπερ μάρκετ ή τα ντελίβερι, εντατικότερα απ’ ό,τι πριν. Αυτοί αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά προβλήματα προστασίας της υγείας τους, δεν υπάρχουν μέσα ατομικής προστασίας, ενώ παραβιάζονται διαρκώς τα ωράριά τους.
-
Ποιες είναι οι προβλέψεις σας για την εξέλιξη της ανεργίας το επόμενο διάστημα;
Είναι βέβαιο ότι θα είναι αυξητική. Κατά πόσο, αυτό εξαρτάται από το μέγεθος και τη διάρκεια της ύφεσης. Η ύφεση, πάντως, είναι προδιαγεγραμμένη. Ήδη ο φετινός Μάρτιος ήταν ο χειρότερος όλων των εποχών, έξι φορές χειρότερος από το 2012, όταν η ανεργία αυξανόταν αλματωδώς. Στην έκθεσή του το ΔΝΤ εκτιμά την ύφεση στην Ελλάδα στο 10% για το 2020 και την ανεργία στο 22,3%. Θεωρώ πως, αν δεν ληφθούν άμεσα σοβαρά εμπροσθοβαρή μέτρα διατήρησης των μισθών και των θέσεων εργασίας και στήριξης με ζεστό χρήμα των μικρών επιχειρήσεων, με ορίζοντα τουλάχιστον εξαμήνου, οι εκτιμήσεις αυτές θα βρεθούν πολύ κοντά στην πραγματικότητα.
-
Γιατί κατηγορείτε την κυβέρνηση για το θέμα των απολύσεων, αφού έχει συνδέσει την παροχή βοήθειας στις επιχειρήσεις με ρητό όρο να κρατήσουν όλους τους τωρινούς εργαζομένους τους;
Δυστυχώς τα πράγματα δεν είναι έτσι. Η κυβέρνηση έκανε δύο βασικές επιλογές: την αναστολή των συμβάσεων εργασίας και την επιβολή της εκ περιτροπής εργασίας με μείωση μισθών στο 50%. Προφανώς το ζήτημα των απολύσεων δεν αφορά την περίοδο της αναστολής ή της εκ περιτροπής, αλλά το τι θα γίνει μετά. Εξάλλου, είναι εγγενώς αντιφατικό να μιλάς συγχρόνως για αναστολή ή εκ περιτροπής εργασία και για απόλυση. Για την περίοδο μετά την καραντίνα, λοιπόν, για τις επιχειρήσεις που έκλεισαν με κρατική εντολή δεν υπάρχει απολύτως καμία υποχρέωση. Οι επιχειρήσεις αυτές μπορούν άνετα να απολύσουν όσους θέλουν την επόμενη ημέρα και κατά πάσα πιθανότητα θα το κάνουν, διότι η κυβέρνηση δεν έχει φροντίσει ούτε να τους εξασφαλίσει ένα στοιχειώδες κεφάλαιο κίνησης ούτε να περιορίσει τη γενικευμένη ανασφάλεια που επικρατεί στην αγορά. Μόνο για τις επιχειρήσεις που έκλεισαν από μόνες τους και μετά από γενικευμένη κατακραυγή, η κυβέρνηση τελικά προέβλεψε μια ελάχιστη υποχρέωση διατήρησης των ίδιων θέσεων εργασίας μόνο για 45 ημέρες μετά την αναστολή. Είναι προφανές ότι τέτοια μέτρα οδηγούν αυτομάτως στην ανεργία και στη συρρίκνωση μισθών και θα επιτείνουν την ύφεση.
-
Μετά τα νέα μέτρα της κυβέρνησης, πιστεύετε ότι καλύφθηκε το σύνολο του κόσμου της εργασίας, συμπεριλαμβανομένων, για παράδειγμα, των εποχικά απασχολούμενων στον τουρισμό;
Όχι, σε καμία περίπτωση. Οι εποχικά εργαζόμενοι δεν καλύπτονται (μόνο σε μερικούς εξ αυτών παρατάθηκε το επίδομα ανεργίας για δύο μήνες). Για όσους, δε, δεν θα εργαστούν φέτος, δεν υπάρχει καμία μέριμνα ώστε να λάβουν επίδομα ανεργίας, καθώς δεν θα μπορούν να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα ένσημα.
