Γράφει ο Αλέξης Παπαχελάς
«Δεν λατρεύεις την αίσθηση πως είσαι ζωντανός; (…) Δεν λατρεύεις όλους τους ήχους και θορύβους όπως αυτούς που κάνουν τα παιδιά που φωνάζουν στο διπλανό οικόπεδο, τις κόρνες των αυτοκινήτων και τις μικρές ορχήστρες που παίζουν στον δρόμο και τη μυρωδιά του φαγητού που μαγειρεύεται;» έγραφε μια διάσημη Αμερικανίδα συγγραφέας που επέζησε από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την πανδημία της ισπανικής γρίπης.
Εμείς δεν περάσαμε Πόλεμο, δεν ζήσαμε τέτοια πανδημία. Περάσαμε μια πολύ βαθιά οικονομική κρίση που άλλαξε τα πάντα, τίποτα όμως που να συγκρίνεται με τους δύο Πολέμους και τις πανδημίες περασμένων αιώνων.
Παρ’ όλα αυτά, έχουμε φτάσει στα όριά μας. Ζούμε τώρα την πιο σκοτεινή στιγμή μιας μεγάλης περιπέτειας. Η Ιστορία μάς εκδικείται, γιατί ως μέλη μιας «πλαστικής» γενιάς νομίζαμε πως στην εποχή μας δεν γίνεται να ζούμε πράγματα που πιστεύαμε ότι έχουμε αφήσει πίσω μας. Εμείς, ανυπόμονοι, θέλουμε να γυρίσουμε το «καρούλι» αυτής της ανατριχιαστικής ταινίας όσο πιο γρήγορα γίνεται, να φτάσουμε στο τέλος.
Θα φτάσουμε στο τέλος, σε τρεις, τέσσερις, σε έξι μήνες. Κάποτε θα κηρύξουμε επίσημα τη λήξη της πανδημίας. Εχω την αίσθηση πως θα είναι μια στιγμή συλλογικής αγαλλίασης, αν όχι απογείωσης. Θα θυμίζει κάτι από εκείνες τις σκηνές που σηματοδότησαν το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με τα πλήθη να γιορτάζουν χωρίς τέλος.
Μας έχουν λείψει πολλά, είναι η αλήθεια. Οι αγκαλιές με τους ανθρώπους μας, οι παρέες που γιορτάζουν χωρίς ιδιαίτερο λόγο, τα πηγαδάκια στις πλατείες. Η πρώτη καραντίνα μάς βρήκε έτοιμους να κάνουμε υπερβάσεις. Ακόμη και να γελάσουμε με τις πρωτόγνωρες εμπειρίες μας. Τα βίντεο και οι ατάκες που ανταλλάσσαμε την άνοιξη με συγκλονιστική πυκνότητα είχαν χιούμορ, χαβαλέ, έδειχναν αποθέματα κουράγιου. Τώρα έχουν γίνει πικρόχολα, λιγότερο αστεία. Και είναι λογικό. Είναι πολλοί οι συμπολίτες μας που δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα και δεν αντέχουν επίσης την αβεβαιότητα. Θέλουν να ξέρουν ότι θα ανοίξουν τα μαγαζιά τους την τάδε του μηνός και όλα θα αρχίσουν ξανά από την αρχή.
Κάποιοι βρίσκουν αποκούμπι σε θεωρίες συνωμοσίας, που τους «εξηγούν» τα ανεξήγητα. Δύσκολο να τους πείσεις ότι πέφτουν σε παγίδα· λάθος και να τους αφορίσεις.
Εδώ είμαστε σήμερα. Θα έλθει η στιγμή που θα αγκαλιαστούμε, θα ξαναγίνουμε ελληνικές παρέες, θα πιούμε όλοι μαζί γύρω από ένα τραπέζι χωρίς να φοβόμαστε αν θα κολλήσουμε ή αν θα ξανακλειδωθούμε μέσα. Σίγουρα θα αφήσει πληγές αυτό το επεισόδιο. Σε άλλους τεράστιες, σε άλλους μικρότερες.
Μην ξεχνάμε όμως –όσο γίνεται– δύο πράγματα. Πρώτον, ότι ο πλανήτης και η χώρα μας έχουν περάσει πολύ, πολύ πιο τραγικές καταστάσεις. Και δεύτερον, ότι τώρα τουλάχιστον βλέπουμε την αχτίδα και ξέρουμε ότι θα μπει κάποια στιγμή ένα τέλος.