Οι μη επιδοτούμενοι άνεργοι παραμένουν επίσης ακάλυπτοι. Το πενιχρό επίδομα των 400 ευρώ, που θυμήθηκε η κυβέρνηση μόλις προχθές να εξαγγείλει, δεν θα λάβει ούτε το 1/3 των μακροχρόνια ανέργων.
-
Γιατί λέτε ότι η πολιτική «βλέποντας και κάνοντας» της κυβέρνησης στοχεύει σε αναδιάρθρωση της οικονομίας εις βάρος των μικρομεσαίων;
Διότι στην πραγματικότητα η κυβέρνηση παρακολουθεί την ύφεση που έρχεται και δεν λαμβάνει μέτρα για να την αποτρέψει ή να την περιορίσει. Είναι προφανές ότι με αυτή τη στρατηγική θα επιβιώσουν μόνο οι ισχυροί της αγοράς, δηλαδή οι μεγάλες επιχειρήσεις που έχουν πρόσβαση στην τραπεζική ρευστότητα και οι οποίες θα είναι τελικά αυτές που στη συνέχεια θα αποκτήσουν πρόσβαση στο δημόσιο χρήμα στήριξης της οικονομίας.
Αντίθετα, με το εμπροσθοβαρές πακέτο που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ στηρίζονται τόσο οι εργαζόμενοι και ως προς τους μισθούς τους και ως προς τις σχέσεις εργασίας τους, αλλά και οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες δεν μπορούν να επιβιώσουν χωρίς άμεση κρατική χρηματοδότηση που θα τους δώσει κεφάλαιο κίνησης και θα διατηρήσει τη λειτουργική τους ικανότητα μετά το τέλος της καραντίνας.
-
Πώς κρίνετε τις έως τώρα αποφάσεις της Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της ύφεσης; Το πρόγραμμα SURE είναι ικανοποιητικό για την εργασία;
Οι αποφάσεις του Eurogroup δεν ήταν απλά απογοητευτικές, αλλά είναι πιθανό να οδηγήσουν σε μια νέα κρίση χρέους στην ευρωζώνη και να προκαλέσουν τριγμούς στη συνοχή της Ε.Ε.
Συμφωνήθηκε ένα εξαιρετικά χαμηλό πακέτο, που δεν ανταποκρίνεται ούτε στο ελάχιστο στις απαιτήσεις της ίδιας της Κομισιόν και της ΕΚΤ.
Απορρίφθηκε η πρόταση της αμοιβαιοποίησης του χρέους και του ευρωομόλογου, ενώ συμφωνήθηκε ότι η όποια πιστωτική γραμμή δοθεί από τον ESM στα κράτη θα συνοδεύεται από αυστηρές αιρεσιμότητες, δηλαδή από νέα προγράμματα λιτότητας.
Το πρόγραμμα SURE όπως εξαγγέλθηκε, αν και μικρό δημοσιονομικά, φαίνεται ότι κινείται στη σωστή λογική της αναπλήρωσης των μισθών και πρέπει να αξιοποιηθεί. Όσο, όμως, οι κεντρικές αποφάσεις του Eurogroup είναι αυτές που σας περιέγραψα, η κατάσταση θα επιδεινώνεται.
-
Η κυβέρνηση λέει ότι τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών προκύπτουν από την ανασφάλεια του ΣΥΡΙΖΑ. Πώς απαντάτε;
Να είστε βέβαιος ότι αν ο κ. Μητσοτάκης ήθελε να ακυρώσει αυτά τα σενάρια από τα ΜΜΕ, θα το είχε κάνει. Εξάλλου, ο ίδιος αναζωπύρωσε την εκλογολογία με το προχθεσινό του διάγγελμα. Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαφής: Είναι ανεύθυνο, άκαιρο και ακραία πολιτικάντικο εν μέσω μιας τόσο σοβαρής κρίσης, υγειονομικής αλλά και οικονομικής, οποιοδήποτε κόμμα να κάνει καιροσκοπικούς σχεδιασμούς για τα ποσοστά του. Αυτό που θα έπρεπε να κάνει ο πρωθυπουργός είναι να δει πώς θα περιορίσει τις συνέπειες του lockdown για την ελληνική κοινωνία και πώς θα προλάβει τη συντριβή της ελληνικής οικονομίας.